Το φυσικό φαινόμενο τού θανάτου και ανθρώπινη οπτική

Τρί, 07/06/2022 - 15:10

Την πάσα ελπίδα αφήστε όσοι περνάτε (Θεία Κωμωδία/Κόλαση του Δάντη) μτφ. Ν. Καζαντζάκη)

Πιστεύω πως ο φιλοσοφικός λόγος που δεν θεραπεύει κανένα ανθρώπινο πάθος δεν ωφελεί, ακριβώς όπως και η ιατρική δεν ωφελεί όταν δεν θεραπεύει τις αρρώστιες τού σώματος. Έτσι και η φιλοσοφία οφείλει να είναι πρακτική, χρήσιμη και όχι απλώς θεωρητική.

Το πρακτικό μέρος τής φιλοσοφίας βρίσκεται στο να υπηρετεί τον άνθρωπο, να του απαλύνει τα δεινά και τα βάσανα της ζωής συμβάλλοντας στην ψυχική και τη διανοητική του υγεία. Δηλαδή να τον μάθει να σκέφτεται. Αλλιώς η φιλοσοφία δεν θα είχε λόγο ύπαρξης! Ένας σημαντικός λόγος που χρειαζόμαστε τη φιλοσοφία είναι για να αποκτήσουμε την ελευθερία(1) να αντιμετωπίζουμε κάθε πηγή ανησυχίας με θετική* έννοια.

Να γνωρίζουμε όμως, πως η φιλοσοφία δεν είναι άσχετη και με τη συμπεριφορά τού ανθρώπου, και οπωσδήποτε δεν σημαίνει να λέει και κάνει κανείς “ότι θέλει”, αλλά να είμαστε υπεύθυνοι γι’ αυτό που λέμε και κάνουμε. Και ο δρόμος για την ανάδειξη τής ευθύνης δεν πρέπει να αποτελεί πηγή άγχους για την παρούσα ζωή, αλλά ούτε και να μας εμβάλλει σε ανησυχία και απομόνωση για μια φανταστική μέλλουσα ζωή που τού δημιουργούν, για να δώσει νόημα στη ζωή του.

Οι Έλληνες ξεκινούν από τη φύση και το ορατό έχοντας ως όργανο μελέτης τη λογική, γι’ αυτό και η κρίση τους είναι αντικειμενική. Δηλαδή δεν έχουν ως όργανο μελέτης τους τη φαντασία και το συναίσθημα. Προσπαθούν να δώσουν νόημα στη ζωή τους βασιζόμενοι στην παρατήρηση δηλ. στο “θεωρίης ἔνεκεν” του Ηροδότου. Με αυτή τη λογική προσπαθεί, αν όχι απαιτεί να δώσει νόημα σε μια ζωή που την υποφέρουν μόνο όσοι έχουν καταλάβει το νόημά της.

Αυτό θα συμβεί μόνο όταν ανακαλύψουμε την ουσία για να ζήσουμε τη ζωή και να αποφύγουμε το άγχος τού θανάτου. Όμως τη δραστηριότητά μας θα πρέπει να τη συσχετίσουμε με την αποδοχή τής θνητότητάς μας. Πράγμα που σημαίνει πως δεν μπορούμε να αποφύγουμε το χρέος τού θανάτου.

Γιατί δεν θα πεθάνει, μόνο όποιος δεν εγεννήθηκε. Γι’ αυτό έχουμε υποχρέωση να δώσουμε νόημα στη ζωή για να αποφύγουμε το άγχος τού θανάτου· και παράλληλα να πιστέψουμε στο πεπερασμένο και εφήμερο τής ύπαρξής μας.

Ο θάνατος λοιπόν είναι το πεπρωμένο** κάθε ανθρώπου γι’αυτό και είναι αναπόφευκτος και παντοτινός. Αυτό που πρέπει να συνειδητοποιήσει ο άνθρωπος, είναι να αποδεχτεί και να αναγνωρίσει τη θνητότητά του, όσο και αν “αρνούμενος το δάνειο τής ζωής, (δεν μπορεί) να αποφύγει το χρέος τού θανάτου”. Ίσως αυτό να μην ισχύει για κάποιους “υπερευαίσθητους θρησκευτικών μύθων”  που στρέφονται στη θρησκευτική παρηγορία η οποία περιλαμβάνει την υπόσχεση μιάς μεταθανάτιας ζωής. Ή κάποιους άλλους που αναζητούν την ευτυχία στον πλούτο στην εξουσία ακόμα και τις σαρκικές ηδονές.

