
Σαν όνειρο σήμερα έρχεται στις θύμησες των Καμπούσων: πρωί 26 Οκτωβρίου, του Αγίου Δημητρίου, στην αυλή του καμπούσικου αρχοντικού συζητούν οι εργάτες περιμένοντας εντολές από το αφεντικό για το μάζεμα των μανταρινιών. Στα πρώτα δέντρα ακουμπισμένες πρόχειρα οι σκάλες και οι κόφες, ντυμένες με λινάτσα και τους γάντζους (κατσούνες).
Ξαφνικά ανοίγει η αυλόπορτα και προβάλει ο κυρ Παντελής που ήταν στην εκκλησιά:
- Καλημέρα παιδιά! Και του χρόνου του Άι Δημήτρη του καβαλάρη του Φθινοπώρου με το κόκκινο άλογο.
- Καλημέρα αφεντικό. Πού πάμε;
- Στο μέσα κομμάτι, πέρα από τα κανάλια, που έχει γινωμένα. Κόβουμε λαχανί, δεκαέξι πόντους και πάνω.
Οι εργάτες παίρνουν τις σκάλες και από μια κόφα και χάνονται κάτω από τις μανταρινιές. Ο κυρ Παντελής ανεβαίνει να αλλάξει ρούχα. Σε λίγο φαίνεται το λεβεντόπαιδο ο Γιωργής, είναι με δυο κόφες στον ώμο γεμάτες μανταρίνια, δεμένες μεταξύ τους, μια μπρος και μια πίσω σαν δισάκι. Είναι ο φοραντζής (μεταφορέας, από το περιβόλι στην αποθήκη).
Κατευθύνεται στην αποθήκη και τα αδειάζει μπροστά στο διαλεχτή
(άνθρωπος σταλμένος από το συνεταιρισμό) που κάνει διαλογή.
Στο δρόμο το κάρο, με τον ψαρή να προσπαθεί να φάει αγριόχορτα από το χαντάκι, όσο ο αγωγιάτης περιμένει να γεμίσει τα οχτώ κοφίνια (μεγάλες κόφες), μια αραμπαδιά όπως έλεγαν, να τα φορτώσει στο κάρο και να ξεκινήσει για την αποθήκη του συνεταιρισμού στην πόλη.
Εκεί τα μανταρίνια θα μπουν σε κασάκια και θα ξεκινήσουν για τις αγορές της Ρωσίας και των Βαλκανίων. Αυτό θα συνεχιστεί για μέρες μέχρι να μαζευτούν όλα, πολύ πριν τα Χριστούγεννα.
“Τα μανταρίνια δεν αντέχουν να ακούσουν το τουμπί” (κάλαντα). ‘λεγαν.
Μην περιμένετε να δείτε τέτοια σκηνικά σήμερα. Ούτε εγώ δεν τα πρόλαβα. Τα έγραψα με την φαντασία μου βασισμένος σε διηγήσεις παππούδων που ζήσαν πριν το 1950.
Σήμερα το εμπόριο με τις χώρες των Βαλκανίων σταμάτησε όταν οι χώρες αυτές θέλησαν να αγοράζουν με ανταλλαγή προϊόντων αλλά οι κυβερνήσεις μας δεμένες στο ΝΑΤΟ αρνήθηκαν.
Οι μανταρινιές μένουν απεριποίητες και τα μανταρίνια απούλητα.
Επιπλέον το κράτος με αναλγησία φορολογεί τα περιβόλια σαν οικόπεδα. Έτσι πολλά κτήματα εγκαταλείπονται από τους παλιούς παραγωγούς και μερικά πουλήθηκαν σε πλούσιους που επισκευάζουν τους παλιούς πύργους και τα έχουν εξοχικά.
*ΑΠΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΟΥ Γ. ΠΑΪΔΟΥΣΗ «ΦΛΟΥΡΙΕΣ ΟΙ ΠΟΡΤΟΚΑΛΙΕΣ ΤΟΥ ΚΑΜΠΟΥ ΚΑΙ ΟΙ ΚΑΜΠΟΥΣΟΙ»

































