Γι’ αυτό επιλέξαμε σήμερα να κάνουμε αναφορά σε μια λιτή εκδήλωση του Συνδέσμου Εφέδρων Αξιωματικών του νησιού μας, για τους ήρωες της οικογένειας Γκιάλα, σε ένα μέλος της οποίας είναι αφιερωμένο και το όνομα του κεντρικού Στρατοπέδου του νησιού.
Γιατί οι λαοί που λησμονούν την ιστορία τους την… ξαναζούν και γιατί δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι για να απολαμβάνουμε εμείς την ζωή του τίτλου κάποιοι θυσίασαν τα νιάτα τους.
Επιτρέψτε μου λοιπόν να κάνω μια επιλογή από τα κυριότερα σημεία του χαιρετισμού στην σημερινή εκδήλωση στην 96 ΑΔΤΕ του Μεστούση γιατρού Γιάννη Γκιάλα, που μίλησε εκ μέρους της οικογενείας και που βλέπετε στην σχετική κεντρική φωτογραφία.
«Συμπληρώνονται σε δύο μέρες 80 χρόνια από τις 15 Σεπτεμβρίου του 1944 όπου ο έφεδρος Λοχαγός πεζικού Γεώργιος Ιωάννη Γκιάλας, βρήκε ηρωικό θάνατο στο πεδίο της μάχης.
Ο Γεώργιος Γκιάλας γεννήθηκε στην Ελάτα της Χίου το 1918 και ήταν το τέταρτο από τα επτά παιδιά του Ιερέα Ιωάννη Γκιάλα από τα Μεστά και της πρεσβυτέρας Αμαλίας Γκιάλα το γένος Μπιλίρη από την Ελάτα.
Τελείωσε το δημοτικό σχολείο της Ελάτας και το 1934 αποφοίτησε από το Γυμνάσιο Αρρένων της Χίου, καθώς η οικογένεια του παπά Γιάννη Γκιάλα είχε μετακομίσει από το 1929 στην πόλη της Χίου όπου ο πατέρας του υπηρετούσε στον Ιερό Ναό της Μεταμορφώσεως του Σωτήρος στο Βαρβάσι και συγχρόνως ήταν Γενικός Αρχιερατικός Επίτροπος στα γραφεία της Μητροπόλεως Χίου.
Το 1934 εισήχθη στην Ανωτάτη Σχολή Οικονομικών και Εμπορικών Επιστημών (ΑΣΟΕΕ).
Το 1939 εισήλθε στη Σχολή Εφέδρων Αξιωματικών της Σύρου όπου αποφοίτησε με το βαθμό του Ανθυπασπιστή. Το Μάρτιο του 1940 σε ηλικία 22 ετών παντρεύτηκε τη Μαρία Αλεξάνδρου Περρή από το Βροντάδο.
Πριν από την κήρυξη του ελληνοιταλικού πολέμου ο ανθυπασπιστής Γεώργιος Γκιάλας βρέθηκε με το 23ο Σύνταγμα πεζικού Χίου να υπηρετεί στα ελληνοβουλγαρικά σύνορα. Όταν κηρύχθηκε ο πόλεμος, στις 28 Οκτωβρίου 1940, βρέθηκε στο Μέτωπο του Μοράβα επικεφαλής διμοιρίας πολυβόλων. Διακρίθηκε στη μάχη του Μοράβα και προήχθη σε ανθυπολοχαγό. Τα Χριστούγεννα του 1940 κατάφερε να συναντηθεί με τον μεγαλύτερο αδελφό του Μιχάλη Γκιάλα απόφοιτο της Στρατιωτικής Ιατρικής Σχολής, γενικό χειρουργό διοικητή του 13ου Ορεινού χειρουργείου και μετέπειτα Υποστράτηγο Υγειονομικού.
Πολέμησε για έξη ακόμα μήνες στις μάχες της Χότσισας, του Πόγραδετς και της Κάμμιας μέχρι την κατάρρευση του μετώπου το 1941. Κατά την οπισθοχώρηση το Τάγμα του συγκρούστηκε στην Καστοριά με θωρακισμένες γερμανικές δυνάμεις. Τελικά το Μάιο του 1941 επέστρεψε στη Χίο.
