
Το τελευταίο που θα περίμενα να μάθω για τον Κώστα Μαρδά, γνωρίζοντάς τον ως μάχιμο δημοσιογράφο της πρώτης γραμμής και στρατηγικό αναλυτή, είναι πως είναι ποιητής! Και μάλιστα ποιητής που συνδυάζει εκτός από ευαισθησία – απαραίτητο συστατικό ψυχοσύνθεσης ενός υπηρέτη του ποιητικού λόγου – άριστη δεξιοτεχνία, ένας αυθεντικός προσκυνητής των λέξεων, τονικότητα και εκείνη την έξοχη ευρηματική του ικανότητα να ξαφνιάζει τον αναγνώστη στο τέλος κάθε κύκλου με ένα δίστιχο, έναν συμπυκνωμένο πυρήνα της σκέψης του. Αυτό το δίστιχο, που μοιάζει με λεπίδι στην υποκρισία μας, είναι όλα τα λεφτά! Έχω τη γνώμη πως αν τα συγκεντρώναμε και τα αποστηθίζαμε κάνοντάς τα πράξη, θα γινόμασταν όλοι αληθινοί άνθρωποι.
Τι άλλο έχει η ποίηση του Κώστα; Έχει Ιστορία! Γιατί είναι ωραίο η Κλειώ να χορεύει με την Ερατώ. Το αίμα και ο θάνατος γίνονται λιγότερο οδυνηρά σαν μεσολαβήσει η Μνήμη, η αρχαιότερη απ’ όλες μούσα των Ελλήνων. « Ευπρόσδεκτος ο Θάνατος, φτάνει να μην πονέσω», γράφει κι ο Θάνατος με κεφαλαίο τον απασχολεί πολύ. Όχι, όπως τον Λαπαθιώτη, το αντίθετο: Ο Κώστα Μαρδάς τον αντιμετωπίζει ως φίλο, όχι ως εχθρό. «Καλύτερα ο Θάνατος παρά η υπουλία» γράφει σε άλλη σελίδα.
Ο Κώστας είναι πατριώτης και το έχει αποδείξει με ό,τι έχει καταπιαστεί ως δημοσιογράφος και συγγραφέας. Η ποίηση θα του ξέφευγε; Αδύνατον!
Η Κύπρος: «Σώμα με διχοτόμηση σαν ζήτημα της Κύπρου», «Το Σώμα Άγγελμα του Τάσσου Παπαδόπουλου».
Ο κλήρος: «Δε νιώθω τη μεταλαβιά σε πληρωμένα χέρια., «Αν τον δείτε να έρχεται με ΚΤΕΛ, ο Χριστός θα είναι! Αν τον δείτε να έρχεται με λιμουζίνα, Αρχιεπίσκοπος θα ΄ναι και όλο του το σόι».
Η αλαζονεία του χρήματος: «Καθυστέρησε ο Σεβασμιώτατος στον Όρθρο. Το προηγούμενο βράδι είχε ένα γεύμα βαρύ με εφοπλιστές που ζήτησαν να μάθουν πόσο κοστίζει μια αθανασία αλλά τους φάνηκαν πολλά…».
Το έλεος στον αντίπαλο: «Φίλα στο στόμα τον εχθρό, να τον κατανικήσεις».
Η εθνική προδοσία: «Οι σεσηπότες αρχηγοί δεν ξέρουν να πεθάνουν».
Η αγάπη στην πατρίδα: «Πατρίδα μας οι νίκες μας και οι γενναίες ήττες».
«Βαθιά μέσα στο σώμα σου ο Εθνικός μας Ύμνος».
«‘Ικαροι Εθνομάρτυρες πάνω κι απ’ τους Αγίους».
Η κοινωνία: «Σφαίρες να κλέβεις του εχθρού, μα όχι το ψωμί του».
Ο ίδιος διερωτάται: «Γράφω για ν’ αποκαλυφθώ ή για να τ’ αποκρύψω;» Αργά το σκέφτηκες, Κώστα! Αποκαλύφθηκες κομίζοντας -για να το πω με λόγια σου- μια θλίψη ευγενείας στον κόσμο μας, ντύνοντάς τη με χρώμα μωβ.
Πώς να στο πω αλλιώς; Αν δεν ζούσαμε βουτηγμένοι στα κυκλώματα, πολλοί ευποιήσαντες θα χλώμιαζαν μπροστά σου.
Μη σταματάς να γράφεις, στο ζητώ ταπεινά…








































