
Αυτό που βλέπω μπροστά μου είναι μια εικόνα καταστροφής. Από τα 650 μαστιχόδεντρα της οικογένειάς μου, τουλάχιστον τα 300 έχουν καεί. Για να ξαναγίνουν παραγωγικά θα χρειαστούν οκτώ με δέκα χρόνια, διότι ο σχίνος δεν ανακάμπτει εύκολα. Μέχρι τότε το εισόδημα θα έχει χαθεί».
Στην άλλη άκρη της τηλεφωνικής γραμμής, ο Θωμάς Μπαρλής, μαστιχοπαραγωγός από τη Χίο, περιγράφει στην «Κ» την εικόνα που έχει μόλις αντικρίσει στα κτήματά του. Εχουν περάσει μερικές ώρες από τότε που η μεγάλη πυρκαγιά στο νησί τέθηκε υπό έλεγχο, και ο ίδιος θέλησε να δει από κοντά το μέγεθος της καταστροφής στα μαστιχόδεντρά του, στον Αγιο Γεώργιο. Σε αυτό το Μαστιχοχώρι, το βορειότερο από τα συνολικά 24 του νησιού, πυροσβέστες, εθελοντές και κάτοικοι κατάφεραν να σταματήσουν τη φωτιά, προτού αυτή προχωρήσει στα υπόλοιπα. Οι φλόγες, ωστόσο, πρόλαβαν να κάψουν περισσότερα από 30.000 μαστιχόδεντρα στην ευρύτερη περιοχή, μαυρίζοντας το τοπίο και στερώντας ένα σημαντικό εισόδημα από τους παραγωγούς.
«Για εμένα είναι ευτύχημα ότι έχω μια δεύτερη δουλειά, οι περισσότεροι όμως σε αυτό το χωριό ζουν αποκλειστικά από τα μαστίχια. Αυτή τη στιγμή δεν έχουμε προλάβει να συνειδητοποιήσουμε τι έχει συμβεί. Οταν θα πιάσουμε τα πριόνια για να κόψουμε τα καμένα δέντρα, τότε θα καταλάβουμε το πραγματικό μέγεθος της καταστροφής», περιγράφει ο κ. Μπαρλής.
Μνήμες από την καταστροφή του 2012
Η πυρκαγιά που ξέσπασε στη Χίο την περασμένη Κυριακή ξύπνησε μνήμες του 2012, όταν η φωτιά είχε κάψει περισσότερα από 16.000 στρέμματα γης στο νησί, συμπεριλαμβανομένων 240.000 μαστιχόδεντρων.
«Ζήσαμε ξανά τις τραγικές στιγμές εκείνης της περιόδου, γιατί η φωτιά ξεκίνησε από το ίδιο σημείο και φοβηθήκαμε ότι θα είχε την ίδια κατάληξη. Αυτή τη φορά, ωστόσο, ήμασταν προετοιμασμένοι», λέει στην «Κ» ο Γιώργος Τούμπος, πρόεδρος της Ενωσης Μαστιχοπαραγωγών Χίου, και εξηγεί: «Ηδη από το πρωί της Δευτέρας, ενημερώσαμε μέσω των συνεταιρισμών μας τους παραγωγούς να προετοιμαστούν με όλα τα διαθέσιμα μέσα –τρακτέρ, δεξαμενές, χορτοκοπτικά– ώστε να συνδράμουν σε περίπτωση που η πυρκαγιά θα έβγαινε εκτός ελέγχου. Δεν θέλαμε να δούμε ξανά να καταστρέφονται τόσα μαστιχόδεντρα – κάτι τέτοιο θα απέτρεπε πολλούς παραγωγούς να συνεχίσουν την καλλιέργεια της μαστίχας».
«Ηταν απίστευτο πόσο πολλοί άνθρωποι συμμετείχαν στην κατάσβεση της φωτιάς, αλλά και πόση διάθεση είχαν να δώσουν ό,τι περισσότερο μπορούσαν για να τερματιστεί αυτή η απειλή».
Το γεγονός ότι η φωτιά δεν προχώρησε περισσότερο στα Μαστιχοχώρια συνδέεται σε μεγάλο βαθμό με την καλή οργάνωση σε αυτά τα χωριά και τη συνεργασία μεταξύ των ντόπιων παραγωγών.
«Το μεγάλο κέρδος από αυτή την πυρκαγιά ήταν ότι αναδείχθηκαν η κοινωνική συνοχή και ο συνεργατισμός. Ηταν απίστευτο πόσο πολλοί άνθρωποι συμμετείχαν στην κατάσβεσή της, αλλά και πόση διάθεση είχαν να δώσουν ό,τι περισσότερο μπορούσαν για να τερματιστεί αυτή η απειλή», σημειώνει ο κ. Τούμπος.