Μετά από δεκάμηνη παραμονή στο νησί και μην αντέχοντας τη γερμανική κατοχή, μαζί με το μικρότερο του αδελφό τον 18χρονο Θανάση αποφασίζουν να φύγουν από τη Χίο. Το Φεβρουάριο του 1942 περνούν με βάρκα στα απέναντι μικρασιατικά παράλια και μέσω της Κύπρου φτάνουν στην Παλαιστίνη όπου κατατάσσονται στα Ελληνικά στρατεύματα της Μέσης Ανατολής.
Τον Ιούνιο του 1944 συγκροτείται η νέα Ελληνική Ταξιαρχία ή η ΙΙΙ Ελληνική Ορεινή Ταξιαρχία όπου τοποθετείται στο 3 τάγμα πεζικού (2ος Λόχος) αναλαμβάνοντας τη Διοίκηση διμοιρίας.
Στις 31 Ιουλίου 1944 κατά την αναχώρηση της ταξιαρχίας από το λιμάνι της Χάιφα, συναντήθηκε με τον αδελφό του Θανάση που είχε καταταχθεί στο πυροβολικό.
Στις 8 Αυγούστου η ΙΙΙ Ορεινή Ταξιαρχία αποβιβάζεται στο λιμάνι του Τάραντα, και κατευθύνεται προς βορρά για να ενταχθεί στη Μεραρχία των Νεοζηλανδών.
Την 1 Σεπτεμβρίου ξεκινούν για το μέτωπο και στις 3 Σεπτεμβρίου τα δυο αδέλφια συναντήθηκαν για λίγα λεπτά και πάλι, λίγο πριν φτάσουν μπροστά από τη γοτθική γραμμή όπως ονομαζόταν η αμυντική οχύρωση των γερμανικών δυνάμεων στη Νότιο Ιταλία.
Στις 13 Σεπτεμβρίου αρχίζει η επίθεση της Ταξιαρχίας με αντικειμενικό σκοπό την κατάληψη του αεροδρομίου του Ρίμινι.
Στις 15 Σεπτεμβρίου κάτω από καταιγιστικά γερμανικά πυρά η Ελληνική Ταξιαρχία συνεχίζει την προώθησή της στη νότια γωνία του αεροδρομίου. Τα δυο αδέλφια δεν μπορούν να συναντηθούν καθώς αρχίζει η επίθεση, ο Γιώργος είναι στη διμοιρία του και ο Θανάσης στο παρατηρητήριό του συντονίζοντας τις βολές του πυροβολικού. Τους χωρίζουν περίπου 150 μέτρα!!
Ο Γιώργος καθώς κατευθυνόταν προς το τελευταίο σημείο κάλυψης, μια αγροικία, χτυπήθηκε θανάσιμα από τα εχθρικά πολυβόλα.
Στο σημείο αυτό θα ήθελα να σας διαβάσω πως περιγράφει ο αδελφός του Θανάσης Γκιάλας, Λοχίας Πυροβολικού και μετέπειτα, Λοχαγός των ειδικών δυνάμεων στο πολεμικό ημερολόγιο του, την θανάτου του αδελφού του.
16 Σεπτεμβρίου 1944…. Ξημερωθήκαμε στα χαρακώματα, η νύχτα ήταν ψυχρή, υποφέραμε από τη βροχή και τη λάσπη. Ήταν 10 το πρωί όταν ο πυροβολάρχης μου Λοχαγός Θωμάς Γεωργιάδης με κάλεσε στο χαράκωμα και μου είπε: Ακουσε Θανάση παιδί μου, θα πρέπει να δεχτείς με ψυχραιμία και θάρρος την πληροφορία που είμαι αναγκασμένος να σου ανακοινώσω. Ομολογώ πως δεν κατάλαβα τίποτα από την εισαγωγή του Λοχαγού μου, ο νους μου πήγε σε κάποια νέα επικίνδυνη αποστολή. Πες τε μου τι συμβαίνει, τι ακριβώς θέλετε; Μόλις πριν από ολίγου με ειδοποίησαν ότι χθες το απόγευμα σκοτώθηκε ο αδελφός σου. Έμεινα σαν κεραυνόπληκτος, αμίλητος, ψυχρός, προσπαθώντας να βγάλω κάθε σκέψη από το μυαλό μου. Πότε και που κύριε Λοχαγέ;
Εδώ δίπλα μας προς τα αριστερά και μου έδειξε μια μικρή εκκλησία και μερικές αγροτικές κατοικίες.
