Αγάπιος και λιμπινάρι

Δευ, 19/06/2023 - 09:36
Αγάπιος και λιμπινάρια

Μου τον θύμισε πρόσφατα η αγαπητή Ρούλα Επιτροπάκη (του Γιώργη) και συγκινήθηκα γιατί θυμήθηκα τον συγχωρεμένο τον κυρ Αγάπιο (Αργυράκη) αλλά και το καλαθάκι του και τα λιμπινάρια του. Αξίζει να κάνουμε μια βουτιά στο χτες!

«Όσοι έχουν μεγαλώσει στα Θυμιανά, μπορεί να θυμούνται τον κυρ Αγάπιο, με την τραγιάσκα του, το καλαθάκι του περασμένο στον αγκώνα και τη σκυφτή από τα χρόνια και την ταλαιπωρία της ζωής, πλάτη του. Περνούσε κάθε απόγευμα και πουλούσε την πραμάτεια του. Στραγάλια, φιστίκια, πασατέμπο και από τη Σαρακοστή μέχρι το καλοκαίρι τα αγαπημένα λιμπινάρια.

Από μακριά άκουγα τη φωνή του. Φιστίκιαα.... στραγάλιαααα και λιμπινάαααααρι φρέσκο. Άφηνα τους υπόλοιπους, έτρεχα στο σπίτι -με κίνδυνο να με βουτήξει η μάννα- έπαιρνα το πλαστικό πιατάκι μου και κρεμασμένη στα κάγκελα της αυλής περίμενα να τον δω από τη γωνιά του δρόμου να ανεβαίνει σκυφτός.

«Καλώς την, πόσα να σου βάλω;». Με είχε μάθει πια ότι μόνο λιμπινάρια ήθελα.

Έβγαζε το ποτηράκι του από το καλάθι και το γέμιζε με τον κίτρινο θησαυρό που μοσχοβολούσε θάλασσα.

Όταν το χαρτζιλίκι μου το επέτρεπε του απαντούσα "τρία ποτηράκια" με μια περηφάνια λες και είχα κάνει σπουδαίο κατόρθωμα. Το παιχνίδι δεν είχε σημασία πια. Καθισμένη στα σκαλοπάτια της βεράντας άρχιζε το τελετουργικό. Πρώτα έφερνα το πιάτο στη μύτη να γεμίσει από τη μυρωδιά της θάλασσας, τα έβαζα στην μια άκρη του πιάτου, έτριβα με τα δάχτυλα την διάφανη φλούδα να βγαίνει εύκολα και τα έβαζα στη σειρά στην άλλη άκρη, για να τα απολαύσω.

Τα χρόνια πέρασαν ο κυρ-Αγάπιος έφυγε από τη ζωή και μαζί του η αξέχαστη γεύση τους. Μαγαζάκια με διάφορα ψιλικά άνοιγαν κι έκλειναν στο χωριό, οι ιδιοκτήτες τους έφτιαχναν λιμπινάρια την περίοδο της Σαρακοστής, αλλά εκείνη τη γεύση δεν την ξαναβρήκα.

Οι αναμνήσεις των παιδικών μου χρόνων είναι συνδεδεμένες με μυρωδιές και γεύσεις που έχουν καθορίσει τι μου αρέσει και τι τρώω. Έτσι αποφάσισα αυτό που δεν βρίσκω να το φτιάξω μόνη μου.

Όλα τα στενά της πόλης γύρισα, σε όλα τα μικρά παντοπωλεία, μπαχαράδικα, καφεκοπτεία, ακόμα και καταστήματα ντελικατέσεν μπήκα, ζητώντας λούπινα, άλλοι δεν είχαν, άλλοι δεν τα ήξεραν και άλλοι μου έδιναν φούλια (είδος μικρού κουκιού). Περνώντας από το Βαρβάσι σταμάτησα στο κατάστημα "Το κουκί και το Ρεβύθι". Ρώτησα διστακτικά την πωλήτρια αν έχουν λούπινα και η καταφατική της απάντηση μου έφερε ένα χαμόγελο στα χείλη μου.

Η φίλη Αγγελική Αλεξίου μου έδωσε οδηγίες πώς να φτιάξω τα λούπινα και την ευχαριστώ πολύ. Τώρα θα μείνουν δύο μέρες στο θαλασσινό νερό και μετά σκέφτομαι να θυμηθώ ξανά τα παιδικά μου χρόνια».

Του Δημήτρη Φρεζούλη

Σχετικά Άρθρα