ΑΦΙΕΡΩΜΑ
ΓΙΑ ΤΑ ΕΚΑΤΟ ΧΡΟΝΙΑ ΑΠΟ ΤΗ ΜΙΚΡΑΣΙΑΤΙΚΗ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗ
(1922 - 2022)
ΑΘΗΝΑ 2022
ΗΛΙΑΣ ΒΕΝΕΖΗΣ Ο ΔΡΑΜΑΤΟΥΡΓΟΣ ΤΩΝ ΑΛΗΣΜΟΝΗΤΩΝ ΠΑΤΡΙΔΩΝ
ΑΦΙΕΡΩΜΑ
ΓΙΑ ΤΑ ΕΚΑΤΟ ΧΡΟΝΙΑ ΑΠΟ ΤΗ ΜΙΚΡΑΣΙΑΤΙΚΗ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗ
(1922-2022)
Υπό Δρ. ΜΑΡΙΑΣ - ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ Γ. ΓΙΑΤΡΑΚΟΥ
Συμπληρώθηκαν φέτος εκατόν δεκαοκτώ χρόνια από τη γέννηση και σαράντα εννέα από το θάνατο του Ηλία Βενέζη, ενός από τους σημαντικότερους πεζογράφους της λογοτεχνικής γενιάς του 1930. Το πραγματικό του όνομα ήταν Ηλίας Μέλλος[1].
Ο Ηλίας Βενέζης γεννήθηκε το 1904 στο Αϊβαλί της Μικράς Ασίας, από όπου εκπατρίστηκε για πρώτη φορά το 1914, όταν οι Τούρκοι άρχισαν διωγμούς των χριστιανών μέ την πρώτη παγκόσμια σύρραξη[2]. Η οικογένειά του γνώρισε έτσι το δράμα του πρώτου διωγμού από τα χρόνια του πρώτου παγκοσμίου πολέμου. Ο πατέρας του και μια αδελφή του έγιναν όμηροι των Τούρκων, αυτός η μητέρα του και τα άλλα παιδιά φυγάδες στη Μυτιλήνη. Εκεί ο Βενέζης θα τελειώσει το Γυμνάσιο. Η οικογένεια θα μαζευτεί ξανά στο Αϊβαλί το 1919 και θα μείνει εκεί ως το 1922, οπότε ο Βενέζης θα γνωρίσει και ο ίδιος την ομηρία, μετά την οποία καταφεύγει στη Μυτιλήνη, τόπο καταγωγής της μητέρας του, όπου δημοσιεύει τις πρώτες συνέχειες του χρονικού της ομηρίας στο έργο του «Νούμερο 31328», στην εφημερίδα «Καμπάνα»[3].
Οδυνηρή στάθηκε η εμπειρία του, από τη Μικρασιατική Καταστροφή του 1922, όταν τον συνέλαβαν οι Τούρκοι και τον έστειλαν αιχμάλωτο, στα εργατικά τάγματα της Ανατολής, περιπέτεια ανεξίτηλη στην ψυχή του, που αποτυπώθηκε με δραματικότητα στο παραπάνω χρονικό, «Το Νούμερο 313284[4]». Το «Νούμερο 31328» δεν είναι τυχαίο. Είναι ο αριθμός που είχε ως όμηρος ο συγγραφέας στα «τάγματα εργασίας».
Το βιβλίο του που έκανε γνωστό παγκοσμίως το δράμα των ξεριζωμένων Ελλήνων της Μικρασιατικής καταστροφής είναι η «Αιολική Γη». Γνώρισε περίπου εικοσιτέσσερις εκδόσεις κι η 24η από τον εκδοτικό οίκο της «Εστίας» με εικονογράφηση του βιβλίου και του καλύμματος του από τον Σπύρο Βασιλείου[5].