Μόλις είχε λάβει διαταγή να επιτεθεί, με τη διμοιρία του κατόρθωσαν να φτάσουν μέχρι τα γερμανικά χαρακώματα με τους συμπολεμιστές του, άλλοι έπεφταν νεκροί και άλλοι είχαν τραυματισθεί και ενώ εκτελούσε άλμα προς τα εμπρός μια ριπή πολυβόλου τον χτύπησε στο στήθος και έπεσε εκεί λίγα μέτρα από το γερμανικό πολυβολείο. Οι άντρες του όσοι μπόρεσαν να πλησιάσουν έχουν κάτι να πουν για τον υπολοχαγό τους. Ξεψυχώντας τους είπε: Παιδιά τους τραυματίες μην τους αφήσετε, βοηθήστε τους τραυματίες, αφήστε με εδώ.
Είχε ζήσει πιστός στρατιώτης για τον στρατιώτη.
Στις 10 Σεπτεμβρίου 1944, 5 μέρες πριν το θάνατό του είχε προαχθεί σε έφεδρο υπολοχαγό, ενώ στις 15 Σεπτεμβρίου 1944 επί του πεδίου της μάχης προήχθη σε έφεδρο Λοχαγό και του απονεμήθηκε το Χρυσούν Αριστείο Ανδρείας. Στις 29 Νοεμβρίου 1950 του απονεμήθηκε ο Πολεμικός Σταυρός β Τάξης διότι έπεσε μαχόμενος επί του πεδίου της μάχης.
Αναπαύεται μαζί με 116 συμπολεμιστές του στο Ελληνικό Στρατιωτικό Κοιμητήριο στο Ρίμινι.
Η πολιτεία τιμώντας τον ως τον πρώτο Χιώτη Αξιωματικό που έπεσε στο πεδίο της μάχης ονόμασε το κεντρικό στρατόπεδο της Χίου, Στρατόπεδο έφεδρου Λοχαγού Γεωργίου Γκιάλα.
Το 2018 μετά το θάνατο του αδελφού του και πατέρα μου Κωνσταντίνου Γκιάλα, παραμερίζοντας οικογενειακούς συναισθηματισμούς, δώρισα τη στολή του θείου μου, στην 96ΑΔΤΕ, θεωρώντας ότι θα κοσμεί το στρατόπεδο που φέρει το όνομά του, θα συμβάλλει στη διατήρηση της ιστορικής μνήμης και θα αποτελεί τον θεματοφύλακα όσων αναφέρονται στο θυρεό της 96ΑΔΤΕ «ΚΑΙ ΙΕΡΑ ΚΑΙ ΠΑΤΡΙΑ ΤΙΜΗΣΩ».
Τελειώνοντας θα ήθελα να διαβάσω μερικούς στίχους από το ποίημα που έγραψε για τον αδελφό του, ο χριστιανός ποιητής Αλέξανδρος Γκιάλας, περισσότερο γνωστός με το ψευδώνυμο Γ. Βερίτης.
Στον τάφο σου στο Ρίμινι θα ράνω δυό λουλούδια
Γείρε αδελφέ μου να σου πω στ’ αφτί
Στον τάφο στο Ρίμινι λίγα φτωχά τραγούδια
Κει πόχει το κορμάκι σου θαφτεί.
Στη κάτασπρη τη πλάκα σου γονατιστή η ψυχή μου
Στο σύθαμπο για σε παρακαλά
Και δε θα κάψω θυμιατό, λιβάνι η προσευχή μου
Θ’ ανέβει κι από τ άστρα πιο ψηλά.
Χιλιάδες πνεύματα έτρεξαν να σε δεχτούν στην πύλη
Κι η σάλπιγγα χτυπά η χερουβική
Και μια ψυχή με το γλυκό χαμόγελο στα χείλη
Σου ανοίγει την αγκάλη στοργική.
Σεμνή, τα μάτια λάμπουνε στο πρώτο αντίκρισμά σου
Κι μέσα τους η αυγή φεγγοβολλά
Καλως της ήρθες χρυσογιέ, γείρε και ξεκουράσου
Στης μάνας την ατίμητη αγκαλιά.