Ιαματική Μερικούντα

Άρθρο του Κώστα Προμπονά
Τρί, 11/04/2023 - 05:46

«Μελετώντας την ονοματοδοσία των πλοίων στην κραταιά Χιώτικη ναυτιλία με την αξιοπερίεργη γενεαλογία της, αρχίζεις και ανιχνεύεις ένα μοτίβο μετατόπισης από τις «βαριές πέτρες» του συμβολικού παρελθόντος προς τη νεώτερη Ελλάδα» αναφέρει σε άρθρο του ο Κώστας Προμπονάς σημειώνοντας.

Δεν είναι πια ο Αγαμέμνων και ο Αχιλλεύς! Ειδικά όταν αρχίζει η Χιώτικη ναυτιλία να συνειδητοποιεί τα ιδιότυπα χαρακτηριστικά που έκτισαν την ανθεκτικότητά της βαπτίζει τα πλοία της με ονόματα από τα οποία εκπορεύεται θαυμασμός στο ελληνικό φυσικό περιβάλλον, ιαματικότητα, έμπνευση, νεοελληνικός οίστρος: «Αgia Erini», «Nagos», «Elinda», «Αgia Markella», «Μericunda».

Το τελευταίο, το bulk carrier μεταφοράς σιτηρών «Μερικούντα», έχει μάλιστα αποτυπωθεί σε μια μνημειώδη φωτογραφία από τον Στιούαρτ Κλίπερ, από τους πιο σπουδαίους εν ζωή σήμερα Αμερικανούς  φωτογράφους, στο Minnesota Project.

Αγία Ειρήνη, Ναγός,  Ελύντα, Αγία Μαρκέλλα, όλες παραλίες ήρεμες, ειδυλλιακές, υπήνεμες στο θαλασσινό μελτέμι που κάποτε μετατρέπει το χάδι της απαλής θάλασσας σε περιπέτεια. Κι εγώ, αν ήμουν μέλος εφοπλιστικής οικογένειας, θα μου έφτανε το μακροβούτι στο ριψοκίνδυνο επιχειρείν, δεν θα ήθελα στις διακοπές μου στη Χίο να με κουκουλώνει κι από πάνω το άγριο κύμα. Ίσως να είναι όμως άλλη η  γοητεία της Μερικούντας, αυτή που οδήγησε τον εφοπλιστή στην ομώνυμη βάπτιση του φορτηγού πλοίου. Σε ολοένα και περισσότερους επισκέπτες η συγκεκριμένη θαλάσσια τοποθεσία των Μεστών-για τον πεζοπόρο σε απόσταση  μιας περίπου ώρας από το χωριό- ασκεί μια μυστηριώδη έλξη.

Από πού προέρχεται το τοπωνύμιο. Ένας από τους πιο διακεκριμένους Μεστούσους  του παρελθόντος, ο ιατροφιλόσοφος Κων. Πανάδης, διατύπωσε την άποψη ότι η λέξη «Μερικούντα» προέρχεται από τον θάμνο της κουμαριάς που οι αρχαίοι ονόμαζαν «μυρίκη», συνηθισμένος παλιότερα στους λόφους του Πέτασου, πάνω από τη Μερικούντα. Την παλιότερη αφθονία του θάμνου υποδηλώνει και το νεώτερο τοπωνύμιο «Κουμαριά», στη μέση του δρόμου για Μερικούντα.

Κατά τον Ιω. Γκιάλα πάλι, τον λόγιο Αρχιμανδρίτη, η ονομασία προκύπτει από τα ρείκια, τους θάμνους που οι αρχαίοι ονόμαζαν «ερείκες». Προσωπικά, συμφωνώ με την ρηξικέλευθη άποψη του ομογενή Γιώργου Αλμυρούδη - ο Πρόεδρος διατηρεί εξοχικό στην παραλία της Μερικούντας. Σύμφωνα με προσωπική επικοινωνία, είχε εντοπίσει στον σχετικό χάρτη της Βατικανής  βιβλιοθήκης που αφορά τα Μεστά την ονομασία marecononde που σημαίνει θάλασσα με μεγάλα κύματα, διόλου ασυνήθιστο για την τοποθεσία..!

