Το κουμάντο (τι υπέροχη λέξη) που κάνουν οι χιώτες καπεταναίοι στα καράβια που κυβερνούν γι’ αυτό και έμειναν στην ιστορία της ναυτοσύνης ως ένδοξοι, θαύμασε ο επικεφαλής της Πρωτοβουλίας και το συνέδεσε με το κουμάντο που χρειάζεται και ο Δήμος της Χίου για να προχωρήσει σαν καλοκυβερνημένο καράβι.
Ναι, είναι αλήθεια, με έχει συνεπάρει ο ενθουσιασμός και δε θέλω να το κρύψω, καθώς στις δύσκολες ημέρες που περνάμε, το να νιώθεις έτσι είναι ευλογία.
Κάθε φορά που ακούω το Μανώλη Βουρνού να μιλάει, όλο και περισσότερο βεβαιώνομαι πως είναι ο κατάλληλος άνθρωπος να αναλάβει τα ηνία του Δήμου μας που έχει βαλτώσει μέσα στα θολά νερά της ύπαρξής του.
Δεν τον έχω «συλλάβει» ούτε μία φορά να λέει λόγια μεγάλα και ανέφικτα. Το έχω ξαναπεί, έχω πια την ηλικία να καταλαβαίνω τι μπορεί να γίνει και τι όχι. Δεν είμαι χθεσινή, ούτε ουρανοκατέβατη, για να μην γνωρίζω πως ως δια μαγείας δε θα γίνει τίποτα, πως χρειάζεται μεγάλος κόπος, και κάποιες φορές βαθιά περάσματα δια πυρός και σιδήρου, για να αλλάξουν πράγματα.
Αλλά είναι αποφασισμένος.
Κι όλοι εμείς που τον ακολουθήσαμε.
Την Παρασκευή το βράδυ στην ΠΕΚΕΒ η συζήτηση όπως ήταν φυσικό, εστιάστηκε κυρίως στα θέματα των ναυτικών μας.
Γι’ αυτό και τον ενθουσιασμό διαδέχτηκαν άλλα νοσταλγικά και λυπητερά συναισθήματα. Θυμήθηκα τα πρώτα μου και μετέπειτα χρόνια στη δημοσιογραφία, όταν συχνά – πυκνά μου δινόταν αφορμές να κουβεντιάζω μαζί με ναυτικούς μας, είτε στο περιθώριο συνεντεύξεων, είτε στην πλατεία που μαζεύονταν για καφέ, είτε αργότερα στη λέσχη που δημιούργησαν οι αξιωματικοί του κλάδου, και να κρέμομαι από τα χείλη τους ακούγοντας θαλασσινές ιστορίες γραμμένες με τον ιδρώτα και το αίμα τους, που τις διηγούνταν με τη μαστοριά του Καββαδία.
Θυμήθηκα τότε που αγέρωχοι, με την ελευθερία του νου που αποκτιέται στη θάλασσα και με τη δίκαιη ανταμοιβή των κόπων τους, απολάμβαναν το ξέμπαρκο ή τη σύνταξη με ασφάλεια, και τροφοδοτούσαν πλουσιοπάροχα τη χιακή οικονομία.
Τίποτα πια δεν είναι το ίδιο.
Οι δοξασμένοι χιώτες θαλασσινοί, οι άλλοτε μεγαλονοικοκυραίοι δεν διηγούνται πια ιστορίες με… γοργόνες λιμανιών και δράκους της θάλασσας, παρά μόνο ιστορίες με δράκους της στεριάς, αυτούς που ρούφηξαν το αίμα του Οίκου Ναύτη και τον άφησαν κουφάρι στο κέντρο της πόλης μας.
Είδα τη θλίψη στα μάτια τους πολλές φορές τον τελευταίο καιρό, την πρόσεξα κι εκείνο το βράδυ, όταν μιλούσαν για την κατάρρευση του ασφαλιστικού τους φορέα που οι ίδιοι έστησαν με χρόνια ατέλειωτα σκληρής δουλειάς και οικογενειακής στέρησης. Για την κατάργηση των συλλογικών τους συμβάσεων και την υπαγωγή τους στο υπουργείο εργασίας σαν τον τελευταίο μεροκαματιάρη που γυρίζει το βράδυ στο σπιτικό του και ξεκουράζεται στην αγκαλιά των παιδιών και της γυναίκας του, που δεν έχει να παλέψει με κύματα θεριά, εκεί όπου έχει μόνο μια επιλογή: να βγει νικητής. Αλλιώς δεν ξαναβλέπει τ’ αγαπημένα του πρόσωπα.
Δεν μπορεί να λάβει άμεσα μέτρα για τα προβλήματα των ναυτικών ο Δήμος Χίου, μόνο έμμεσα κι επικουρικά μπορεί να σταθεί δίπλα τους, όπως να καλύψει τα προσωρινά κενά ιατρών, να διεκδικήσει τη μετατροπή του Ο.Ν. σε κέντρο πρωτοβάθμιας περίθαλψης…
Μπορεί όμως να κάνει κάτι άλλο και γι’ αυτό δεσμεύτηκε ο επικεφαλής της Πρωτοβουλίας για τη Χίο, Μανώλης Βουρνούς.
Να κυβερνήσει με κουμάντο, όπως πρέπει κι όπως αξίζει στους Χιώτες, το καράβι που λέγεται Δήμος Χίου.