Ανεπίκαιρα επικαιροποιημένα

Κυρ, 21/09/2014 - 22:06

Για να θυμηθούν οι παλαιότεροι και να μάθουν οι νεότεροι

 

Αν κρίνει κανείς από την πορεία των κυβερνήσεων μεταδικτατορικά μπορεί να καταλάβει πολλά και να υποθέσει περισσότερα. Το σημερινό όμως σημείωμα θεωρώ λογικό να μην ασχοληθεί με τη «δεξιά πολυκατοικία», αλλά να επικεντρώσει το ενδιαφέρον του στην «Αριστερή πρωτοπορία» και να προσπαθήσει να δώσει απάντηση στο ιστορικό παράδοξο –τουλάχιστον σε όσους δεν θεωρούμε αυτονόητο το μέλλον τής Αριστεράς- μελετώντας το παρελθόν της. Ίσως κάποτε ο Σοσιαλισμός να ήταν μια βάσιμη ιστορική δυνατότητα, που όμως δεν επαληθεύτηκε ούτε σε συνθήκες επαναστατικής ωρίμανσης. Γιατί μεγάλο τμήμα της αριστεράς ίσως δεν είχε καταλάβει -όπως & πολλά άλλα- αυτό που είπε ο Μαρξ∙ πως η εργατική τάξη «δεν είχε να πραγματοποιήσει ένα ιδεώδες αλλά να απελευθερώσει τα στοιχεία της κοινωνίας».

Έτσι όταν ο συσχετισμός των δυνάμεων Δεξιάς – Αριστεράς έγειρε αποφασιστικά υπέρ της Δεξιάς, μερικοί από τους στόχους της Αριστεράς «γλίστρησαν» στα προγράμματα της Δεξιάς, (βλ. την μεταπολιτευτική Καραμανλική σοσιαλμανία, αλλά και την πασοκική ρητορική) και ενσωματώθηκαν στην αστική προοπτική προχωρώντας σε ριζικές μεταρρυθμίσεις, ικανοποιώντας τη Δεξιά αλλά λειτουργώντας πάντα μέσα στο πλαίσιο του καπιταλιστικού συστήματος μια και οι μεταρρυθμίσεις αυτές εξυπηρετούσαν τότε τις ανάγκες του. Τότε όμως η έφεση της αλλαγής με την πίεση του κόσμου έφερε στο προσκήνιο την «Κυβέρνηση της Αλλαγής» η οποία για πολλά χρόνια περιθωριοποίησε την Αριστερά εφαρμόζοντας την «αριστερή» δημαγωγία απέναντι στον αγώνα της δεξιάς να κρατηθεί στην εξουσία.

Όμως η σημερινή πραγματικότητα δείχνει αναντίστοιχη με την όποια προοπτική μάς τάζουν οι συγκυβερνώντες οραματιστές, φερόμενοι σχεδόν δουλοπρεπώς στους ευρωπαίους οιονεί κατακτητές και επικυρίαρχους απέναντι στους Έλληνες δουλοπάροικους, που χωρίς όραμα, παρουσιάζουν ως μόνη λύση στα αδιέξοδα, την υπακοή και την υποτέλεια που μέσω του ψεύδους και της υποκρισίας οδηγεί στη μιζέρια και τη φτώχια τον λαό μας.

Γι’ αυτό θεωρώ απαραίτητο να αποστασιοποιηθούμε από την όποια δημαγωγία και να αγωνιστούμε για να αλλάξει μια κοινωνία που δυσπραγεί, και να σώσουμε τη χώρα που ξεπουλιέται και αργοπεθαίνει. Εδώ μπορούμε να πούμε χωρίς φόβο, πως στις σημερινές αποτυχίες οδήγησαν λάθη του παρελθόντος που έφεραν στη σύγχρονη εποχή βαθιά πολιτική αλλοίωση, οδήγησαν τον λαό μας στη ιδιώτευση και αρκετούς στην υπεράσπιση βάρβαρων ανελεύθερων και λαϊκίστικων ιδεολογιών και προτύπων.

Όμως, κάποιοι κληρονόμοι της αλήθειας ίσως δεν έχουν καταλάβει τίποτα από την πορεία του κινήματος (και εδώ μιλάμε για την ηγεσία του ΚΚΕ) υπερασπιζόμενοι θέσεις που κάποτε ίσως είχαν αξία, όμως σήμερα δεν μπορούν να ανοίξουν καμιά προοπτική στη σύγχρονη εργατική τάξη και να απελευθερώσουν τις δυνάμεις τής εργασίας και του πολιτισμού και χωρίς ανέξοδες καταγγελίες, αναθέματα και Μαρξιστικά τσιτάτα που μυρίζουν ναφθαλίνη περί δικτατορίας του προλεταριάτου, λαϊκής εξουσίας και άλλες Μονοφυσίτικες ιδιοτροπίες, όχι μόνο οδηγούν το εργατικό κίνημα σε στασιμότητα αλλά και στην αμφιβολία αν όχι στη βεβαιότητα ότι είναι αδύνατο να φτάσουμε ποτέ στην ανατροπή της παρούσας κατάστασης.