Ιδιαιτέρως συγκινεί ο πρόλογος του βιβλίου, γραμμένος, από τον Άγγελο Σικελιανό στα 1944, Συγκινημένος κι ο ίδιος ο Άγγελος Σικελιανός το εκφράζει στο γραπτό του από τη σκηνή του έργου του Βενέζη, που αποτελεί και την αποκορύφωσή του,
«Ο παππούς και η γιαγιά διώχνονται βίαια και για πάντα από την αιολική γη κι από το βιός τους κι άφηναν πίσω τους μνήμες και ό,τι βίωσαν και δημιούργησαν οι ίδιοι και οι
προηγούμενες γενιές, μια τρισχιλιετή δηλαδή πολιτιστική κληρονομιά και ταξιδεύουν στο Αιγαίο προς την ελεύθερη Ελλάδα. Η γιαγιά κουρασμένη γέρνει το κεφάλι της στο στήθος του παππού αλλά κάτι την εμποδίζει. Κι είναι χαρακτηριστικός και Συγκινητικός ο διάλογος που ακολουθεί;
«- Τι είναι αυτό; ρωτά σχεδόν αδιάφορα. Ο παππούς φέρνει το χέρι του. Το χώνει κάτω απ’ το ρούχο, βρίσκει το μικρό ξένο σώμα που ακουμπά στο κορμί του και που ακούει τους κτύπους της καρδιάς του.
- Τι είναι;
- Δεν είναι τίποτα, λέει δειλά ο παππούς, σαν παιδί που έφταιξε. Δεν είναι τίποτα. Λίγο χώμα είναι.
- Χώμα!
- Ναι, λίγο χώμα απ' τη γη τους. Για να φυτέψουν ένα βασιλικό, της λέει, στον ξένο τόπου που πάνε. Για να θυμούνται.
Αργά τα δάχτυλα του γέροντα ανοίγουν το μαντίλι, όπου είναι φυλαγμένο το χώμα. Ψάχνουν εκεί μέσα, ψάχνουν και τα δάκτυλα της γιαγιάς] σα να το χαϊδεύουν. Τα μάτια τους, δακρυσμένα, στέκουν εκεί. »
- Δεν είναι τίποτα λέω. Λίγο χώμα. Γ η, Αιολική Γη, Γη του τόπου μου».
Ο Άγγελος Σικελιανός στον πρόλογο του βιβλίου του Ηλία Βενέζη «Αιολική Γη» σημειώνει ότι, «το μικρό μαντίλι με το φυλαγμένο από την πατρίδα χώμα είναι η ίδια η σάρκα και το πνεύμα της Ιωνίας. Η Ιωνία δεν χάθηκε. Η Ιωνία ζει. Ο χαμένος της προαιώνιος πολιτισμός υπάρχει. Μας τον έφερε το δράμα το φρικιό της ιστορίας. Μας τον έφερε η προσφυγιά κοντά μας. Μας τον έφερες εσύ, Ηλία Βενέζη, Σκύβω και φιλώ το χώμα εκείνο πρώτα. Έπειτα από μέρους όλων μας των αδελφών και μεγαλύτερος στα χρόνια σκύβω και φιλώ με αυτόν τον ίδιο πρόλογο και το δικό σου μέτωπο, αδελφέ Βενέζη»[6].
Μεταφρασμένο σε πολλές γλώσσες το βιβλίο του Βενέζη «Αιολική Γη» υπήρξε η καλύτερη διεθνής ενημέρωση για τη γενοκτονία του ελληνισμού το 1922. Συνέβαλε στο να γνωρίσουν οι ξένοι τον ξεριζωμό 1,5 εκατομμυρίου Ελλήνων από τη Μικρά Ασία και τον Πόντο[7].
Συγκλονιστικές οι μαρτυρίες των ξένων για τη μικρασιατική τραγωδία του ελληνισμού, που κατά την περιγραφή του Βενέζη μοιάζει ως μία εξορία από τον Κήπο της Εδέμ, για τον οποίο διατηρεί μία έντονη νοσταλγία και δημιουργεί μια άλλη Εδέμ από τη χαμένη Ανατολή[8].
Κι ο Πιερ Αμαντρί στο δικό του πρόλογο στη γαλλική έκδοση σημειώνει ότι, «ο Βενέζης, όπως στο χορό της τραγωδίας βάζει ως κύριο πρόλογο χου έργου του ένα λαό διωγμένο, κυνηγημένο που κατεβαίνει προς τη θάλασσα κουβαλώντας μαζί του το σώμα του αγίου του. Είναι, όπως χιονίζει η σπαρακτική έξοδος. Όλος ο χριστιανισμός της Μικράς Ασίας που ξεριζώνεται από τη γη του»[9].
