Αγία Φιλοθέη: Τιμητικό αφιέρωμα - 500 χρόνια από τη γέννηση της (1522 – 2022)

Δευ, 19/02/2024 - 19:02

Στη χορεία των Μεγάλων Διδασκάλων και αναμορφωτών του Γένους, εντάσσεται και η Αγία Φιλοθέη, η Αθηναία. Βρισκόμαστε στον δέκατο έκτο αιώνα, ίσως απ’ τους βαρύτερους για την Ελλάδα και την Αθήνα ειδικότερα.

Η γραφίδα των περιηγητών περιγράφει με τα μελανότερα χρώματα την κατάσταση: « … είναι χερσωμένη, μοιάζει με σκλάβα … που την αποκαλούσαν άλλοτε άνθος του κόσμου. Και τα περίλαμπρα μνημεία της και τα κτίριά της σωριασμένα …».[1] Αυτά συνέβαιναν το 1530. Ο ίδιος περιηγητής καταγράφει τους βαρύτατους φόρους που εισέπρατταν από τους Έλληνες οι Τούρκοι κατακτητές.[2] Ανάλογες παρατηρήσεις κάνει και ο γραμματικός του Γάλλου περιηγητή d’ Aramon.[3] Οι κάτοικοί της δεν ξεπερνούσαν τις 6.000.Ενδεχομένως οι Αθηναίοι τούρκεψαν από βίαιο εξισλαμισμό και η Αθήνα δεν μπόρεσε να αποφύγει το παιδομάζωμα, όπως εξάλλου, προκύπτει από το χρονικό του Λάμπρου.[4] Το κακό, επιτείνεται από τις θεομηνίες και την πανώλη που ξεκληρίζουν ολόκληρες οικογένειες. Αδιάψευστα τεκμήρια αποτελούν τα χαράγματα στις κολώνες των αρχαίων μνημείων που αναφέρονται στα ονόματα των απαγχονισθέντων από τους Τούρκους καθώς επίσης ονόματα άλλων που πέθαναν από λοιμούς. Παράλληλη μάστιγα, η πειρατεία. Το μορφωτικό επίπεδο των κατοίκων ανησυχητικό. Τα ανήσυχα πνεύματα έφυγαν για τη Δύση. Η γλώσσα των Αθηναίων ανεμείχθη με των Αρβανιτών, σύμφωνα με τις πληροφορίες του Θεοδόση Ζυγομαλά.[5] Δεν υπάρχουν πληροφορίες για ύπαρξη σχολείων.

Πιθανώς τα αρχοντόπουλα να μορφώνονταν με οικοδιδασκάλους ή από τον παπά, με λίγα γράμματα από το Ψαλτήρι.

Μέσα σ’ αυτές τις τραγικές συνθήκες της πρώτης Τουρκοκρατίας γεννιέται στο αρχοντικό του Άγγελου Μπενιζέλου και μετά από πολλές προσευχές η Παρασκευούλα ή Ρεβούλα. Ο πατέρας της ένας απ’ τους δημογέροντες των Αθηνών κι η μητέρα της Συρίνα από την οικογένεια των Παλαιολόγων.[6]

Η μικρή Ρεβούλα απόκτησε επιμελημένη μόρφωση κοντά σε ιδιωτικό δάσκαλο, σπάνια περίπτωση για την εποχή, αλλά κυρίως για τα κορίτσια. Κατά το παράδειγμα της μητέρας της αγαπούσε από μικρή τις ελεημοσύνες. Οι γονείς της την υπάνδρευσαν σε ηλικία 14 ετών, από το φόβο του κατακτητή, παρά τις δυσκολίες και αντιδράσεις της και σύμφωνα με το συναξάρι της «έστερξε και ακουσίως συνεζεύχθη νομίμω ανδρί, όστις με το να έτυχε γνώμης σκληράς και σχεδόν απανθρώπου, την έθλιβε καθημερινώς με διαφόρους κακώσεις και τιμωρίας.[7] Σε ηλικία 17 ετών μένει χήρα, ξαναγυρίζει στο πατρικό και δεν προχωρεί σε δεύτερο γάμο παρά την παρακίνηση των γονέων της.

Η Ρεβούλα τώρα προσανατολίζεται προς τον Θεό εξ ολοκλήρου και προς την πτωχή, ανήμπορη, σκλάβα, ταλαιπωρημένη και παραστρατημένη γυναίκα, προς τα ορφανά, τους αιχμαλώτους, στα σκλαβοπάζαρα, που τους αισθάνεται ν’ απλώνουν το χέρι και να ζητούν τη βοήθειά της.