Η πορεία των καθεστώτων ή μάλλον των πολιτευμάτων μέχρι σήμερα, μας δείχνει πως τους λείπει η ειλικρίνεια. Αν κάποτε κάποιοι πίστευαν στον υπαρκτό σοσιαλισμό ως πρότυπο, σήμερα είναι φανερό πως αυτό δεν ισχύει, για τον απλό λόγο πως μια τέτοια κοινωνία στην πραγματικότητα ούτε υπήρξε και τουλάχιστον προς το παρόν δεν υπάρχει. Όσο λοιπόν δικαιωμένη μπορεί να αισθάνεται η ιστορική αριστερά για τον τιτάνιο αγώνα της ενάντια στη φασιστική και ναζιστική σκλαβιά, άλλο τόσο δεν μπορεί να αισθάνεται βολικά ένα μεγάλο κομμάτι της (τότε) με επιρροή και οργάνωση στην κοινωνία, γιατί δεν μπόρεσε να αποτελέσει τη μαγιά της αριστερής σκέψης στην Ελλάδα∙ και με τις επιλογές του έγινε εξάγγελος του κρατισμού, και , αντί για σκαπανέας της μαρξιστικής σκέψης, έγινε απολογητής της κοινωνικής συντήρησης και της μεταφυσικής ουτοπίας, επιδιώκοντας να επαναφέρει την καθαρότητα του σκοπού μέσα από το παπικό αλάθητο που οδήγησε αναπόφευκτα στην αγκύλωση της λογικής περί μιας και μοναδικής αλήθειας. Όμως, όσοι έχουν μελετήσει έστω και ελάχιστα τη μαρξιστική σκέψη, θα έχουν αντιληφθεί πως η εξουσία ή το κυνήγι της εξουσίας έστω και για «ορισμένο χρονικό διάστημα» πρέπει να είναι στις προτεραιότητες του κόμματος της εργατικής τάξης. Μόνο που η εξουσία αυτή κάποτε έγινε «δικτατορία του προλεταριάτου που σε τελευταία ανάλυση δεν είναι παρά η δικτατορία του κόμματος του κομμουνιστικού».

Εκτός απ’ αυτά, για πολλά χρόνια μέσα στο κομμουνιστικό κίνημα καλλιεργούνταν η άποψη πως ο καπιταλισμός πνέει τα λοίσθια, αφού ανακαλύπτονταν «τα πρόδρομα σημάδια της αστικής παρακμής». Τελικά αντί για την παρακμή του καπιταλισμού, είδαμε την κατάρρευση του θεωρούμενου σοσιαλισμού και τους χθεσινούς κομουνιστές ηγέτες να γίνονται κεφαλαιοκράτες στη Δύση και όχι μόνο.

Εάν το κομουνιστικό σύστημα ήταν προϊόν και αποτέλεσμα της ανάπτυξης των παραγωγών δυνάμεων, σήμερα που οι δυνάμεις αυτές με την τελειοποίηση των μέσων παραγωγής -όχι απλώς την εκμηχάνιση της γεωργίας- αλλά και τη δυσθεώρητη ανάπτυξη της τεχνολογίας- ηλεκτρονικής, οι μορφές εργασίας γίνονται όλο και πιο εξειδικευμένες που ξεφεύγουν πλέον από τη συμβατική εργατική τάξη, μπορεί κανείς να έχει ισχυρές επιφυλάξεις για το αν αυτή η ανάπτυξη βοήθησε την άνοδο της εργατικής τάξης. Και βέβαια δεν επιβεβαιώθηκε πουθενά πως ο καπιταλισμός έχασε την ικανότητα να αναπτύσσει τις παραγωγικές δυνάμεις∙ το αντίθετο μάλιστα.