Για τους παλιούς Μεστούσους, μας παραδίδει ο λόγιος κληρικός Ιω. Γκιάλας, η Μερικούντα ήταν τόπος δαιμονίων. Σύμφωνα με την παράδοση που διασώζει έως σήμερα ο μνήμων Μεστούσης ιερέας Δημήτρης Καλύκας, το φόβητρο των κατοίκων ήταν οι Μερικουντιανές «Μιλιγάνες», νεράιδες που έπαιρναν τη λαλιά ενός νέου ή μιας νέας που ζήλευαν για την ομορφιά ή την ωραία φωνή. Η κατασκευή των δύο ναών της Μερικούντας, του Αγίου Δημητρίου προς τα ανατολικά, στο «Κάτω χωριό» και του Αγίου Ισιδώρου, προς την «Πηγή», πάνω από την «Ποταμιά» δεν ξαναεπέτρεψε πια νεράιδες ντυμένες στα κατάλευκα  να στήνουν ονειρώδεις εξωτικούς χορούς, πατώντας πάνω στα ποικιλόχρωμα λαμπερά λιλάδια, ανάμεσα στη «Μακρυλλόπετρα» και την «Κακή Σκάλα». Χωρίς κινδύνους πια το βλέμμα του περιηγητή μπορεί να περιπλανηθεί στη «μεγάλη και ευρύχωρο» θάλασσα που κάποτε, σε περίπτωση μεγάλης αιθρίας, σου επιτρέπει να διακρίνεις στο βάθος, προς τα δυτικά, τις κορυφές των βουνών της Εύβοιας..!

Άδεντρη η παραλία της Μερικούντας στο παρελθόν, όπως και οι υπόλοιπες των Μαστιχοχωρίων χωρίς να διαθέτουν την ευεργετική σκιά που προσφέρουν τα αλμυρίκια - η φύτευσή τους είναι μια σχετικά πρόσφατη προσθήκη, όπως τεκμηριώνουν και οι παλιές φωτογραφίες. Όσοι κατέβαιναν τότε στην παραλία κατασκεύαζαν αυτοσχέδιες σκιάδες, τις «φρίτζες», με πυκνόφυλλα κλαδιά θάμνων και δέντρων ή τραβούσαν προς το εσωτερικό της κοιλάδας στη σκιά μιας συκιάς –διάσημα τα εκλεκτά σύκα της Μερικούντας, δυσεύρετα πια. Υπάρχουν ακόμη και σήμερα εκεί αμπέλια και κήποι στους οποίους καλλιεργούνται ντομάτες, μελιτζάνες, κολοκυθάκια, κοκκάρι και μυρωδάτοι βασιλικοί.

Ένα μεγάλο αίνιγμα για  προσεκτικούς ταξιδευτές και το είδος των πλανόδιων flaneur «που αναζητούν καταφύγιο από το πλήθος» και καταλήγουν να παρασυρθούν από τη γοητεία της αναστολής του χρόνου στη ροβινσώνεια Μερικούντα είναι τα μυστηριώδη σπιτάκια της. Προσπαθώντας να ερμηνεύσω την χρήση αυτών των κτισμάτων που παρέπεμπαν σε μια τελετουργική επιτελεστικότητα έπεσα πάνω σε μια δημοσίευση του «Μερικουντιανού» blogger, γιου του θρυλικού Αργύρη Κόκκινου, στο petasos.wordpress.com :

