Φιλοσοφία μια συνεχής πορεία προς τη γνώση και την αλήθεια

Παρ, 05/04/2019 - 11:19

“Φιλόσοφοι θηραταί τῆς ἀληθείας”
-Πυθαγόρας-

 

Φιλοσοφία είναι ο αγώνας για την αναζήτηση τής αλήθειας. Και φιλόσοφος είναι αυτός που ασχολείται με τις έννοιες των πραγμάτων και ουδόλως με έννοιες φανταστικές.
Αν η φιλοσοφία αποτελεί βασικό δομικό υλικό της σκέψης τού ανθρώπου, τότε εύκολα μπορεί να συμπεράνει κανείς την προτεραιότητα αλλά και τη φροντίδα που πρέπει να δίνουμε το υλικό της σκέψης (δηλ. τις έννοιες) και πως αυτό πρέπει να το χρησιμοποιούμε.

Η φιλοσοφία λοιπόν μαθαίνει αυτόν που φιλοσοφεί, πως να σκέφτεται αλλά και πως να το εκφράζει. Η φιλοσοφία αλλά και η πολιτική πρέπει να σε μαθαίνει το Σωκρατικό “πως βιωτέον” ότι δηλαδή δεν είναι μόνο τρόπος σκέψης, αλλά και τρόπος ζωής. Είναι λοιπόν (η φιλοσοφία) εκτός από μέθοδος έρευνας, και τρόπος ζωής. Η μέθοδος έρευνας αρχίζει από το“ἀπορεῑν” του Αριστοτέλη αναζητώντας διέξοδο στα δεδομένα αδιέξοδα (α[στερ.] + πόρος, πέρασμα – διέξοδος).

Ίσως αρχικά ο φιλόσοφος στράτευσε τη φιλοσοφία του στην κατάκτηση τού όντος· όμως αυτό έγινε η αιτία τής αποτυχίας της. Δυστυχώς στο δρόμο αυτό κινήθηκε και η νεώτερη φιλοσοφία και γι αυτό εξέπεσε στην υπηρεσία τού συστήματος. Αυτός είναι ο λόγος που εφ’ όσον η φιλοσοφία δεν είναι αρκετή για την γνωστική κατάκτηση του όντος, να καθορίζεται από την ανάγκη να μείνει ανεπιτέλεστος ο αγώνας που διεξάγεται στο υποκείμενο για τη συμφιλίωση του νοείν και του Είναι. Έτσι δεν φαίνεται να ήλθε το τέλος της φιλοσοφίας, όπως δεν ήλθε και το τέλος της ιστορίας· απλά όποιος φιλοσοφεί ανακαλύπτει μια νέα αρχή. Η φιλοσοφία τής ύπαρξης είναι τόσο πολύ φιλοσοφία, ώστε παύει να είναι φιλοσοφία. Διότι γειτονεύει περισσότερο με τη ζωή παρά με τη σκέψη.

Και ζωή για τον άνθρωπο δεν σημαίνει τη μοναξιά των ψευδαισθήσεων μιας άλλης βιωτής , αλλά μία αγαπητική συνάντηση τού ανθρώπου με τη φύση με γνήσια και αληθινή φιλοσοφική διάθεση· η οποία ωστόσο δεν πρέπει να συντρίβεται μέσα στον ηθικό στίβο του ανθρώπου που προσμένει την ελπίδα μέσα από μια συνείδηση ενοχής που στηρίζεται στο θρησκευτικό πεδίο ζητώντας την αθανασία στο θάνατο.

Εδώ να επισημάνουμε πως η “φιλοσοφία” προϋποθέτει ελευθερία στη σκέψη και τόλμη στην έκφραση, και μέσα απ’ αυτήν πορεία προς την αναζήτηση της αλήθειας, μέσα από πλήθος ερωτημάτων όπως π.χ το νόημα της ζωής, την ηθική, το δίκαιο... Γνωρίζοντας όμως, πως η δικαιοσύνη είναι αντίθετη με το συμφέρον· πράγμα που αποδεικνύει ο πόνος του κόσμου όταν μάλιστα προσπαθεί να τον αντιμετωπίσει ως παθητικός δέκτης και απλός εκτελεστής, μακριά από τον ορθολογισμό, σθεναρά και κατά πρόσωπον και όχι μέσα από δεδομένες αλήθειες, μη γνωρίζοντας την ανηθικότητα τής ηθικής η οποία δεν θεωρεί τον άνθρωπο ικανό να κρίνει τον εαυτό του, ούτε τον θεωρεί ως πηγή αξιών.

Και γι αυτό, μέσω της φιλοσοφίας έχει κανείς τη δύναμη να μην παρασύρεται σε απόψεις μόνο επειδή τις λένε πολλοί (πρβλ. “οὐκ ἐν τῷ πολλῷ τό εὖ”). Δηλ. “φιλοσοφία” σημαίνει αμφισβήτηση “δεδομένων”. Η φιλοσοφία είναι αρκετή για να καλύψει όλες τις αξιώσεις τού πνεύματος χωρίς να κλείνεται στη μόλυνση στεγανών ή αναπόδειχτων θεωριών.

Ο αφιλοσόφητος άνθρωπος στην πραγματικότητα αγωνιά για το εάν ή όχι θα απολέσει το πρόσκαιρο όσο και το ασήμαντο “εγώ” του, για το πως “θα σωθεί” από το κοινωνικό βόρβορο-παραβαίνοντας τη φυσική τάξη- αφού τοποθετεί σε ίση μοίρα τον πλούτο τής ζωής με την κίβδηλη ελπίδα να σώσει την ψυχή του, μη γνωρίζοντας ότι αυτό μπορεί να συμβεί μόνο μέσα από τη μέριμνα μιας φυσικής ζωής.

