
Περίπου ένας στους πέντε Αμερικανούς ήταν αρχικά διστακτικός ή σφόδρα αντίθετος στον εμβολιασμό, αλλά στη συνέχεια άλλαξαν γνώμη και εμβολιάστηκαν, σύμφωνα με έρευνα του Kaiser Family Foundation που δημοσίευσε το CNN. Οι παράγοντες που τους έκαναν να αλλάξουν άποψη συνιστούν χρήσιμη πυξίδα και για την Ελλάδα.
Η έρευνα επέστρεψε στους πολίτες του αρχικού δείγματος έρευνας του Ιανουαρίου για να καταγράψει τυχόν εξέλιξη στις απόψεις τους. Εκείνοι οι οποίοι είχαν πλέον αποφασίσει να εμβολιαστούν ενώ αρχικά δήλωναν απρόθυμοι ή αντίθετοι είπαν κατά κανόνα ότι «οι συγγενείς, οι φίλοι και οι προσωπικοί γιατροί» ήταν που τους άλλαξαν γνώμη.
Οι περισσότεροι που είχαν καταλήξει από τον Ιανουάριο είτε να εμβολιαστούν είτε όχι, δεν έχουν αλλάξει γνώμη ως επί το πλείστον. Από όσους ήταν αποφασισμένοι στην αρχή τους έτους, μόνο το 8% έκαναν μεταστροφή.
Ωστόσο όσοι ήταν αμφίβολοι στράφηκαν σε πολύ μεγάλο βαθμό υπέρ των εμβολίων κατά του κορωνοϊού. Έτσι, όχι μόνο το 92% όσων εξ αρχής ήθελαν να εμβολιαστούν το έκαναν, αλλά και το 54% όσων τηρούσαν στάση αναμονής έχουν ήδη κάνει και αυτοί το εμβόλιό τους, συν ένα 24% όσων ήταν τον Ιανουάριο αντίθετοι, ή είχαν πει ότι θα το έκαναν μόνο εάν ήταν υποχρεωμένοι. Αντιθέτως, από τους αναποφάσιστους ή διστακτικούς του Ιανουαρίου μόνο ένα 8% αποφάσισε τελικά να μην εμβολιαστεί.
Από όσους έκαναν τη στροφή υπέρ των εμβολίων, σχεδόν οι μισοί είπαν ότι πείστηκαν από κάτι που άκουσαν ή έμαθαν, ενώ το 36% άλλαξε άποψη από κάποιον που τους μίλησε. Περίπου το ένα τέταρτο όσων ξεπέρασαν του αρχικούς ενδοιασμούς τους απάντησαν ότι πείστηκαν βλέποντας όσους εμβολιάστηκαν να μην έχουν κάποιες σημαντικές παρενέργειες. Πολλοί επικαλέστηκαν οικογένειες και φίλους που έκαναν το εμβόλιο, ενώ μία γυναίκα είπε ότι πείστηκε βλέποντας τον πρόεδρο Τζο Μπάιντεν να εμβολιάζεται.
Το ένα τέταρτο που είχε κάνει το εμβόλιο μετά από δισταγμό είπε ότι καθησυχάστηκαν όταν είδαν άλλους ανθρώπους να εμβολιάζονται χωρίς αρνητικές επιπτώσεις. Πολλοί ανέφεραν ότι επηρεάστηκαν θετικά από τις οικογένειες και τους φίλους τους. Μια γυναίκα, μάλιστα, είπε ότι είχε πειστεί για την ασφάλεια του εμβολίου μετά τον εμβολιασμό του Προέδρου Τζο Μπάιντεν.
Επιπλέον, το 8% όσων στράφηκαν υπέρ του εμβολιασμού επικαλέσηκε πίεση από συγγενείς και φίλους, ενώ ένα μικρό ποσοστό του 3% άλλαξε τακτική από την ανάγκη να επισκεφθεί αγαπημένους του ανθρώπους.
Η διαβεβαίωση και οι συστάσεις από γιατρούς και παρόχους υγειονομικής περίθαλψης έπαιξαν επίσης ρόλο σε ποσοστό 11%. Για παράδειγμα, μια 28χρονη γυναίκα από την Αϊόβα είπε ότι είχε αρχικά καθυστερήσει επειδή ανησυχούσε για τη λήψη του εμβολίου ενώ θηλάζει, αλλά άκουσε από τους γιατρούς ότι θα μπορούσε να δώσει στο μωρό της αντισώματα.
Μερικοί είπαν ότι επέλεξαν να κάνουν το εμβόλιο λόγω των περιορισμών που έχουν επιβληθεί σε άτομα που δεν έχουν εμβολιαστεί. Συγκεκριμένα ένας άντρας, είπε ότι το έκανε για να επισκεφτεί τις Μπαχάμες.
Περίπου το 56,2% των Αμερικανών ηλικίας 12 ετών και άνω έχει εμβολιαστεί πλήρως, ωστόσο τα ποσοστά εμβολιασμού παραμένουν επικίνδυνα χαμηλά σε πολιτείες όπως η Αλαμπάμα, το Μισισιπή και το Αρκάνσας, οι οποίες αντιμετωπίζουν μερικά από τα χειρότερα ποσοστά κρουσμάτων.
Τέλος, περίπου το ένα πέμπτο των ενηλίκων που δεν έχουν εμβολιαστεί ανέφεραν τις ανεπιθύμητες ενέργειες ως τον κύριο λόγο τους για μη εμβολιασμό, σύμφωνα με τη δημοσκόπηση του Kaiser Family Foundation. Άλλοι δήλωσαν ανήσυχοι για την ασφάλεια του εμβολίου ή είπαν ότι δεν είδαν οφέλη από τον εμβολιασμό.
Πηγή: CNN

