«Τα σπιτάκια αυτά, τρία στον αριθμό βρίσκονται στο δεξί άκρο της παραλίας, πίσω από το σπίτι του Αλμυρούδη. Φτιάχτηκαν τότε που οι άνθρωποι έπαιρναν τα γιατροσόφια τους από την φύση,( γιατί φάρμακα δεν υπήρχαν) έτσι και αυτά έγιναν για να εξυπηρετούν αυτούς που έκαναν αμμόλουτρα ( συνήθως γιατρευόταν οι πόνοι των αρθρώσεων). Βλέπεις, τότε ο δρόμος με τα γαϊδουράκια ήταν μακρύς, και κάπου έπρεπε να μένουν μέχρι να κάνουν τον κύκλο της θεραπείας τους. Το θυμάμαι σαν σήμερα, θαμμένοι μέσα στην άμμο την καυτή μέχρι τον λαιμό και μετά κουκουλωμένοι με την κουβέρτα έτρεχαν προς τα σπιτάκια ιδρωμένοι να προφυλαχτούν από τον μόνιμα δυνατό αέρα της Μερικούντας. Τώρα βέβαια η τεχνολογία και τα φάρμακα άφησαν την άμμο χωρίς λακκούβες και τα σπιτάκια έρημα…»

Ώστε υπήρξε ιαματική η παραλία της Μερικούντας; Ίσως είναι ο απόηχος αυτής της ιαματικής αύρας που οι θαρραλέοι μανιακοί της, γυρεύοντας θεραπεία, ριπτόμαστε αψήφιστα στα μανιασμένα κύματά της, ειδικά όσο υψώνεται ο ήλιος του θέρους και σηκώνεται ο αξάνεμος;

Γυρεύοντας την ιστορική θεμελίωση της πάλαι ποτέ ιαματικότητας του Μερικούντιου γιαλού ξαναεπέστρεψα στη μελέτη του εναργούς παπα-δάσκαλου Γκιάλα. Στα κείμενα του, γραμμένα το 1949, «Τα Μεστά της Χίου: Iστορικά & λαογραφικά», βρήκα όλες τις πληροφορίες που έψαχνα:

«Άμμος υπάρχει και σε άλλες ακρογιαλιές. Μα ο άμμος της Μερικούντας, από τα πολύ παλαιά χρόνια φαίνεται να είχε μεγάλη θεραπευτική δύναμη. Η περίοδος των αμμόλουτρων αρχίζει, συνήθως, κατά το δεύτερο δεκαήμερο του Ιουλίου, με μια διακοπή, κατά τις πρώτες μέρες του Αυγούστου, όσες υπολόγιζαν οι παλαιοί χωριανοί, ότι διαρκούν τα «Δρίματα» και επαναρχίζουν μετά τον Δεκαπενταύγουστο.

Εκείνος, που πάει για αμμόλουτρα, πρέπει να φροντίσει να βρει διαθέσιμο τον κοινοτικό οικίσκο, που ασφαλώς θα τον έχει καθαρίσει ο προηγούμενος ένοικος, αλλά θα φροντίσουν και οι δικοί του να τον φρεσκάρουν με ασβέστωμα.

Τα αμμόλουτρα γίνονται πάντα με την επίβλεψη ενός βοηθού- κι αυτός πάλι θα απολαύσει τα θαλάσσια λουτρά. Ο συνοδός θα ετοιμάσει τον χώρο που πρέπει να έχει ψιλή και καθαρή άμμο. Τον περιφράσσουν με δεμάτια από κλαδιά και τον χωρίζουν σε δύο μέρη, ένα για άνδρες και ένα για γυναίκες.