Μετά το θάνατο των γονέων της κληρονομεί την απέραντη περιουσία τους. Το αρχοντικό των Μπενιζέλων που σώζεται ακόμη στην Πλάκα και πολλά κτήματα στα Πατήσια, Περισσό, Καλογρέζα, Φιλοθέη, Ψυχικό και αλλού.

Η αρχοντοπούλα Ρεβούλα με τη χάρη του Θεού παίρνει την γενναία απόφαση να δράση στην τουρκοκρατούμενη Αθήνα. Να ελαφρύνει τον ανθρώπινο πόνο, να μετριάσει τη σκλαβιά, να καταπολεμήσει την αμάθεια. Δεν ενδιαφέρεται για την προσωπική της ησυχία, αλλά για τον πόνο που υπάρχει γύρω της.

Με πρώτο ανθρώπινο πυρήνα τις γυναίκες που εργάζονταν στο πατρικό της σπίτι χτίζει κοντά στη σημερινή Μητρόπολη των Αθηνών, στον περίγυρο της Εκκλησίας του Αγίου Ανδρέα, τον Παρθενώνα της, γύρω στο 1571, στον οποίο αφιερώνει την περιουσία της.[8] Η σταυροπηγιανή αυτή μονή συνδέεται αρρήκτως με την ιστορία του τόπου επί Τουρκοκρατίας, «ουχί άπαξ καταδιωκομένους επροστάτευσε και περιέσωσε και φυγάδευσε, ουχί άπαξ κατεστράφη υπό των Τούρκων και πριν και αφού η ιδρύσασα ταύτην έπεσε θύμα του ιερού καθήκοντός της».[9] Μεγαλύτερη καταστροφή θα υποστεί η Μονή κατά τη Μοροζίνεια λαίλαπα του 1687.[10]

Παρά τις άπειρες δυσκολίες η «Κυρά τ’ Αγγέλου, η Κυρά των Αθηνών, η Μαΐστρα», όπως την αποκαλούσαν, δεν κάμπτεται. Το Μοναστήρι χάρη σ’ αυτήν, πλαισιωμένο από μοναχές και τις μοναστηρίσιες, τις εξωτερικές, όπως τις έλεγαν, γίνεται κυψέλη εργασίας. Με εργαστήρια και αργαλειούς, με κεντήστρες, ράφτρες και γυναίκες που εργάζονταν για την επιβίωσή τους. Κι ενώ οι μοναχές είχαν κανονικά κελλιά, η Αγία είχε για τον εαυτό της ένα ασκηταριό, που κατέβαινε με πολλά σκαλοπάτια.[11]

Αλλά, η Φιλοθέη δεν φροντίζει μόνο για την ικανοποίηση των υλικών αναγκών των εργαζομένων. Επιθυμεί να κτυπήσει την αμάθεια. Και ιδρύει το πρώτο Σχολείο Θηλέων στη νεώτερη Ιστορία της Ελλάδας και της Ευρώπης, στην ερειπωμένη Αθήνα. Αυτό θα είναι στο εξής η ελπίδα του Γένους, ύστερα από την πτώση της Βυζαντινής αυτοκρατορίας, που θα προστατεύσει τα κορίτσια από την αυθαιρεσία των Τούρκων και θα προφυλάξει το Γένος από τους εξισλαμισμούς.[12]

Θα δυναμώσει την πίστη στη θρησκεία και στον ελληνισμό. Θα φυλάξει ένα πλήθος πτωχές ή ευκατάστατες κόρες στη μονή, στα μετόχια της σε συγγενικά σπίτια ή σε γύρω νησιά.[13]

Πρωτοποριακή η κίνηση της Φιλοθέης στο χώρο της παιδείας, της φιλανθρωπίας, της κοινωνικής προσφοράς. Μία νέα Βασιλειάδα θα μπορούσε να χαρακτηριστεί το παιδευτικό και φιλανθρωπικό της συγκρότημα. Με Σχολεία, Γηροκομείο, εργαστήρια και χειροτεχνεία, Νοσοκομείο, ξενώνα, για να φιλοξενούνται οι περαστικοί, ορφανοτροφείο.