Ο Ηλίας Βενέζης δημοσίευσε όπως προαναφέρθηκε το «Νούμερο 31.328» στην εφημερίδα «Καμπάνα». Στην ίδια εφημερίδα δημοσίευσε και ο Μυριβήλης, επικεφαλής τότε μιας ομάδας νέων λογοτεχνών, ο οποίος ενθάρρυνε το Βενέζη στα πρώτα του βήματα. Ο Βενέζης ήλθε στην Αθήνα το 1932 και διορίστηκε στην Τράπεζα της Ελλάδος. Στην Κατοχή φυλακίστηκε από τους Γερμανούς στο Χαϊδάρι. Χρημάτισε επανειλημμένα Γενικός Διευθυντής του Εθνικού Θεάτρου και το 1957 έγινε ακαδημαϊκός[10].
Το έργο του Βενέζη συμπυκνώνεται κυρίως σε μια συλλογή διηγημάτων ο «Μανώλης Λέκας» (1928), ακολουθεί το «Νούμερο 31.328» που συνάντησε θερμότατη υποδοχή. Τα βιβλία που τον καθιέρωσαν ως σπουδαίο συγγραφέα και λογοτέχνη είναι περισσότερο τα βιβλία του «Γαλήνη» (1939) και η «Αιολική Γη» (1943), που αποτελούν, ιδίως το δεύτερο, ένα είδος ανάμεσα στο μυθιστόρημα και στο χρονικό. Έγραψε και πολλά βιβλία, κυρίως συλλογές διηγημάτων και ταξιδιωτικές εντυπώσεις ή χρονικά (μεταξύ των οποίων το «Χρονικόν της Τραπέζης της Ελλάδος» (1955) και τις βιογραφίες «Αρχιεπίσκοπος Δαμασκηνός» (1952) και «Εμμανουήλ Τσουδερός» (1965). Στα τελευταία του βιβλία συγκαταλέγονται η «Εφταλού» (1972), η μυθιστορία «Στις ελληνικές θάλασσες» (1973) και οι αφηγήσεις «Μικρασία χαίρε» (1974).[11]
Τα τρία σημαντικότερα βιβλία του που του εξασφάλισαν την επιτυχία και τον έκαναν διάσημο αλλά και τον περισσότερο διαβαζόμενο πεζογράφο της «γενιάς του ‘30» βασίζονται στο υλικό που είχε αποθησαυρίσει μέσα στη ψυχή του από τη ζωή του την όμορφη και τραγική ύστερα από τη μικρασιακή πατρίδα. Στο «Νούμερο 31.328» εξιστορείται η τραγωδία της ομηρίας των Ελλήνων στο εσωτερικό της Μικράς Ασίας. Στη «Γαλήνη» ασχολείται με τα διάφορα προβλήματα (όχι μόνο οικονομικά και κοινωνικά, αλλά και ψυχικά και συναισθηματικά), που δημιούργησε η εγκατάσταση των ξεριζωμένων Μικρασιατών στην Ελλάδα, η οποία δεν έγινε πάντοτε με την αυτοπροαίρετη συναίνεση των ντόπιων. Τέλος, στην «Αιολική γη» παρακολουθούμε τη μετατροπή με την επενέργεια της νοσταλγικής διάθεσης του συγγραφέα, που ολοένα μεγάλωνε με τον καιρό σαν παραμύθι της βιωμένης στα παιδικά του χρόνια ζωής στην ιωνική γη.[12]
Το μοναδικό θεατρικό έργο του Βενέζη, το «Μπλοκ C», ανεβάστηκε το 1946 από το Εθνικό Θέατρο. Από το 1946 χρονολογείται και η μετάφραση βιβλίων του στο εξωτερικό, σε πολλές ευρωπαϊκές γλώσσες με μεγάλη απήχηση[13]. Η παρουσία του Βενέζη, στον ελλαδικό χώρο είναι πολυδιάστατη. Συνεργάστηκε για πολλά χρόνια με το Ίδρυμα Ραδιοφωνίας σε τακτικές και προσωπικές εκπομπές, υπήρξε μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου του Εθνικού Θεάτρου, της Λυρικής Σκηνής της Κοιλότητας Ευρωπαίων συγγραφέων, της ελληνοαμερικανικής Ένωσης και ιδρυτικό μέλος της «Ομάδας των 12».