Αυτό όμως βάζει καινούργια καθήκοντα στους εργαζόμενους και στα κόμματά τους (εκτός και αν όπως μας έλεγαν κάποτε ένα είναι το κόμμα). Δηλαδή να κατακτήσουν την πολιτική και εξουσία και να γίνουν φορέας του νέου κοινωνικοοικονομικού συστήματος που πρεσβεύουν. Αυτό όμως δεν γίνεται από ένα κόμμα, έστω και αν αυτό λέγεται κόμμα της εργατικής τάξης γιατί κατά την έκφραση του Έρνστ Φίσερ η επανάσταση είναι αλλιώς. Και για να επιτύχει, είναι αναγκαίο να σταματήσουμε να κυνηγάμε χείμερες κρατικοκαπιταλιστικές μια και χωρίς ιδιοκτησία στα εργοστάσια, οι εργάτες θα εξακολουθούν να δουλεύουν. Το θέμα είναι να αναπτύξουν οι εργαζόμενοι εργατική συνείδηση και γνώσεις, ιδιαίτερα σε εποχή άκρας εξειδίκευσης. Και τα δύο έχω τη γνώμη πως τα αποκτά κανείς με την παιδεία, την εκπαίδευση και την κοινωνικοποίησή τους μέσω της πολιτικής. Γιατί σήμερα είναι αναγκαία όσο ποτέ η συμπόρευση των εργαζομένων προκειμένου να κατακτηθεί η πραγματική δημοκρατία, η ειρήνη η αλληλεγγύη, αλλά και τα ατομικά και κοινωνικά δικαιώματα που απροκάλυπτα πλέον η ακραία μορφή του καπιταλισμού όχι μόνο διώκει αλλά και καταργεί.

Όμως τα λαϊκά στρώματα θα ξεφύγουν από τη μέγγενη της ασυδοσίας του πλούτου και των βαστάζων του συστήματος, μόνο με τον αγώνα των εργαζομένων για μια κοινωνική αλλαγή που δεν θα στηρίζεται στην εκμετάλλευση των εργαζομένων και των φτωχότερων λαϊκών στρωμάτων. Προς αυτή την κατεύθυνση έχω τη γνώμη πως είναι καίρια, και γιατί όχι εφικτή, η συμπόρευση όλων των αγνών δημοκρατικών και πατριωτικών δυνάμεων*.

Για την υπεράσπιση όμως των δικαιωμάτων της «εργατική τάξης» είναι αναγκαία και η συνεργασία ευρύτερων στρωμάτων, δυστυχώς όχι για νέες κατακτήσεις όπως λέγαμε κάποτε, αλλά για να περισώσουμε ότι μπορεί να περισωθεί, και να σταματήσουμε τον οικονομικό μαρασμό, τη φτώχια, την ανεργία και την εξαθλίωση.

Έχω τη γνώμη πως για να γίνει αυτό, αναγκαία και ικανή συνθήκη είναι οπωσδήποτε η συνεργασία με το «κόμμα της εργατικής τάξης» -στην ουσία με τον κόσμο- που είναι εγκλωβισμένος –προς το παρόν- στις τάξεις του. Γιατί θεωρώ, πως αν το κόμμα αυτό δεν συνεργαστεί τουλάχιστον στην παρούσα φάση, κρατώντας ίσως κάποιες ιδιαίτερες απόψεις του, θα οδηγήσει ξανά τον κόσμο σε παλαιούς δοκιμασμένους αλλά αποτυχημένους δρόμους. Και αυτό γιατί μια τέτοια προοπτική συνεργασίας θα λειτουργήσει όχι μόνο θετικά αλλά και πολλαπλασιαστικά στην απελευθέρωση των εργαζομένων. Ιδιαίτερα σήμερα που κάθε αποτυχία θα είναι σε βάρος της χώρας και του λαού. Ίσως όμως κοντά στην αλαζονεία του δικαιωμένου και γνήσιου καθοδηγητή της εργατικής τάξης.

 

Σημείωση

*Αντίθετα το πρόβλημα για τον ΣΥΡΙΖΑ σήμερα είναι να κερδίσει την εμπιστοσύνη των φίλων του, αλλά και την κριτική στήριξη των δυνάμεων της Αριστεράς και να αγωνιστεί οργανωμένα και αταλάντευτα για να επιτύχει ρεαλιστικούς και εφικτούς στόχους, όπως για παράδειγμα πολιτικές ανάπτυξης, εργασίας, υγείας, παιδείας, μετανάστευσης, μεταρρύθμισης του κράτους κ.α. Και όλ’ αυτά μέσα σε μια μακρά και δύσκολη πορεία προς τη κοινωνική απελευθέρωση. Και στη συνέχεια: Δημόσιος διάλογος μεταξύ όλων των συνιστωσών της Αριστεράς (και της Ευρωπαϊκής) για μια τεκμηριωμένη λύση του προβλήματος των σχέσεων με την Ευρωπαϊκή Ένωση.

Αλλιώς, τυχόν αποτυχία του ΣΥΡΙΖΑ θα μας επανέφερε τον μύθο με τα δύο ενδεχόμενα: ή Αριστερά ή ακροδεξιά.

 

knafpl@hotmail.com

Άλλες απόψεις: Του Κώστα Α. Ναυπλιώτη