Προτού γνωρίσω τον Στρατή Μπαλάσκα, γνώρισα την λέξη Μπαλάσκα στον Ελληνικό Στρατό.
Θήκη φυσιγγίων είναι η Ελληνική ονομασία, γιατί η παλάσκα και όχι μπαλάσκα, που είναι η Ελληνική παράφραση, σημαίνει το ίδιο πράγμα, αλλά φυσικά είναι Τουρκική λέξη.
Τώρα μην αρχίσομε γιατί στον Στρατό χρησιμοποιούμε Τουρκικές ορολογίες, γιατί αν μετρήσομε πόσες Ελληνικές χρησιμοποιούν οι Τούρκοι θα πάθουμε την ίδια πλάκα, που παθαίνουν όσοι δεν συνειδητοποιούν ότι αιώνες κοινής διαβίωσης, είναι απολύτως λογικό να μας κάνουν να χρησιμοποιούμε κοινές λέξεις, για να μην το επεκτείνουμε και στις συμπεριφορές και συγχιστούμε.
Μετά λοιπόν την λέξη γνώρισα τον Στρατή, για τον οποίο είπα κάποια πράγματα στην παρουσίαση του βιβλίου στον Φάρο https://www.alithia.gr/politismos/paroysiastike-vivlio-toy-strati-mpalaska.
Επειδή λοιπόν τα γραπτά μένουν, επιτρέψτε μου να τα μεταφέρω, λύνοντας σας αρχικά την απορία γιατί σας πρήζω τώρα με έναν Μυτιληνιό συνάδελφο.
Το κάνω γιατί ο Στρατής, εκτός από λογοτέχνης είναι συνυφασμένος με την ζωή σας.
Ένας άνθρωπος, ένας δημοσιογράφος, που για 40 χρόνια, έχει καταγράψει χοντρικά και λεπτομερώς όλα τα γεγονότα της περιοχής μας, είναι κομμάτι δικό μας.
Εμένα περισσότερο και εξήγησα γιατί. Γιατί το περισσότερο από αυτό το διάστημα είτε στην πάλαι ποτέ ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ του μεγάλου μας ΔΑΣΚΑΛΟΥ Σεραφείμ Φυντανίδη είτε στο Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων ήμουνα ο ομφάλιος λώρος του Στρατή από την Χίο στην Μυτιλήνη και μετά στο κέντρο.
Τι κέρδισα από αυτή την επαφή ή αν θέλετε τι κερδίσαμε και οι δυό; Ότι πάνω από την πολιτική είναι η φιλία, η χημεία, οι ανθρώπινες σχέσεις. Κνίτης εγώ και Ρηγάς ο Στρατής (τα χρόνια της… επανάστασης) αντί για… μισητοί αντίπαλοι γινήκαμε κουμπάροι (βάφτισε τον γιό μου) και μέσα από δύο μεγάλες αγάπες μας, την δημοσιογραφία και την Μικρά Ασία, βρήκαμε τον δρόμο της ελευθερίας, και αυτό δεν είναι άλλο από την προσπάθεια να πετάξεις από μέσα σου τον φανατισμό, να καταλάβεις ότι δεν υπάρχει μεγαλύτερη βλακεία, από το να υποστηρίζεις ότι κατέχεις την απόλυτη αλήθεια.
Τέλος με αφορμή τα ταξίδια που περιγράφονται και στις δύο πλευρές του Αιγαίου, θύμισα δυό «χαριτωμένα» επεισόδια.
Το πρώτο εκτυλίχθηκε στην κατάμεστη από κόσμο Αίθουσα της εφημερίδας Μιλιέτ στην Κωνσταντινούπολη. Είμαστε εκεί με τον Στρατή για να παραλάβουμε το βραβείο Ιπεκτσί. Ενώ είχαν μπεί μέσα στον τεράστιο χώρο οι πάντες, βουλευτές, υπουργοί και δεν συμμαζεύεται, ξαφνικά σηκώνονται πάνω σαν αυτόματα, όλοι, σηκωνόμαστε και εμείς. Τι είχε συμβεί; Στην Αίθουσα μπήκε μέσα ο Οικουμενικός Πατριάρχης.
Κοιταχτήκαμε με τον Στρατή με σημασία. Αν γίνονταν αυτό στη χώρα μας, πόσοι θα σηκωνόμαστε όρθιοι, συμπεριλαμβανομένων και των ιδίων;
Κάποια στιγμή λοιπόν στην διάρκεια των χαιρετισμών, ο Πατριάρχης μας σηκώνει τα χέρια και λέει «Αυτοί είναι οι άγγελοι του Αιγαίου». Οπότε ο Στρατής, ευτραφής τότε, γυρίζει και του λέει. «Παναγιώτατε, βαρύς δεν είμαι για… άγγελος»;
Μετά εγώ, που ήμουνα του… θρησκευτικού, του εξήγησα ότι οι άγγελοι είναι άυλα πλάσματα, άσε που οι διαβόλοι είναι εκπέσαντες άγγελοι, αυτό άρεσε στον Στρατή γιατί φωτογράφιζε την περίπτωση μας.
Άλλη μια φορά, μου τηλεφωνά ο Στρατής περιχαρής, ότι εξασφάλισε συνέντευξη με τον Πατριάρχη πάλι, και μάλιστα σε γεύμα σπίτι του.
‘Ελα τυχεράκια, θα φας καλά του λέω, ήξερα τις… αδυναμίες του.
Την επομένη, επειδή τήρησε σιγή ασυρμάτου, επικοινώνησα εγώ. Τι έγινε ρε Μυτιληνιέ, έφαγες καλά;
Σκατά, μου απαντά ο Στρατής. Ρε συ, δεν σκέφτηκα ότι με κάλεσε Παρασκευή και το γεύμα ήταν φακές νερόβραστες. Ευτυχώς είχε και ελιές, οπότε τις τσάκισα.
Σταματώ εδώ. Θα ήθελα όμως με την ευκαιρία να συγχαρώ, τους δύο Βουλευτές μας και τον Περιφερειάρχη, που παρά το βεβαρημένο πρόγραμμα τους τίμησαν με την παρουσία τους την εκδήλωση. Τίμησαν στην ουσία ένα ακάματο σκαπανέα της δημοσιογραφίας στο Αιγαίο, που ως γνωστόν, σύμφωνα με τον Σεραφείμ Φυντανίδη είναι το πιο αδηφάγο ζώο, διότι για να επιβιώσει τρώει εν ψυχρώ ένα μεγάλο συγγραφέα. Γνωρίστε εκ των υστέρων έστω την ευαισθησία του, μέσα από το λογοτεχνικό πόνημα του.
Υ.Γ: Μεσούσης της φρενίτιδας των Τούρκων να επισκέπτονται τα νησιά μας, μου τηλεφωνά ο Στρατής στο… άσχετο.
Ρε Χιώτη, μου λέει, όταν μας λέγαμε ρε πράκτορες, που γράφαμε ότι πρέπει να ανοίξει αυτός ο δίαυλος και να μην πηγαίνουμε μόνο εμείς απέναντι, αν τότε λέγαμε πως σε περίπτωση επιτυχίας του εγχειρήματος, θα μας δίνουν εμάς ένα ευρώ το κεφάλι, ξέρεις σήμερα πόσα θα οικονομάγαμε; Κάγκελο εγώ, για το επιχειρηματικό μυαλό του Μυτιληνιού.