Οι ηρωίδες καθαρίστριες και η «συναυλία των χοίρων»

Γιάννης Τζούμας
Τετ, 30/07/2025 - 21:54

Στην αρχή είπα να βάλω «συναυλία των γύφτων» αλλά το μετάνιωσα. Λέω κάποιοι θα διαβάσουν μόνο τον τίτλο και θα το δουν ρατσιστικά και δεν θέλω.

Στη δημοσιογραφία ξέρετε, εγώ τουλάχιστον, μέχρι στιγμής, έχω την ευτυχία να έχω ζήσει τουλάχιστον τρεις ζωές. Αμέτρητα ρεπορτάζ, καταγραφή προβλημάτων, χαρά για τη λύση τους, γνωριμία ανθρώπων, χαρακτήρων, καταστάσεων.

Δεκαετία του 1990 και συντοπίτες μας Ρομά, πριν οι προοδευτικοί Βαρβασιώτες τους ενοικιάσουν σπίτια, έμεναν σε σκηνές στην κοίτη του Παρθένη, εκεί που είναι σήμερα η Έκθεση αυτοκινήτων Ατταλιώτη. Σε ένα λοιπόν ρεπορτάζ, για τις συνθήκες ζωής τους, μια τσιγγάνα μας φώναξε στο τσαντίρι της να μας κεράσει μια πορτοκαλάδα. Οι άλλοι συνάδελφοι το… ξανασκέφτηκαν, εγώ κυρίως από ένστικτο την ακολούθησα και εκεί έπαθα… πλάκα, σε σημείο που ντράπηκα που μπήκα μέσα με τα παπούτσια.

Παντού καθαριότητα, χαλιά, σεμεδάκια, κουρτινάκια, διακοσμητικά μοτίβα, απίστευτη τάξη, όλα να λάμπουν και να αστράφτουν.
Επειδή τέτοια πάστρα λοιπόν δεν έχω δει ποτέ και πουθενά, έκανα όρκο που λέμε να μη χρησιμοποιήσω ποτέ τη λέξη «γύφτος» διότι συνειρμικά παραπέμπει στους τσιγγάνους.

Έτσι κατέληξα να γράψω «χοίρων» αλλά έβαλα εισαγωγικά στη λέξη, διότι σε ένα άλλο ρεπορτάζ στη φάρμα του πρώην Προέδρου της Κοινότητας Μ. Διδύμας, έπαθα άλλη «πλάκα». Είδα πόσο καθαρά εκτός από συμπαθητικά είναι τα γουρουνάκια.
Και το συμπαθητικά το παράκαμψα, διότι κάθε Κυριακή απολαμβάνω, μετά το κερί στους Ταξιάρχες, και εκτός αυστηρών νηστειών, τον γύρο του ομοχώριού μου Πανάδη, που με τους υπόλοιπους Μεστούσους μας σερβίρει ο πολυχρονεμένος μας Αγάς, που να κόβει ο Αλλάχ χρόνια από μένα και να του τα δίνει λεπτά, αλλά «κόλλησα» στο καθαρά.

Μετά διάβασα ότι επειδή απλά τα γουρούνια δεν έχουν όπως εμείς οι άνθρωποι ιδρωτοποιούς αδένες, να τους κρατούν σταθερή τη θερμοκρασία, κυλιούνται στις λάσπες για να δροσιστούν.

Θα με συγχωρήσετε τώρα για τον μακρύ πρόλογο, διότι έπρεπε να δικαιολογήσω τον τίτλο, μετά από αυτό που αντίκρισα σήμερα στις 6 το πρωί. Επί δύο ώρες, στην κυριολεξία, δύο καθαρίστριες, αυτές οι ηρωίδες που βλέπετε, καθάριζαν χιλιάδες, στην κυριολεξία πλαστικά μπουκαλάκια, σακούλες από πατατάκια, γαριδάκια, περιτυλίγματα παγωτών και ό,τι σκουπίδι φανταστεί κανείς, αν μπορούσαν μερικοί θα έχεζαν και εκεί, μετά συγχωρήσεως, μετά το τέλος της συναυλίας για τον Μίκη Θεοδωράκη.

Και λέω τώρα φωναχτά από… μέσα μου. Αν ο Μίκης βρε αδελφέ, ως άκουσμα και ως κουλτούρα απαιτεί ένα στοιχειώδες επίπεδο, αν αντ’ αυτού είχαμε να κάνουμε με πανηγύρι, όπου υπάρχει και ένα τσακίρ κέφι, τι ακριβώς θα αφήναμε φεύγοντας;

Κοντολογίς αδέλφια, επειδή εγώ απέφυγα το «γύφτοι» και επειδή για το «χοίροι» εξήγησα ότι είναι πεντακάθαρα ζώα, αλλάξτε εσείς τον τίτλο και κάντε το άνθρωποι.
Και επειδή εδώ την έχουμε τη δικαιολογία, ακόμα και αν δεν υπήρχαν κάδοι, δεν μπορούσαμε φεύγοντας να πάρει ο καθένας το άδειο μπουκαλάκι σπίτι του; Έπρεπε να το πετάξει κάτω; Αν ήταν μέσα στο σπίτι του το ίδιο θα έκανε;

 

ΥΓ. Την απάντηση σε όλα αυτά μας την έδωσε ο Καζαντζάκης. Μην λες τι κάνουν οι άλλοι, να λες τι κάνω εγώ. Εσείς οι εκατοντάδες, οι χιλιάδες της πλατείας και της συναυλίας απαντήστε. ΕΓΩ πού πήγα το μπουκαλάκι μου; Και την επόμενη φορά πάρτε το μαζί σας.

Σχετικά Άρθρα