Ακριβώς το μεσημέρι οι «αμμουδιάρηδες» θα βγουν από τις καλύβες τους με ελαφρά καλύμματα και θα προχωρήσουν στους λάκκους, μέσα στους οποίους ξαπλώνουν και καλύπτονται με τη ζεστή άμμο. Στο κεφάλι βάζουν κάποιο σκιάδι ή δροσερά κλαδιά από μυρσινιά. Το σώμα, τότε, αρχίζει να βγάζει άφθονο ιδρώτα και σε λίγο η άμμος που σκεπάζει το σώμα, έχει υγρανθεί τόσο, που ο συνοδός αρχίζει να την αντικαθιστά με την ζεστή, που έχει σωρεύσει στα πλάγια. Αυτό επαναλαμβάνεται δυο τρεις φορές, αναλόγως της υπομονής και της αντοχής του ασθενή. Έπειτα θα σηκωθεί, θα σκεπασθεί μ’ ένα πρόχειρο κάλυμμα για να πάει στο κρεβάτι του. Εκεί θα του δώσουν να πιεί άφθονα χλιαρά υγρά. Επειδή όμως ο ιδρώτας συνεχίζεται, θα πρέπει να αλλάζει ρούχα πολύ συχνά.

Η δίαιτα του «αμμουδιάρη» όλες αυτές τις ημέρες περιορίζεται σε ροφήματα και ελαφρά τροφή, την οποία συμπληρώνουν οι συγγενείς και οι φίλοι με ό,τι καλό έχει ο καθένας να προσφέρει (κοτόπουλα, άσπρο ψωμί, που φέρνουν από τη Χώρα ή ό,τι άλλο έχει ορίσει ο γιατρός). Η δίαιτα και η αποχή από την εργασία θα κρατήσει αρκετές ημέρες.

Μια  περιβαλλοντική ιστορία της Μερικούντας θα ήταν λειψή χωρίς αναφορά στους βυθούς της.  Πολύ περισσότερο όταν κάποτε η θάλασσα της Μερικούντας εκτιμήθηκε ως ο καλύτερος ψαρότοπος του Αιγαίου. Όταν το 1948 ανακαλύφθηκε, λίγο πιο ανοιχτά  ο πάγκος της Αλκυόνης θεωρήθηκε από τους επιστήμονες του ωκεανογραφικού σκάφους ως το κέρας της Αμάλθειας, η λύση του επισιτιστικού προβλήματος της χώρας. Υπάρχει μια εμβληματική φωτογραφία στη ψαροταβέρνα του Σέργη, στον Λιμένα Μεστών, που δείχνει την ένταση  αλόγιστης  αλιείας που ακολούθησε: Σε όλη την έκταση της παραλίας, τη δεκαετία του ΄70, είναι αγκυροβολημένες μια ντουζίνα ανεμότρατες. Σήμερα, μόνο στις αμαλαγιές, μετά από πολυήμερη φουρτούνα, έχεις πιθανότητες για κάποιο καλό ψάρι.

Ο ικανότατος Μεστούσης ψαράς και ξυλουργός Στέλιος (Λάκης)Μουντούδης σε πρόσφατη προσωπική επικοινωνία  διεκτραγωδούσε ότι οι πανάκριβοι μοντέρνοι ηλεκτρονικοί ανιχνευτές ψαριών δεν δείχνουν πια ούτε το 1/10 των«αψίδων» ενός σχετικά κοντινού παρελθόντος. Στην τελευταία του ψαριά, σε άριστο παλιότερο στίγμα «για κόκκινα» (μεγάλα φαγκριά), είχε καταφέρει μόνο ένα δίκιλο σαλούβαρδο-που έκανε το λάθος να σουλατσάρει έξω από το σκοτεινό θαλάμι του στα 90 μέτρα, μαζί με ένα μικρότερο φαγκρόπουλο κι ένα μεριδιάρικο  σκαθάρι.

Για τους ελεύθερους δύτες η Μερικούντα ήταν παράδεισος, με πιο σημαντικό ψαρότοπο τον μεμονωμένο σκόπελο της Κολουμπιάς, διακόσια μέτρα ανοιχτά. Σε αυτόν τον ορφανό, πελαγίσιο βράχο, όταν έγινε η σφαγή της Χίου, λέει η μεστούσικη ιστορία, προσπάθησε ο τελευταίος Χιώτης να βρει σωτηρία κολυμπώντας μέχρι τον βράχο αλλά τελικά υπέκυψε κι αυτός από έναν τούρκο στρατιώτη που κολύμπησε με βαρβαρική μανία καταδιώκοντάς τον. Παρόμοια, απηνή καταδίωξη γνώρισαν μάλλον και τα ψάρια της Κολουμπιάς.

