
"Ο Σύλλογος Ελλήνων Γεωλόγων θεωρεί ότι η απόφαση του ΥΠΕΝ να προχωρήσει σε διαγωνισμό για την εκμίσθωση αρχικά του δικαιώματος έρευνας για αντιμόνιο στη Βόρειο Χίο, μια περιοχή στην οποία και στο παρελθόν είχε πραγματοποιηθεί σχετική εξόρυξη, είναι σε θετική κατεύθυνση."
Στο παραπάνω καταλήγει σε δελτίο Τύπου που εξέδωσε ο συγκεκριμένος σύλλογος δηλώνοντας ότι υποστηρίζει "πρωτοβουλίες αξιοποίησης των ορυκτών πρώτων υλών, στη βάση εφαρμογής των σχετικών αρχών και όρων που διασφαλίζουν την εδραίωση αναπτυξιακής βιωσιμότητας, που σημαίνει ότι στην εκτίμηση της οικονομικής διάστασης συμπεριλαμβάνονται πάντα ο σεβασμός και η τήρηση των κοινωνικών και περιβαλλοντικών αξιών της κάθε περιοχής".
Ακολουθεί αναλυτικά το δελτίο Τύπου:
"Η Έρευνα και η Εκμετάλλευση των Ορυκτών Πρώτων Υλών (ΟΠΥ) της Χώρας αποτελούν για το Σ.Ε.Γ διαχρονικά μια σημαντική προτεραιότητα, καθώς αποτελούν σημαντικό αντικείμενο του έργου των γεωλόγων αλλά και δυναμικό συγκριτικό πλεονέκτημα για την βιώσιμη ανάπτυξη της Χώρας.
Θεωρούμε επίσης ότι οι γεωλόγοι είναι ο κατεξοχήν κλάδος που έχει την επιστημονική γνώση, την μεθοδολογική ικανότητα και την επαγγελματική κατάρτιση για να συμβάλλει στην υλοποίηση της κοιτασματολογικής έρευνας, στην κατεύθυνση ορθολογικής αξιοποίησης και βιώσιμης εκμετάλλευσης των ΟΠΥ, μέσα από τη ελαχιστοποίηση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων στην διάρκεια ζωής του μεταλλευτικού κύκλου, αλλά και την αποκατάσταση του χώρου μετά τη λήξη των εξορυκτικών και άλλων σχετικών εργασιών.
Επισημαίνουμε επίσης, ως αυτονόητο, ότι η υλοποίηση δραστηριοτήτων εκμετάλλευσης ΟΠΥ πρέπει να ακολουθεί την ευρωπαϊκή πρακτική της “επένδυσης κοινωνικού χαρακτήρα” (2014/C 458/03), σύμφωνα με την οποία θα πρέπει η παραγωγική αξιοποίηση και λειτουργία ενός μελλοντικού μεταλλείου να είναι βιώσιμη, λαμβάνοντας υπόψη οικονομικούς, κοινωνικούς και περιβαλλοντικούς παράγοντες. Οι παράγοντες αυτοί άλλωστε μαζί με τον βαθμό εμπιστοσύνης στα γεωλογικά δεδομένα και τη βιωσιμότητα του έργου αποτελούν τους βασικούς άξονες στο σύστημα κοιτασματολογικής αξιολόγησης Ορυκτών Πρώτων Υλών, των Ηνωμένων Εθνών (United Nations Framework Classification for Resources, UNFC), η εφαρμογή του οποίου επιβάλλεται σε κάθε έργο που προβλέπεται να πραγματοποιηθεί στην Ευρώπη.
Επομένως παράλληλα με τις έρευνες που πραγματοποιούνται για την τεχνικοοικονομική αξιολόγηση μιας ΟΠΥ, θα πρέπει να πραγματοποιείται εκτεταμένη διαβούλευση με τις τοπικές κοινωνίες, ώστε οι απόψεις και οι προτάσεις των άμεσα ενδιαφερόμενων κοινοτήτων να λαμβάνονται υπόψη στον σχεδιασμό κάθε προτεινόμενου έργου. Η διαδικασία διαβούλευσης πρέπει να είναι διαφανής, ουσιαστική και αντικειμενική, στη βάση κυρίως των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών των περιοχών όπου σχεδιάζονται οι παρεμβάσεις, με τις απόψεις των τοπικών κοινωνιών, να μην αποτελούν πρόσχημα για την αέναη αναβολή αποφάσεων, ούτε να δαιμονοποιούν και να απορρίπτουν εκ των προτέρων κάθε προτεινόμενο έργο εκμετάλλευσης.