Έλαβε πλήθος βραβείων και τιμητικών διακρίσεων για to σπουδαίο λογοτεχνικό του
14
έργο[14].
Η παρουσία του Ηλία Βενέζη στα νεοελληνικά γράμματα εκφράζει με τρόπο ανεπανάληπτο μια δραματική περίοδο της Ιστορίας του Έθνους μας και συγχρόνως αποτελεί
μια βεβαίωση της ενότητας του ελληνισμού με καρδιά του το Αιγαίο πέλαγος.[15]
Ο Βενέζης υπήρξε πεζογράφος με φαντασία, με οίστρο ποιητικό και με προσωπικό ύφος. Κανένας άλλος δεν εξέφρασε με τόση ανθρωπιά τον καημό του Γένους για τη συμφορά και τη νοσταλγία, το όραμα των ευτυχισμένων ημερών, που κάνει ακόμα πιο πικρό αυτό τον πόνο. Κανένας δεν τραγούδησε και δεν έκλαψε σαν κι αυτόν τη χαμένη πατρίδα.[16]
«Ο Βενέζης ήταν τα μαρτυρικά χώματα της Ανατολής, σε μια μεγάλη στιγμή της ιστορίας της. Ανήκει ολόκληρος στο Αιγαίο, στην άσπρη θάλασσα, με τους ανθρώπους της, τα παραμύθια της, την εσωτερική τους ευγένεια, την καρτερία τους, τη μεγαλοσύνη τους και
17
την ομορφιά τους».[17]
Η φήμη του Βενέζη ταξίδεψε στη ράχη τριών, κυρίως βιβλίων του της «Αιολικής γης» (1943), του «Νούμερου 31.328» (1931) και της Γαλήνης» (1939).[18]
Πλήθος διανοουμένων έκριναν το έργο του Βενέζη. Ο Φώτος Πολίτης αναφερόμενος στο «Μανώλη Λέκα» του Βενέζη θα γράψει: Ιστορίες απ| την Ανατολή μας διηγείται ο Ηλίας Βενέζης. Αναμνήσεις από το Αϊβαλί - την εποχή που ανθούσε - από τη ζωή της σκλαβιάς των αιχμαλώτων Ελλήνων του τουρκικού στρατού, διηγήσεις για εργάτες της γης και της θάλασσας, ζευγάδες και ψαράδες. Ξέρει και τους ανθρώπους και τους πόνους. Ξέρει τη φύση που ανιστορεί, κι έχει τη δύναμη - που είναι ταλέντο - να διακρίνει τη λεπτομέρεια τη σημαντική και την αναγλυφικότητα, Ένα διήγημά του «Το Λιός» μπορεί να μπει στη σειρά των καλυτέρων της λογοτεχνίας μας.[19]
Όλο το έργο του Ηλία Βενέζη θα γράφει ο Γ ιάννης Χατζίνης, ουσιαστικά δεν αποτελεί παρά μουσικές παραλλαγές πάνω στο ίδιο θέμα. Πρόκειται για ένα σύνολο συμφωνιών που η μια πηγάζει από την άλλη και που δένονται μεταξύ τους όπως οί κρίκοι μιας αλυσίδας. Ας σκεφθούμε τον «Ωκεανό», την «Αμερικανική γη», το «Φθινόπωρο στη Ιταλία» τους «Ανέμους», τους «Νικημένους», κι ακόμη το θαυμάσιο τελευταίο δημιούργημά του, την «Εφταλού», πόσες ιστορίες, πόσοι έξοχοι αυτοσχεδιασμοί, πόσα κρυφομιλήματα ενός κορυφαίου τεχνίτη, που χειρίζεται το βιολί και το φλάουτο με μια πολυδύναμη μαεστρία!»[20].