Άλλωστε ακόμα και σήμερα πολλοί είναι εκείνοι που όχι μόνο ζητούν, αλλά αντλούν παρηγοριά από την θρησκευτική πίστη. Όμως, όσο και αν φαντασίωση αυτή μπορεί να ελαττώνει το άγχος του θανάτου, παράλληλα αποτελεί εμπόδιο στην αφύπνιση τού ανθρώπου. Πρέπει λοιπόν να παραδεχτούμε πως ο θάνατος είναι το ποιό μοναχικό και βέβαιο γεγονός στη ζωή του ανθρώπου καθώς είναι η ποιό τρομακτική μορφή μοναξιάς που μας αυξάνει την αγωνία για τον ερχομό του. Και ενώ είναι το μόνο και αναμφισβήτητο γεγονός που θα συμβεί στον άνθρωπο, αυτός σκέφτεται ακόμα και να προφέρει τη λέξη “θάνατος”*** προσπαθώντας να δημιουργεί δικές του πραγματικότητες που του προσφέρουν το υλικό που γεννά η θρησκεία για να βρει ανακούφιση από τα δεινά της ζωής.

Όλοι γνωρίζουν το αναπόφευκτο τού θανάτου και όλοι βλέπουμε πόσο ασήμαντοι είμαστε μπροστά στην απεραντοσύνη του κόσμου.
Είναι βέβαιο πως κανείς δεν μπορεί να πάρει μαζί του τίποτα απ’ όσα απέκτησε στον κόσμο. Θα πάρει όμως την ανάμνηση των καλών του πράξεων και την επίδρασή που άφησε πάνω στους άλλους. Αυτό ακριβώς εννοεί και ο ψαλμός τής ἐξοδίου ἀκολουθίας “αἰωνία ἡ μνήμη”. Γι’ αυτό ο άνθρωπος πρέπει να μάθει όχι μόνο πως να ζη, αλλά τί θα μείνει από τη ζωή του αυτή. Και αυτό είναι που θα νοηματοδοτήσει τις πράξεις τής ζωής τού ανθρώπου. Η δουλειά μας ωστόσο δεν είναι να δίνουμε απαντήσεις, αλλά να βρίσκουμε τον τρόπο να βοηθήσουμε τους άλλους να ‘βρουν τις δικές τους απαντήσεις.

Εκεί που μόνο μπορούμε να βοηθήσουμε τον άλλο, είναι να του δείξουμε τον δρόμο, αν όχι να ξεπεράσει, τουλάχιστο να τον προβληματίσει το άγχος τού θανάτου. Μια τέτοια βοήθεια ίσως αποδειχτεί καθοριστική για να αποφύγει κανείς το άγχος αυτό και να βελτιώσει αισθητά τη ζωή του αλλά και να ζήσει όσο γίνεται πιό ουσιαστικά και ευτυχισμένα. Σ’ αυτή τη λογική πρέπει να κινηθεί κανείς για να αποφύγει τις αυταπάτες για μια ζωή που όχι μόνο υπερβαίνει, αλλά και αγνοεί τους νόμους της φύσης. Είναι δύσκολο να αμφισβητήσει κανείς πως η θρησκευτική πίστη γαληνεύει και καταπραΰνει τους φόβους των ανθρώπων για το θάνατο.

Όμως ο δρόμος αυτός δεν οδηγεί στην επιστήμη, αλλά στον...Αβραάμ! Γιατί όσοι στέργουν (αγαπούν, δέχονται, ανέχονται, συναινούν) στον Όμηρο τον Πλάτωνα ή τον Δημοσθένη δεν ονειρεύονται ούτε και πλανώνται όπως μας λέει ο Ρωμανός ο μελωδός. Μάλλον όσοι δεν λαμβάνουν υπ’ όψη τη φύση και τη λογική, προσπαθούν να μας πείσουν πως η θάλασσα δεν είναι αλμυρή!

Να σημειώσουμε ακόμα πως την όποια υπόθεση τη χρησιμοποιούμε για να βρούμε και να αποδείξουμε το σωστό. Αν όμως δεν μπορούμε να το αποδείξουμε τότε η υπόθεση δεν έχει αξία και παραμένει υπόθεση. Και παρόλο που σέβομαι τους ανθρώπους που πιστεύουν, ωστόσο δεν συμμερίζομαι πολλές από τις απόψεις τους, γιατί δεν αποδεικνύονται. Αν όμως αυτές τους δίνουν νόημα, ανακούφιση και ηθική και νοιώθουν καλά, αυτό είναι δικό τους θέμα.

Όσο με αφορά, θα απαντήσω πως δεν χρειάζομαι την ηθική πυξίδα καμιάς θρησκείας· γιατί θεωρώ ανόητο να φύγω από το φως τής ζωής που βρίσκεται μπροστά μου... και να αναζητώ την αλήθεια στο σκοτάδι τού θανάτου. Γιατί όχι μόνο αυτό, αλλά το κάθε σκοτάδι δεν μας αφήνει να ξεχωρίσουμε τα φαινόμενα. Όπως και καμιά αλήθεια δεν μπορεί να αλωθεί με τον καθωσπρεπισμό και τη δεοντολογία.

