Ο έρως πέραν της Αφροδίτης

Παρ, 01/06/2018 - 20:10

Ποιός δεν γνωρίζει τη φράση - ύμνο στον Έρωτα στην Αντιγόνη του Σοφοκλή, που μας λέει (στ. 781) για το ακατανίκητό Του, αρχίζοντας τον επινίκιον τούτον παιάνα  με το «Έρως ανίκατε μάχαν» ο οποίος  εκφράζει το ερωτικό παράλληλα με το πολεμικό στοιχείο. Όντως ο ύμνος αυτός μας θυμίζει τη δύναμη αλλά και τη δυναμική τού Έρωτα, όχι μόνο με την τετριμμένη έννοια τού  φλογισμένου και λυσιμελή, αλλά κυρίως τη σύνδεσή του με τον λόγο και επομένως με την πλευρά τού λογικώς διαλέγεσθε, η οποία ως εκ τούτου απέχει από το προστακτικό «γεννηθήτω», γιατί αυτός είναι κυρίαρχος χωρίς να προστάζει.

Ο Έρως στην περίπτωσή μας σχηματοποιεί τον ορθολογισμό, και γι’ αυτό δεν ορίζει ούτε και επικρατεί, αλλά σημαίνει, εμπεριέχοντας ουσιαστικά την κίνηση τής διαλεκτικής.

Στην ουσία του ο Έρωτας είναι μια κίνηση αμοιβαιότητας, και για να υπάρξει χρειάζεται επιθυμία για «κοινό έδαφος». Πράγμα που μπορεί να βρεθεί εν προκειμένω με τη συνάντηση αλλά και την προσπάθεια κατανόησης και λιγότερο με τη λογική επιχειρηματολογία. Ιδιαίτερα όταν αυτά δεν καταφέρνουν να άρουν τους φραγμούς και να διευκολύνουν την επικοινωνία. Γι’ αυτό και ο υπουργός των οικονομικών συνεχώς επικαλείται τη «λογική συζήτηση» που θα διευκολύνει την επικοινωνία. Όμως, στην επικοινωνία δεν επιδιώκουμε την ταυτοσημία αλλά τη «γέφυρα» που θα γεφυρώσει τις διαφορές. Εδώ δεν χρειάζεται αναμέτρηση «δεν τίθεται θέμα μονομαχίας…δεν υπάρχει αφήγημα φαρ ουέστ» γιατί μια τέτοια προοπτική δεν θεραπεύει αλλά σκοτώνει.

Γίνεται φανερό πως εδώ δεν έχει θέση η μοναξιά, ακριβώς γιατί έχει ουσία το «διαλέγεσθαι» που ως προέκταση σημαίνει πολλά. Από γυναίκες μέχρι τα λεφτά την πατρίδα και τον λαό της, αυτόν που ως δημιουργός του λόγου ως λογικής είχε πάντοτε στο μυαλό του την ποιότητα, ασχέτως αν δεν την απολάμβανε, γιατί γνώριζε ότι κάποιοι την πυροβολούσαν ματώνοντάς τον. Όμως ο πραγματικός εραστής τού λόγου δεν επιδιώκει θυσίες με αίμα, γιατί διαλεγόμενος επικοινωνεί ουσιαστικά χωρίς να έχει στο μυαλό του τη σύγκρουση, αλλά τη διαλεκτική τού έρωτά του.  Γιατί η διαλεκτική είναι αντίθετη με την επιβολή της δύναμης, τής όποιας δύναμης που βρίσκεται μακριά από το συν-ομιλείν, μια και γνωρίζει πολύ καλά πως, τον εκ γενετής αυτόν έρωτα τον έχει πληρώσει ακριβά μα…πολύ ακριβά. Όμως έτσι τον έμαθαν και έτσι ένοιωθε από γεννησιμιού του! ακόμα και όταν έτρωγε ένα κομμάτι ψωμί κι ελιές, είχε μέσα του μεγαλείο, ριψοκινδυνεύοντας επιπλέον να το χάσει και αυτό, αρκεί να είναι ελεύθερος.  Εδώ, ο πραγματικά ερωτευμένος σημαίνει πως είναι κι ελεύθερος γιατί αντιλαμβάνεται τη ζωή σαν ελευθερία. Ελευθερία που δεν την βρίσκει κανείς μέσα στις συνεδριάσεις και τις τυπικές χειραψίες, ούτε και στις σχέσεις με απόμακρους και ανέραστους εταίρους, που υπαγορεύουν στους Έλληνες έναν παράλογο βίο μια και η ετερότητά τους δεν δημιουργεί αγνή ερωτική και γι’ αυτό ουσιαστική σχέση, αλλά τους προκαλεί τρόμο γιατί δεν νοιώθουν το ερωτικό διαλέγεσθαι, παρά μόνο ως επιβολή σ’ αυτόν που ως ερωτευμένος της λογικής δεν νοιώθει την ανάγκη να πείθει απόλυτα, σεβόμενος τις απόψεις και τα επιχειρήματα των άλλων, καθ’ όσον γνωρίζει πως δεν υπάρχει μια αλήθεια αλλά πολλαπλές. Και γι’ αυτό δεν προσπαθεί να εκβιάσει παρά μόνο να ζητήσει την αμοιβαιότητα ως θεραπευτική λογική.

Έτσι στην περίπτωσή μας η θεραπεία ως εκδοχή είναι εντός της λογικής αυτής, γιατί (προς το παρόν) αποτρέπει, ή και επιζητεί να αποτρέψει την καταστροφή και τις συνέπειές της, όχι μόνο για τους Έλληνες Ευρωπαίους αλλά και για τους… πραγματικούς Ευρωπαίους.

 

                                                       

Άλλες απόψεις: Του Κ. Α. Ναυπλιώτη