Η υλοποίηση των έργων εκμετάλλευσης εννοείται ότι θα πρέπει να προχωρά μόνο εφόσον ισχύουν και οι τρεις προαναφερόμενοι πυλώνες που διασφαλίζουν την βιώσιμη εκμετάλλευση ενός κοιτάσματος.
Στη χώρα μας έχουν πραγματοποιηθεί ήδη από δεκαετίες εθνικά και ευρωπαϊκά έργα κοιτασματολογικής έρευνας σε διάφορες περιοχές από το ΙΓΜΕ (πλέον ΕΑΓΜΕ), που σε πολλές περιπτώσεις παρέχουν σημαντικά δεδομένα οικονομικής γεωλογίας που μπορούν να συμβάλλουν σε ένα ευρύτερο σχεδιασμό, σχετικά με την περαιτέρω αναπτυξιακή προοπτική των εγχώριων ΟΠΥ. Στα τέλη του 2014 ολοκληρώθηκε μια καθόλα τεκμηριωμένη απογραφή και αξιολόγηση πάνω από 100 δημόσιων μεταλλευτικών χώρων (αποτέλεσμα συνεργασίας του τότε ΥΠΕΚΑ & ΙΓΜΕ), που κατέληξε «εν μέρει» στον καθορισμό περιοχών με χαρακτηριστικά κοιτασματολογικής ωριμότητας, όπου το Δημόσιο μπορεί να προχωρήσει σε διαγωνιστικές διαδικασίες εκχώρησης δικαιωμάτων έρευνας & εκμετάλλευσης.
Το 2024 τέθηκε σε ισχύ ο Ευρωπαϊκός Κανονισμός για τις Κρίσιμες Ορυκτές Πρώτες Ύλες (Critical Raw Materials Act-CRMA), που αφορά τη θέσπιση εφαρμογή πλαισίου για τη διασφάλιση ασφαλούς και βιώσιμου εφοδιασμού κρίσιμων ορυκτών πρώτων υλών αλλά και την ενίσχυση των σχετικών ενδοευρωπαϊκών αλυσίδων αξίας, τομείς στους οποίους η Ευρώπη υστερεί σημαντικά, καθώς είναι σε μεγάλο βαθμό εξαρτημένη από εισαγωγές των περισσότερων κρίσιμων ΟΠΥ. Για την αποτελεσματική αντιμετώπιση του προβλήματος αυτού, ο Κανονισμός προβλέπει την εφαρμογή και υλοποίηση μιας σειράς στόχων με χρονικό ορόσημο το 2030, μεταξύ των οποίων την αύξηση παραγωγικής αξιοποίησης ευρωπαϊκών κοιτασμάτων ΣΚΟΠΥ.
Μια από αυτές είναι και το αντιμόνιο (Sb), η κρισιμότητα του οποίου αναγνωρίστηκε ήδη από το 2011 λόγω της συνεχώς αυξανόμενης στρατηγικής σημασίας του στη βιομηχανία, ιδιαίτερα σε αυτή της υψηλής τεχνολογίας και άλλων ειδικών χρήσεων, αλλά κυρίως στη διαρκώς ανερχόμενη εφαρμογή του στις τεχνολογίες παραγωγικής αξιοποίησης ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και ηλεκτροκίνησης, όπως αντίστοιχα είναι τα φωτοβολταϊκά και οι μπαταρίες.
Κοιτάσματα του αντιμονίου δεν εξορύσσονται, μέχρι αυτή τη στιγμή, εντός της Ε.Ε. και ο εφοδιασμός της εξαρτάται αποκλειστικά (100%) από τρίτες χώρες με την Κίνα να ελέγχει την αγορά του αντιμονίου, έχοντας σχεδόν το 48%, πλέον, της παγκόσμιας παραγωγής του. Άλλες χώρες παραγωγής του αντιμονίου είναι η Ρωσία, το Τατζικιστάν, η Αυστραλία και η Τουρκία, από την οποία προέρχεται το μεγαλύτερο ποσοστό αντιμονίου που εισάγει η Ε.Ε., σύμφωνα με στοιχεία της Eurostat για την περίοδο 2012-2016.