Για τον λόγο ότι αυτή στηρίζεται στη λογική και στην επιστήμη. Έτσι λοιπόν υπάρχει ελπίδα για την ανακάλυψη τής αλήθειας, όταν κανείς αποκτήσει την ικανότητα να την ξεχωρίζει από το ψέμα.

Και αυτό θα γίνει μόνο, όπως μας λέει ο ειρωνικός Λουκιανός (125-180 μ.Χ), “όταν έχεις την ικανότητα να κρίνεις και σαν τους αργυραμοιβούς να καταλαβαίνεις ποιά είναι τα άξια και τα ανόθευτα και ποιά τα κίβδηλα. Ειδεμή  να ξέρεις πως τίποτα δεν θα εμποδίσει να σε σέρνει ο καθένας από τη μύτη ή να τρέχεις σαν το πρόβατο πίσω από το βλαστάρι που του τείνουν”.

Και αυτό θα συμβεί, γιατί ενώ είμαστε θνητοί, προσπαθούμε να δώσουμε νόημα στη ζωή μας χρησιμοποιώντας τη μεταφυσική και ψάχνουμε να βρούμε όχι μόνο το περιεχόμενο τής ζωής αλλά και την θεραπεία εκεί που μας είπαν πως υπάρχουν. Ωστόσο είναι σαφές πως το θέμα τού θανάτου δεν είναι διαδικαστικό αλλά οριστικό. Γι’ αυτό η απάντηση πρέπει να δοθεί στο “πως ζη κανείς με τον βέλτιστο δυνατό τρόπο τη ζωή του”. Και αυτό είναι: να  στηρίζεται στο ρεαλισμό χωρίς φόβο και προκαταλήψεις, στην εντιμότητα και στην αλήθεια. ,
 

(1) Το ανώτατο στην ανθρώπινη πράξη είναι η ελευθερία και η φυσική τάξη. Στην κορυφή βρίσκεται η Ανάγκη η οποία μας δείχνει την αναπόδραστη υπεροχή τής φύσης. Αυτή ήταν η αρχαία Αδράστεια και κατά τον Πλάτωνα ήταν μητέρα των θεών. Είναι ακαταμάχητη, αναπότρεπτη και αναπόφευκτη στην οποία και οι θεοί υποχωρούν δηλ. δεν μπορούν να την πολεμήσουν.

* Αυτή η “θετική ενέργεια” σήμερα θεωρώ πως έχει άμεση σχέση με την με την επιπολαιότητα. Δηλαδή χωρίς να ερευνούμε τις βαθύτερες αιτίες, δείχνουμε αδιαφορία ή παραδεχόμαστε όσα λέγονται ανεξέλεγκτα και...άλλα λόγια ν’ αγαπιόμαστε.
Ωστόσο ζητούμενο παραμένει αν η “θετική σκέψη” δίδει σωστές ερμηνείες και έχει απτά αποτελέσματα στην καθημερινότητά μας, αφού μπορεί να μας οδηγήσει στην αδιαφορία.

Το να σκέφτεται όμως κανείς “ρεαλιστικά αισιόδοξα” ίσως αυτό είναι το πρέπον για να αποφύγει τα αποτελέσματα που θα έχουν οι αρνητικές σκέψεις στην υγεία του. Εκτός και αν ο ρεαλισμός σε αποτρέπει από την αισιοδοξία.
 

** Πεπρωμένο (το) = γραφτό, μοιραίο, προκαθορισμένο. Έχει σχέση με τη μοίρα ⵦ μοίρομαι, τύχη,  σχετ. μοιράζω, μερίζω, διαμοιράζω, μοιραίνω, μοιραίος κ.α
Να σημειώσουμε εδώ πως και η λέξη κισμέτ (λαϊκά κισμέτι) που ερμηνεύεται ως μοίρα, πεπρωμένο είναι ελληνική και προέρχεται από το ρ. εἴσκειμαι = είμαι τεθειμένος εντός, βρίσκομαι μέσα, ἔγκειμαι βλ. λξκ των ρημάτων της Αττικής πεζογραφίας Γ. Ν. Παπανικολάου εκδ. Παπαδήμα Αθ. 1988 & Έλλην Λόγος / πως η Ελληνική γονιμοποίησε τον παγκόσμιο λόγο εκδ. Γεωργιάδης Αθ. 2003
 

*** Eνώ το μόνο βέβαιο δηλ. η μοναδική αλήθεια στη ζωή είναι ο θάνατος, εντούτοις όπως άλλες αλήθειες εμπνέει φόβο και ανησυχία. Αυτό σημαίνει ότι η αλήθεια είναι σχετική και στηρίζεται στην κρίση – αξιολόγηση αυτού που κρίνει δηλ. στο πως την αντιλαμβάνεται αυτός που την επικαλείται. Θεωρώ πως τα παραδείγματα στην εποχή μας είναι πολλά. Ωστόσο είναι δύσκολο να τα αναλύσει κανείς στο πλαίσιο ενός σημειώματος.

Άλλες απόψεις: Του Κ. Α. Ναυπλιώτη