Ποιος υποβρύχιος περιηγητής θα μπορούσε σήμερα να πιστέψει ότι μέχρι πριν λίγες δεκαετίες μεγαλόσωμοι ροφοί υπήρχαν παντού, σε όλες τις τρύπες και τις σχισμές της Μερικούντιας σκοπέλου. Κάθε που ερχόταν το καλοκαίρι, οι συγκεντρώσεις αναπαραγωγής του μαύρου ροφού και της μπαλωματούς στήρας κρατούσαν εβδομάδες, με μικρά διαλείμματα στις έντονες κακοκαιρίες. Θέλει πνευμόνια ο ιερός βράχος. Ο δύτης, όταν με τον καλοκαιρινό μαΐστρο πιάσει το πελαγίσιο ρεύμα πρέπει να κολυμπά ακατάπαυστα για να παραμείνει απλώς στη θέση του. Αλλά μπορεί και να αφεθείς να σε παρασύρει, αν θελήσεις να ακολουθήσεις  από την επιφάνεια την κοίτη της άμμου που ελίσσεται ανάμεσα στους τιτάνιους πέτρινους πάγκους.

Όταν το ρεύμα της Κολουμπιάς ξεκινά σαν φλέβα που τροφοδοτεί την κίνηση της ζωής, αντικρίζεις την εμφάνιση από το πουθενά των κοπαδιών δολώματος, της μαρίδας και της καλόγριας και τότε νιώθεις την ξέρα να σε μαγεύει καθώς μοιάζει ζωντανή με τα κεφάλια, τα πόδια, τις καμπούρες, την κοιλιά, σαν προϊστορικό και συνάμα  γοτθικό ασβεστολιθικό οικοδόμημα με αρχιτέκτονες το ρεύμα και το κύμα. Αλλά αγανακτείς, διπλά και τρίδιπλα όταν παρατηρείς την λεωφόρο ξεριζωμένης ποσειδωνίας από την παράνομη καλάδα της ανεμότρατας ανάμεσα Κολουμπιά και Μερικούντα. Δεν φτάνει η αχανής Αλκυόνη, πρέπει να φτωχοποιηθούν και τα βράχια της ακτής, το αρνί του φτωχού;

Ένας από τους πιο οικολογικά δρώντες λευίτες του Αιγαίου είναι ο Μεστούσης παπα-Δημήτρης Καλύκας, γέννημα-θρέμμα της Μερικούντας. Ο μερακλής σε ψαλτική δεινότητα παπάς έχει φυτέψει χιλιάδες μαστιχόδεντρα στη Νότια Χίο, ένα επίτευγμα αναδάσωσης. Η ευγενής, δημοκρατική φωνή του φωτίζει την προσφορά της βιοπεριοχής:

«Όλο το χωριό έτρωγε πατάτα της Μερικούντας. Το προνόμιό της ήταν η πρώιμη παραγωγή. Την φύτευαν από του Αγίου Αντωνίου, πολύ νωρίς από την υπόλοιπη Χίο γιατί εδώ δεν είχε «κραϊ» (παγωνιά). Ο πατέρας μου φύτευε και κουκιά, ποτιστά, για εκλεκτούς φίλους, πριν από τη γιορτή του Αγίου Δημητρίου,  δίπλα στους τράφους, επίτηδες για να μη τα κόβει ο δυνατός αέρας.»