Έργο θαυμαστό για μια εποχή δύσκολη στην Ελλάδα, όπως μαρτυρούν ακόμη και ξένοι και ετερόδοξοι, ακόμη και ο «καθολικός επίσκοπος Ζακύνθου Paulo Del Grasso, σε επιστολή που απηύθυνε στο Δόγη της Βενετίας.[14] Φαινόμενο στην παγκόσμια ιστορία της παιδείας και κοινωνικής προνοίας. Κι όλα αυτά, αγνοώντας τις επικρίσεις και τους ψιθυρισμούς. Συγκινητικές οι μαρτυρίες της εποχής. Κι όταν χάρη στη φιλανθρωπία της Φιλοθέης άδειαζαν οι αποθήκες και τα κελλάρια της Μονής, η Φιλοθέη με πίστη αντιμετώπιζε τους γογγυσμούς των μοναχών. Κι η βοήθεια έρχεται αναπάντεχα από διάφορα μέρη ακόμη κι απ’ τους Έλληνες της Βράϊλας της Ρουμανίας, που επισκέφθηκαν τη Μονή. Η Φιλοθέη αναζωσμένη το ράσο της τρέχει ασταμάτητα, από τον κατή στο βοεβόδα, κι απ’ τον φλαμπουριάρη στο σούμπαση. Αγοράζει απ’ τα σκλαβοπάζαρα παρθένες, βοηθάει αιχμάλωτες να δραπετεύσουν, δίνει μπαξίσια και παίρνει χριστιανές από τα χαρέμια. Κι όλες τις φυγαδεύει με ανθρώπους δικούς της στα νησιά, στην Άνδρο και στη Τζια, στα μετόχια που έκτισε γι’ αυτό το σκοπό. Κι από εκεί ήσυχα τις στέλλει στις πατρίδες τους.[15]

Τα βενετικά Αρχεία μας παρέχουν πολύτιμες ιστορικές ειδήσεις για τη φιλανθρωπική δράση της Αγίας.[16] Οι προσπάθειες της Αγίας σε όλους τους τομείς πρωτοποριακές. Ήδη από τον 16ο αιώνα η Φιλοθέη είχε λύσει το θέμα των φυλετικών διακρίσεων. Βοηθούσε αδιακρίτως Έλληνες και Τούρκους, πιστούς και απίστους. Ακόμη και Τουρκάλες κατέφευγαν στο Μοναστήρι της και κάποιες από αυτές έγιναν χριστιανές και μοναχές, γεγονός που εξήπτε περισσότερο την μανία των Τούρκων εναντίον της. Συλλαμβάνεται, φυλακίζεται, υφίσταται μαρτύρια. Η ίδια γράφει: « … καθ’ εκάστην ώραν με έδιδαν μαρτύριον να γίνω τούρκισσα, εγώ τε και οι αδελφές ή να με καύσουν».[17] Για τον σκοπόν αυτόν υποχρεώνεται να δώσει στους Τούρκους «ογδοήκοντα χιλιάδες άσπρα», γεγονός που οδήγησε το μοναστήρι σε χρέος βαρύτατο. Πιεσμένη από την ανάγκη αυτή, η Φιλοθέη επιτυγχάνει τους σκοπούς της αναπτύσσοντας όχι απλώς δημόσιες αλλά διεθνείς σχέσεις. Κι απευθύνεται με επιστολή της στο Δόγη της Βενετίας και στη Γερουσία της Βενετίας, ζητώντας βοήθεια για να εξοφλήσει το χρέος των εξήντα χιλιάδων άσπρων, που χρεωστούσε η μονή. Η επιστολή της αυτή σώζεται στα Αρχεία της Βενετίας.[18]  Μετά από εξονυχιστική εξέταση του θέματος, η Γερουσία της Γαληνοτάτης Δημοκρατίας αποφασίζει στις 7.8.1583 με 147 ψήφους υπέρ και 2 κατά να δοθεί επιχορήγηση, 200 χρυσών τζεκινίων κι έτσι η Μονή ανακουφίστηκε από την αγωνία του Τούρκου.[19] Κι ο Μέγας Λογοθέτης Ιέραξ, ο οποίος εστάλη από την Κωνσταντινούπολη στην Αθήνα, θαύμασε την εργασία της Φιλοθέης, της σπουδαίας και δυναμικής γυναίκας που κρυβόταν κάτω από το ράσο. Βεβαίως, για το γιγάντιο έργο της γνώρισε και τον φθόνο, ακόμη κι από τους συμπατριώτες της, όπως προκύπτει από την ακολουθία της:[20] «Οι αττικοί … τας μεν αρετάς μισούσιν τας δε κακίας φιλούσι … δια τούτο ουν και αυτή σιωπή πολλάς ύβρεις ακούουσα, ως ήχους θαλάττης, κλύδωνι μαινομένης …». Αυτός, δυστυχώς, είναι πάντοτε ο φόρος των μεγάλων ιδανικών. Αλλά, κι οι Τούρκοι ποτέ δεν χώνεψαν τούτη την καλόγρια, που είχε μετατρέψει το μοναστήρι σε εστία εθνικής ακτινοβολίας. Η αυταπάρνηση και οι θυσίες της ήταν μία πρόκληση γι’ αυτούς. Ζητούσαν διαρκώς ευκαιρία να την εξοντώσουν.[21] Έτσι, στις 2 Οκτωβρίου του 1588, παραμονή της γιορτής του Αγίου Διονυσίου του  Αρεοπαγίτου, κατά την ολονυκτία μπήκαν πέντε Τούρκοι σαν σίφουνας στην Εκκλησία, «ήρπασαν την Φιλοθέη και από τας περισσάς μάστιγας και τα τραύματα την άφησαν σχεδόν ημιθανή».[22]