Ωστόσο η φιλοσοφία δρα μεταξύ των απαρχών του δυνατού και του αδύνατου· πράγμα που ο Πίνδαρος ονομάζει “ἔμπρακτον μαχανάν”*. Δηλαδή η φιλοσοφία παρουσιάζεται ως πρακτικό χρέος του ανθρώπου καθώς τον αποτρέπει από το κυνήγι του θεϊκού βίου ή μιας παραδείσιας ζωής δηλ. μιας τέλειας ζωής που είναι ανέφικτη. Με τέτοιες σκέψεις ο άνθρωπος μπορεί να ζη, όμως δεν υπάρχει, γιατί η ζωή του αυτή δεν διαφέρει από αυτήν των ζώων, μια και βιώνει μέσα σε μια πολιτισμένη ζούγκλα. Έτσι η παρουσία τού ανθρώπου δηλαδή ο ανθρώπινος βίος είναι τόσο απάνθρωπος, που θα μπορούσε να πει κανείς πως δεν θα τον ενοχλούσε η απουσία του. Επιτρέποντας στον εαυτό του να σκεφτεί ακόμη και τη λαχτάρα της καταστροφής... Το λάθος αρχίζει από τη στιγμή που ο άνθρωπος τη μάχη αυτή δεν την δίνει ενάντια στον εαυτό του, αλλά την κάνει ενάντια στους άλλους. Εάν όμως ο καθένας έκανε τη δουλεία του κατά το σωκρατικό “ἕκαστον τά εαὑτοῡ πράττειν” πιθανόν ο άνθρωπος να έφτανε σε μια ισορροπία λογικής.

Και η λογική αυτή μας λέει πως ο άνθρωπος δεν πρέπει να κυνηγάει μάταια και ψευδή προσπαθώντας να ανταλλάξει την ανθρώπινη δυνατότητα με κάποια υπεράνθρωπη αδυνατότητα. Έτσι λοιπόν τη γνώση δεν την αποκτά κανείς περισσότερο με το βαθμό της νοημοσύνης, όσο με το ποιόν της νοημοσύνης. “Γιατί το ζήτημα δεν είναι να μου πει κανείς τι πρέπει να φάω για να γίνω βασιλιάς, αλλά τι θα γίνω τρώγοντας μπομπότα” (αλλιώς κουτόχορτο) σε μια χώρα των θρήνων, όπου ο άνθρωπος ζη αγελαία ανάμεσα στο καλό και το κακό βιώνοντας ημέρες θανάτου αναμένοντας να χρηστεί ή μάλλον να μεταμορφωθεί βασιλιάς σε μια χώρα νεκρών.

Ωστόσο ο παραλογισμός και η αντίφαση βρίσκεται στην αντικατάσταση τής πραγματικότητας (παρόν) με τη δυνατότητα ενός αόρατου μέλλοντος· για τον λόγο ότι αυτό φύεται πάνω στη λήθη τής αλήθειας, ή την εσκεμμένη αναλήθεια των βυβλίων, σε αντίθεση με αυτήν που βγαίνει μέσα από την ερευνητική και πλαστουργική δύναμη του ανθρώπου. Αυτό φαίνεται να είχε κατανοήσει, εφάρμοζε, και δεν ήθελε να ξεχάσει ο παρεξηγημένος κυνικός και “ξεροκέφαλος” Διογένης, ψάχνοντας να βρει τη δύναμη για να ζήσει πέραν από τη “λογική των νόμων”, στην ελευθερία τού λόγου και της πράξης. Γι αυτό και όταν τον κατηγόρησαν πως “κάνει τον φιλόσοφο” (ενώ δεν είναι), αυτός απάντησε: “εἰ καί προσποιοῡμαι σοφίαν, καί τοῡτο φιλοσοφεῑν ἐστί” δηλ. και το να επιζητώ τη σοφία, κι αυτό φιλοσοφία είναι. Κανείς λοιπόν δεν είναι ακατάλληλος για τη φιλοσοφία γιατί και το να ζη κανείς καλά (καλῶς ζῆν) χρειάζεται να φιλοσοφεί .

Τόσο απλά…
 

* Οι στοίχοι στους Πιθυόνικους τού Πινδάρου (Πυθιονίκαις 59- 62) είναι:

 

Χρή τά ἐοικότα παρ’ δαιμόνων μαστεύμεν θναταῑς φρασίν,

γνόντα τό παρ’ ποδός, οἵας εἰμέν αἴσας

μή, φίλα ψυχά, βίον ἀθάνατον σπεῡδε,

ταν’ δ’ ἔμπρακτον ἄντλει μαχανάν…

 

Πρέπει από τους θεούς ν’ αποζητούμε ότι ταιριάζει στων θνητών τη φύση,

το τι ‘ναι μπρος στα πόδια μας γνωρίζοντας

τη μοίρα μας ποιά είναι μη ξεχνώντας.

Ψυχή μου, μην ποθείς αθάνατη ζωή

ό,τι περνά απ’ το χέρι σου εξάντλησέ το.

Μετάφραση Ι. Ν. Γρυπάρης

 

Άλλες απόψεις: Του Του Κ. Α. Ναυπλιώτη