(Σε αυτό το σημείο, ο γράφων ρωτά τον παπα-Δημήτρη για τις πηγές της Μερικούντας, το «Βρυσάκι» και τον «Αρινό» και αν είχαν σταθερά νερό)

«-Τα νερά στις πηγές της Μερικούντας βασίζονταν στα επιφανειακά νερά αλλά σωστά σημειώνει ο Γκιάλας ότι η μείωση της δενδρώδους κάλυψης λόγω πυρκαγιών έφερε λειψυδρία στη Μερικούντα. Εγώ θυμάμαι όλα τα βουνά της με πεύκα. Μια πυρκαγιά ήταν  όταν ήμουν παιδάκι και άλλη μια επί ΠΑΣΟΚ και εξαφανίστηκαν όλα. Αλλά και τα νερά εξαφανίστηκαν μαζί τους. Ο «Αρινός» από τον οποίο έπαιρνε νερό ο ιατροφιλόσοφος Πανάδης και το διαφήμιζε ως το καλύτερο νερό του νησιού σήμερα είναι ξερός όπως και το πηγάδι μου στον Άγιο Δημήτρη. Όμως η Μερικούντα, διαχρονικά ήταν η πιο πολύτιμη γη για τους Μεστούσους. Έδινες τετρακόσια μέτρα χωράφι στον κάμπο των Μεστών για να αγοράσεις εκατό μέτρα χωράφι στη Μερικούντα! Γιατί σταθερά η Μερικούντα είχε «γλυφάδες», είχε νερά έστω και υφάλμυρα. Κατόρθωναν όμως οι παλιοί να δαμάσουν την υψηλή αλατότητα με πολλή κοπριά. Ο αείμνηστος πατέρας μου έβαζε για 150 μέτρα χωράφι εκεί τριάντα-σαράντα τσουβάλια κοπριά, σχεδόν ένα τόνο.»

«-Ένα από τα μεγαλύτερα οικολογικά εγκλήματα υπήρξε η παράνομη αμμοληψία εκατοντάδων τόνων άμμου από την παραλία της Μερικούντας. Όλα τα καινούργια σπίτια στα Μαστιχοχώρια χτίστηκαν με την άμμο της. Τις προάλλες, βάζοντας πυξάρια κάτω από τον αλευρόμυλο του Πυργίου, στη θέση «Ποταμός», σκάβοντας εντόπισα παρασυρμένο το γνωστό σε μένα ηφαιστιογενές αμμοχάλικο της Μερικούντας. Το είχαν αποθηκεύσει σε ένα χωράφι πιο πάνω που λειτουργούσε ως μάντρα οικοδομών και παρασύρθηκε από τις βροχές.

Ήταν ευλογημένος τόπος γεμάτος ζωή. Παιδί, μού έδινε ο πατέρας μου ένα πεντακοσάρι (1,5 λίτρα) μπουκάλι με λάδι ή σούμα και μου έλεγε «α με πάγαινε στους Λιθονομούσους». Κατέβαινα στην παραλία και μου γέμιζαν μια σίκλα (μεγάλος κουβάς) ψάρια που τα τηγανίζαμε με σάλτσα από δεντρολίβανο και διατηρούνταν  για αρκετές μέρες. Είχα πάρει μέρος τότε και στην κατασκευή του αμαξωτού μέχρι την παραλία, ήμουν δέκα χρονών και μαζί με τα μουλάρια μας εργάστηκα παίρνοντας  το περιβόητο 24άρι του Καραμανλή, τότε βασίλευε η ΕΡΕ, κουμάντο έκαναν οι δεξιοί κομματάρχες που πολύ συχνά παρακρατούσαν το μισό ποσό. Πιο μετά, λεύτερος, η Μερικούντα συνέχιζε να είναι γενναιόδωρη. Τον Σεπτέμβριο γέμιζε πουλιά, γιαννακάκια, ασπρόκωλους, σουιτάκια, ο γιαλός της είχε απ’ όλα τα καλά, έβαζα τη μάσκα και σε λίγα λεπτά έβγαζα διακόσιους αχινούς που μοίραζα στους παραθεριστές, τώρα, αν βουτήξεις δεν θα δεις ούτε είκοσι...»

https://collections.artsmia.org/art/10889/columbian-freighter-mericunda-loading-at-general-mills-terminal-stuart-d-klipper

 

Σχετικά Άρθρα