«Αυτό που πιστεύω ότι βοήθησε πάρα πολύ είναι η αγάπη προς την καλλιέργεια της μαστίχας», συμπληρώνει ο Ηλίας Σμυρνιούδης, γενικός διευθυντής της Ενωσης Μαστιχοπαραγωγών Χίου. «Σε καθένα από τα 24 Μαστιχοχώρια έχουν δημιουργηθεί εθελοντικές ομάδες με μέσα πυρόσβεσης. Σκεφθείτε ότι κάθε χωριό διαθέτει από ένα έως τέσσερα οχήματα, τα οποία έχουν όλο τον απαραίτητο εξοπλισμό, ώστε να υπάρχει μία πολύ γρήγορη αντίδραση σε έκτακτη ανάγκη. Σε αυτή την τελευταία πυρκαγιά, τουλάχιστον 30-40 αυτοκίνητα τα οποία ήταν σε ετοιμότητα συνέδραμαν στην κατάσβεση ενισχύοντας με νερό την Πυροσβεστική».
Οι νέοι κοντά στη γη των προγόνων τους
Περίπου 2.000 οικογένειες ζουν σήμερα στη Χίο από την καλλιέργεια της μαστίχας, με τη συγκομιδή αυτού του μοναδικού –στον κόσμο– προϊόντος να ξεπερνά τους 200 τόνους ετησίως και την εξαγωγή του να φτάνει σε 55 χώρες, χωρίς μάλιστα να καλύπτεται η παγκόσμια ζήτηση. Δεν είναι τυχαίο ότι τα Μαστιχοχώρια, αυτοί οι τόποι με την ιδιαίτερη ομορφιά, που απλώνονται σε μια κάθετη ακτίνα 45 χλμ., έχουν καταφέρει να φέρουν τους νέους πιο κοντά στη γη.
«Η μεγάλη μας επιτυχία είναι ότι τα νέα παιδιά, που κάποτε είτε επέλεγαν να φύγουν στα καράβια, είτε να μεταναστεύσουν στην Αθήνα είτε στο εξωτερικό, σήμερα προτιμούν να μείνουν εδώ, κι αυτό συμβαίνει γιατί πλέον έχουν ένα εξασφαλισμένο εισόδημα», εξηγεί ο κ. Τούμπος, τονίζοντας ωστόσο ότι είναι σημαντικό όσοι παίρνουν αυτή την απόφαση να έχουν την κατάλληλη στήριξη του κράτους.
Η μεγάλη μας επιτυχία είναι ότι τα νέα παιδιά, που κάποτε είτε επέλεγαν να φύγουν στα καράβια, είτε να μεταναστεύσουν στην Αθήνα είτε στο εξωτερικό, σήμερα προτιμούν να μείνουν εδώ, κι αυτό συμβαίνει γιατί πλέον έχουν ένα εξασφαλισμένο εισόδημα.
«Δεδομένου ότι είμαστε ένα ακριτικό νησί της Ελλάδας κι έχουμε ένα προϊόν που η δυναμική του αποδεικνύεται χρόνο με τον χρόνο, θα πρέπει το κράτος να δει λίγο πιο ζεστά το θέμα της δημογραφικής ανάσχεσης των χωριών μας. Εμείς εξασφαλίζουμε δουλειά και εισόδημα στους νέους. Το κράτος οφείλει να φροντίσει για τις υποδομές στα χωριά, ώστε να τα κάνει θελκτικά για ένα νέο ζευγάρι. Δεν είναι δυνατόν σε 24 Μαστιχοχώρια να μην υπάρχει ένας παιδικός σταθμός και να πρέπει ένας γονιός να οδηγεί 30 και 35 χιλιόμετρα για να αφήσει το παιδί του σε κάποιον βρεφονηπιακό μέσα στην πόλη», αναφέρει ο κ. Τούμπος.
Από γενιά σε γενιά
Το 2014, η τεχνογνωσία της μαστιχοκαλλιέργειας εντάχθηκε στον κατάλογο της Αϋλης Πολιτιστικής Κληρονομιάς της UNESCO, αναγνωρίζοντας την πολιτιστική αξία της μαστίχας και της παραδοσιακής καλλιέργειάς της. Η σημασία της για το νησί της Χίου παραμένει τεράστια τόσο σε πολιτιστικό όσο και σε οικονομικό αλλά και περιβαλλοντικό επίπεδο.