Το 1973 αναπαύθηκε ο Ηλίας Βενέζης. Τη χρονιά αυτή έδινε κάθε Κυριακή το χρονογράφημά του σε καθημερινή εφημερίδα και σχολίαζε την επικαιρότητα. Ήταν γνωστό σε όλους ότι είχε προσβληθεί από την «επάρατη νόσο». Κανέναν υπαινιγμό στα γραπτά του δεν έκανε γι’ αυτήν. Ακόμη κι όταν πλησίαζε το τέλος. Είχε πια καταλήξει στη μεγάλη ευγένεια της σιωπής. Έτσι ξάπλωσε στην κλίνη, ονομάτισε ένα - ένα τα προσφιλή τού πρόσωπα, σταύρωσε τα χέρια του, κι' αποκοιμήθηκε.[21]
Η μνήμη του τραγωδού της Μικρασιατικής καταστροφής του Ηλία Βενέζη είναι
πάντοτε λυρική, γιατί είναι περισσότερο νόστος[22].
Εκατό δεκαοκτώ χρόνια από τη γέννηση του μεγάλου ραψωδού της Μικρασιατικής καταστροφής, του δραματουργού ενός πρωτόγνωρου έπους για τις «αλησμόνητες πατρίδες» της Ιωνικής και Αιολικής γης, η παρούσα αναφορά στη φωτεινή του βιοεργογραφία ας αποτελέσει λίγα «άνθη ευλαβείας» αφού ως εθνικός συγγραφέας με την τέχνη του αθανάτισε στις ψυχές μας τη μνήμη της.
Βλ. πρόχειρα για τον Ηλια Βενεζη στο Δημήτρη Δασκαλοπουλο, Ηλιας Βεβεζης, «Πάπυρος Λαρούς Μπριττάνικα», τ. 14, σελ. 21.
[2] Βλ. όπ.
[3] Βλ. Ηλίας Βενέζης, «Νέα Δομή», τ. 7ος, σ.30
[4] Βλ. Δημήτρη Δασκαλόπουλο, ό.π., σ. 22
[5] Βλ. Γ.Ν. Παπαθανασόπουλο, «Ηλίας Βενέζης ο τραγωδός της αιολικής γης», ένθετο «ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΓΝΩΣΕΙΣ» του «Ελεύθερου Τύπου», Αθήνα 29-8-2004, σελ. 3/45.
[6] Βλ. σχετικά, Γ.Ν. Παπαθανασόπουλο, ό.π.
[7] ό.π.
[8] Βλ. ό.π.
[9] '
Βλ. Βενέζης Ηλίας, Εγκυκλοπαίδεια «Νέα Δομή», τ. 7, σ. 30
[11] Βλ. ό.π.
Βλ. Δημήτρης Δασκαλόπουλος, ό.π. σ.32
[13] Βλ. ό.π.
[14] Βλ. όπ., σ. 32
Βλ. Μνήμ του Βενεζη, Περιοδικον «Τετραδια Ευθύνης», ο.π., σ.7
[16] Ε.Π. Παπανούτσος, ο ραψωδός της χαμένης πατρίδας, Μνήμ του Ηλία Βενέζη, «Τετράδια Ευθύνης» 6, Αθήνα, 1999, σ. 14-15.
Ι.Μ. Παναγιωτόπουλος, Επιστροφή στο Βενέζη, βλ. όπ., «Τετράδια Ευθύνης» 6, όπ., σελ. 18.
[18] Μ.Γ. Μερακλής, Η τριλογία του Βενέζη, «Τετράδια Ευθύνης», όπ, σ.28
[19] Βλ. Φώτο Πολίτη, «Τετράδια Ευθύνης», 6, ό.π., σ. 53.
[20] Βλ. Γιάννης Χατζίνης, Καρτερία και ανθρωπιά του Ηλία Βενέζη, «Τετράδια Ευθύνης», ό.π. σελ. 97
[21] Βλ. Κώστας Τριανταφυλλίδης, Η δυναμικής της «σιωπής». «Τετράδια Ευθύνης» 6, ό.π., σελ. 216.
Αιμ. Χουρμούζιος, Η διηγηματογραφία του Βενέζη, «Τετράδιο Ευθύνης» 6, ό.π., σελ. 81