
Μέρες Μίκη Θεοδωράκη ήταν αυτές που διανύσαμε τη βδομάδα που τελειώνει και αναρωτιέμαι εμείς, οι πιο παλιοί τουλάχιστον, πώς θα διαμορφωνόμασταν και ως χαρακτήρες και ως πολιτικά όντα αν δεν υπήρχε ο μεγάλος αυτός συνθέτης. Αλήθεια, σκεφτήκαμε ποτέ, πόσα χρωστάμε στον Μίκη Θεοδωράκη; Πόσα πολλά ήταν εκείνα που μας έδωσε απλόχερα και μας γαλούχησαν μουσικά, ποιητικά και πολιτικά;
Νομίζω ότι είναι αδύνατο να μετρήσουμε την έκταση αυτής της μεγαλόψυχης προσφοράς. Είναι από τα μεγέθη που δεν μετριούνται και δεν έχουν και τελειωμό. Θα έλεγα ότι πρέπει να θεωρούμε τους εαυτούς μας πολύ τυχερούς που μεγαλώσαμε την εποχή που μεγαλουργούσε ο Θεοδωράκης. Πορευτήκαμε νοερά μαζί του πιασμένοι χέρι με χέρι. Αποτελούσε την αδρεναλίνη που μας κρατούσε συνέχεια σε εγρήγορση. Ήταν η αιτία να αντιληφθούμε πολύ νωρίς το νόημα της Αντίστασης σε κάθε τι άδικο. Σε κάθε τι που υποβάθμιζε το νόημα της ελευθερίας και της προσωπικότητάς μας. Και με το τραγούδι του στα χείλη να προχωράμε μπροστά.
Ποιος από εμάς δεν τραγούδησε τα τραγούδια του Μίκη; Ποιος δεν συγκινήθηκε; Ποιος δεν απογειώθηκε; Ποιος δεν συγκλονίστηκε; Ποιος δεν έσφιξε τη γροθιά του;
Χρωστάμε ένα μεγάλο ευχαριστώ στον Μίκη Θεοδωράκη αλλά συγχρόνως και ευγνωμοσύνη. Ήταν ο άνθρωπος που με τη μουσική και τα τραγούδια του, απλά και κατανοητά, ήταν η αφορμή να μην πάρουμε τη ζωή μας λάθος. Ήταν η αιτία να δούμε τον κόσμο στην πραγματική του διάσταση. Να αγωνιστούμε και να παλέψουμε την αδικία, το φασισμό, την εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο. Να ονειρευτούμε ένα καλύτερο και πιο δίκαιο αύριο.
Του Δημήτρη Φρεζούλη







