Η Ε.Ε. δεν είναι η μόνη που αντιμετωπίζει δυσκολίες στον εφοδιασμό, σε ανάλογη θέση βρίσκονται και οι Η.Π.Α. αλλά και η Ιαπωνία, οι οποίες έχουν αναγνωρίσει την αναγκαιότητα του εφοδιασμού της εγχώριας βιομηχανίας σε αντιμόνιο. Η χρήση του αντιμονίου αναμένεται να ακολουθεί συνεχώς αυξανόμενη τάση και αναλυτές υποστηρίζουν ότι η Κίνα σε μια 10ετία δεν θα μπορεί να καλύψει τις ίδιες ανάγκες και θα αναζητήσει και αυτή να το εισάγει μέσα από τη συμμετοχή της στην εκμετάλλευση κοιτασμάτων αντιμονίου άλλων χωρών.
Η σπουδαιότητα του αντιμονίου στη βιομηχανία έγκειται στις πολλαπλές εφαρμογές του. Οι κύριες χρήσεις του αντιμονίου βρίσκονται,
• Στη μεταλλουργία για την αύξηση της σκληρότητας και την μηχανικής αντοχής κραμάτων μολύβδου
• Στην τεχνολογία ημιαγωγών, ανιχνευτών υπερύθρων και στοιχείων διόδων
• Στη βιομηχανία πλαστικών PET, ως επιβραδυντικός παράγοντας της φωτιάς
• Στην κατασκευή μπαταριών ως κράμα μολύβδου
• Στην παρασκευή χρωμάτων, κεραμικών σμάλτων, γυαλιού
• Στην ιατρική
• Στα φωτοβολταϊκά και νέους τύπους μπαταρίας λιθίου
Είναι σαφές ότι το αντιμόνιο, αν και άγνωστο μέχρι σήμερα σε πολλούς, αποτελεί εξαιρετικά σημαντικό στοιχείο για την Ευρωπαϊκή και Παγκόσμια οικονομία. Η εξόρυξη και η εκμετάλλευση αντιμονίου στον Ελλαδικό Χώρο, πέραν του πολύπλευρου εθνικού οικονομικού οφέλους, θα βοηθήσει και την εξασφάλιση της εφοδιαστική επάρκειας της Ε.Ε., ενισχύοντας τη στρατηγική θέση της χώρας μας σε αυτήν.
Η Ελλάδα βρίσκεται στην προνομιακή θέση να διαθέτει μεταλλοφόρα συστήματα ΟΠΥ αντιμονίου. Έτσι το αντιμόνιο, όπως και το γάλλιο και άλλες ΣΚΟΠΥ, μπορούν να αποτελέσουν σημαντικούς παράγοντες ανάπτυξης της εγχώριας οικονομίας και ενίσχυσης της θέσης της χώρας μας τόσο εντός της Ε.Ε., όσο και στο ευρύτερο γεωπολιτικό σκηνικό που διαμορφώνεται παγκοσμίως.
Λαμβάνοντας υπόψη όλα τα παραπάνω, ο Σ.Ε.Γ. θεωρεί ότι η απόφαση του ΥΠΕΝ να προχωρήσει σε διαγωνισμό για την εκμίσθωση αρχικά του δικαιώματος έρευνας για αντιμόνιο στη Βόρειο Χίο, μια περιοχή στην οποία και στο παρελθόν είχε πραγματοποιηθεί σχετική εξόρυξη, είναι σε θετική κατεύθυνση.
Υποστηρίζουμε λοιπόν κάθε πρωτοβουλία ορθολογικής και συνετής αξιοποίησης των ΟΠΥ της χώρας μας, στη βάση πάντα εφαρμογής των σχετικών αρχών και όρων που διασφαλίζουν την εδραίωση αναπτυξιακής βιωσιμότητας, που σημαίνει ότι στην εκτίμηση της οικονομικής διάστασης συμπεριλαμβάνονται πάντα ο σεβασμός και η τήρηση των κοινωνικών και περιβαλλοντικών αξιών της κάθε περιοχής."