«Πρώτα από όλα, η μαστίχα είναι κάτι που κληρονομήσαμε. Την κληρονόμησαν οι πρόγονοί μας και θα την κληροδοτήσουμε εμείς στους απογόνους μας. Είναι κάτι που ο τόπος μας απλώς διαχειρίζεται από το 7.000 π.Χ. –όταν υπάρχουν οι πρώτες αναφορές για τη μαστίχα της Χίου μέχρι και σήμερα– περνώντας την τεχνογνωσία της καλλιέργειάς της από τη μία γενιά στην άλλη. Ενα μαστιχόδεντρο καλλιεργείται από τέσσερις γενιές. Αυτό που θα φυτέψεις σήμερα θα το καλλιεργήσουν τα τρισέγγονά σου», μας λέει ο Ηλίας Σμυρνιούδης. Ο ίδιος, ως επιστημονικός διευθυντής του Κέντρου Ερευνας Μαστίχας, και η ομάδα του έχουν κάνει μια μεγάλη προσπάθεια διάσωσης της βιοποικιλότητας αυτού του φυσικού προϊόντος –κάτω από οποιονδήποτε κίνδυνο–, ταυτοποιώντας γενετικά έναν μεγάλο αριθμό διαφορετικών κλώνων και ποικιλιών.
Ενα μαστιχόδεντρο καλλιεργείται από τέσσερις γενιές. Αυτό που θα φυτέψεις σήμερα θα το καλλιεργήσουν τα τρισέγγονά σου.
«Ξεκινήσαμε το 2012, όταν στην πρώτη εκείνη μεγάλη πυρκαγιά στη Χίο απειλήθηκαν χιλιάδες δέντρα. Αυτό που κάναμε ήταν να δημιουργήσουμε μητρικές φυτείες από διαφορετικούς κλώνους που έχουμε φυτέψει σε χωράφια. Διατηρήσαμε τα μητρικά φυτά για περισσότερες από 150 διαφορετικές υποποικιλίες, ώστε, αν στο μέλλον τα μαστιχόδεντρα κινδυνεύσουν από κάποια μεγάλη καταστροφή, να μπορέσουμε έχοντας τα μητρικά φυτά να παραγάγουμε έστω από την αρχή και με μικρά βήματα τη βιοποικιλότητα και με αυτόν τον τρόπο να την επαναφέρουμε και να την προστατεύσουμε», σημειώνει ο ίδιος.
Η κλιματική κρίση παραμένει σήμερα μία από τις μεγαλύτερες απειλές για τα μαστιχόδεντρα επηρεάζοντας σημαντικά την παραγωγή [Αρχείο: Η. Σμυρνιούδης]. Προκλήσεις
Αυτή τη φορά, η επιστημονική δουλειά που έκανε ο Ηλίας Σμυρνιούδης με την ομάδα του, ευτυχώς, δεν χρειάστηκε να αξιοποιηθεί. Η κλιματική κρίση ωστόσο παραμένει σήμερα μία από τις μεγαλύτερες απειλές για τα μαστιχόδεντρα επηρεάζοντας σημαντικά την παραγωγή.
«Η ζέστη μπορεί να μη σκοτώνει τη μαστίχα, που είναι ένα πολύ ανθεκτικό φυτό στις υψηλές θερμοκρασίες, ωστόσο μετά τους 40 βαθμούς Κελσίου σταματάει να παράγει ρητίνη προκειμένου να προστατευθεί. Επομένως, σταματά και η παραγωγή της μαστίχας», εξηγεί ο διευθυντής της Ενωσης Μαστιχοπαραγωγών Χίου, προσθέτοντας ότι η έντονη βροχόπτωση αποτελεί ακόμη μία άμεση απειλή για τα περίπου 1,4 εκατ. μαστιχόδεντρα που καλλιεργούνται στη Χίο.
«Η έντονη πλημμύρα του περασμένου Σεπτεμβρίου στο νησί είχε ως αποτέλεσμα να χάσουμε 45 τόνους μαστίχα, που ήταν μία πολύ σημαντική ποσότητα για να καλυφθούν οι ανάγκες. Η ποσότητα αυτή αντιστοιχεί σε περίπου 5 εκατ. ευρώ, τα οποία χάθηκαν οριστικά για τους παραγωγούς», τονίζει ο κ. Σμυρνιούδης.
Η μαστίχα, αυτό το ιδιαίτερο φυσικό προϊόν που αποτελεί πρότυπο αρμονικής συνύπαρξης του ανθρώπου με το περιβάλλον, καταφέρνει –παρά τις προκλήσεις– να εξελίσσεται, προσφέροντας συνεχώς καινοτόμα προϊόντα. Από τις αρχές του 2000 που η μαστίχα βγήκε στην ελληνική αγορά ως λειτουργικό τρόφιμο, οι φαρμακευτικές πωλήσεις της εκτοξεύθηκαν: από το 3% των πωλήσεων, τότε, φτάνουν σήμερα το 50%.
«Το τρόφιμο συμπαρασύρει το φάρμακο, και αντίστροφα. Η φήμη της μαστίχας ταξιδεύει διεθνώς, και είμαι βέβαιος πως τα καλύτερα έρχονται. Το μέλλον της βρίσκεται στην καινοτομία και την υγεία του ανθρώπου», σημειώνει ο κ. Σμυρνιούδης.
Βίκυ Κατεχάκη, Καθημερινή