Έζησε η Αγία μέχρι τις 19 Φεβρουαρίου 1589, μέρες μαρτυρικές και ποτέ δεν συνήλθε από τις φρικτές κακώσεις. Πέρασε στη χορεία των νεομαρτύρων που πότισαν με το αίμα τους το δένδρο της δικής μας ελευθερίας.[23] Μετά το θάνατό της ευωδίασε ο τόπος όπου την είχαν αποθέσει και μετά ένα χρόνο βρέθηκε το σώμα της ακέραιο. Το μοναστήρι συνέχισε τη δράση του μέχρι τις ημέρες της Επαναστάσεως με δάσκαλο κάποιον καλόγηρο Παΐσιο.[24] Μετά από δέκα χρόνια το Πατριαρχείο ανακήρυξε την Φιλοθέη Αγία και όρισε ημέρα της μνήμης της την 19η Φεβρουαρίου, «ίνα μη ο πανδαμάτωρ χρόνος λήθην των ανδραγαθημάτων αυτής προξενήση»[25], αναφέρεται στο συνοδικό έγγραφο. Η Αγία Φιλοθέη λάμπρυνε με την προσωπικότητα, το έργο, την πνευματική της ακτινοβολία ολόκληρο τον 16ο αιώνα στην Αθήνα και αναστήλωσε τους γυρμένους από τη σκλαβιά Έλληνες.

Άραγε, πόσες τέτοιες προσωπικότητες έχει να επιδείξει η παγκόσμια Ιστορία σαν της «Κυράς, τ’ Αγγέλου, της Μαΐστρας», της Φιλοθέης Μπενιζέλου

 

[1] Ζωή Γκενάκου, Η επανάσταση μιας γυναίκας. Φιλοθέη Μπενιζέλου, έκδοση Συλλόγου των Αθηναίων, Αθήνα 1985, σ. 11.

[2] ο.π.

[3] ο.π.

[4] ο.π., σ. 12, όπου υποσημείωση 1 και σ. 13.

[5] ο.π., σ. 14.

[6] ο.π., σ. 15.

[7] Βλ. ο.π., σ. 16, υποσημείωση 2.

[8] Ζωή Γκενάκου, ο.π., σ. 17.

[9] Δημήτρης Φερούσης, Φιλοθέη Μπενιζέλου η Αθηνιώτισσα, Αθήναι 2006, 3η έκδοση, σ. 243.

[10] ο.π.,

[11] Ζωή Γκενάκου, ο.π., σελ. 18, όπου σχετική υποσημείωση 1.

[12] Καλλιρρόης Παρέν, Ιστορία της Γυναίκας 1530 – 1896, σ. 8.

[13] Δ. Φερούσης, ο.π., σ. 198.

[14] Ζωή Γκενάκου, ο.π., σ. 19.

[15] ο.π., σ. 29.

[16] Σοφία Χατζηδάκη, Αγία Φιλοθέη η οσιομάρτυς, Αθήναι 1973, σ. 15, ανάτυπον.

[17] Βλ. Κ. Μέρτζιος, Η οσία Φιλοθέη, περ. «Ελληνικά», τ. ΙΓ’, Θεσσαλονίκη 1954, σ. 122 κ.ε.

[18] Ζωή Γκενάκου, ο.π., σ. 25.

[19] ο.π.

[20] ο.π., σ. 26 – Βλ. και ο.π., σ. 61, Ακολουθία της Αγίας.

[21] Ζωή Γκενάκου, ο.π. σ. 27.

[22] Ακολουθία, ο.π., σ. 61.

[23] Ζωή Γκενάκου, ο.π.

[24] ο.π., σελ. 28.

[25] Δ. Φερούσης, ο.π., σ. 238.