
Ήταν τη δεκαετία του ‘60 και ακολούθησαν και εκείνες του ’70 και του ’80 όταν τα τάπερ μπήκαν στη ζωή μας ή για να είμαι πιο σωστός στη ζωή των γυναικών. Και μάλιστα θεωρήθηκε και επανάσταση στην αποθήκευση φαγητών και πολλών άλλων. Και βέβαια ήταν απόλυτα εξυπηρετικά με αποτέλεσμα να μην υπάρχει σπίτι χωρίς να έχει στην κουζίνα του έστω και ένα μικρό τάπερ. Τα οποία δεν «κατοικούσαν» μόνο στην κουζίνα αλλά και έξω από το σπίτι. Τα ταπεράκια μας συνόδευαν στην εξοχή, στις παραλίες, στις εκδρομές, στα ταξίδια μας με τα βαπόρια. Το τι κεφτεδάκια και άλλα σνακ φιλοξένησαν ήταν το κάτι άλλο. Και χρησιμοποιούνται ακόμα.
Και όπως κάθε τι καινούργιο έπρεπε να διαφημιστεί και προβληθεί για να γίνει γνωστό. Έτσι αντιπρόσωποι της εταιρείας που τα διακινούσε έρχονταν σε επαφή με διάφορες νοικοκυρές, τόσο στην πόλη όσο και στα χωριά, για να γίνουν επιδείξεις των διαφόρων ειδών στα σπίτια τους. Με το αζημίωτο φυσικά, καθώς έπαιρναν και τα δωράκια τους. Και οι νοικοκυρές αυτές τι έκαναν; Φρόντιζαν να καλέσουν στα σπίτια τους άλλες γυναίκες, φιλενάδες ή γνωστές, στις οποίες η αντιπρόσωπος «σύστηνε» τα προϊόντα της.
Η τάπερ, λοιπόν, έγραψε κι αυτή τη δική της ιστορία, αλλά μετά από 77 χρόνια υπέβαλε αίτηση χρεοκοπίας. Οι πωλήσεις μειώνονταν συνέχεια εδώ και μια δεκαετία. Στην Ελλάδα, η εταιρεία λειτουργούσε εργοστάσιο από το 1967 στη Θήβα, στο οποίο έβαλε λουκέτο το 2023.
Η Tupperware ιδρύθηκε το 1946 από τον Earl Tupper, ο οποίος κατοχύρωσε με δίπλωμα ευρεσιτεχνίας την εύκαμπτη αεροστεγή σφράγιση των δοχείων της από πλαστικό, σημαντική καινοτομία για να διατηρούνται τα τρόφιμα φρέσκα. Ιδέα ανεκτίμητη, όταν τα ψυγεία ήταν ακόμα πολύ ακριβά για πολλές οικογένειες. Τα τάπερ έδωσαν τη δυνατότητα να γεμίζει το ψυγείο και το ντουλάπι με φρέσκα, αναλλοίωτα τρόφιμα.
Όπως συμβαίνει με τόσα πολλά στη ζωή, οι στρατηγικές που έκαναν την Tupperware επιτυχημένη τον 20ό αιώνα, δυσκόλεψαν επίσης την εταιρεία να προσαρμοστεί στον 21ο αιώνα.
Πάντως σε πολλές κουζίνες θα υπάρχουν ακόμα και σήμερα τάπερ, αλλά κάποια θα μένουν αχρησιμοποίητα και παραπονεμένα. Κάποτε όμως εξυπηρετούσαν απόλυτα.
Του Δημήτρη Φρεζούλη






































