Εθελοντής δασοπυροσβέστης και κυνηγός, έσωσε μόνος, με κίνδυνο της ζωής του, 80 κυψέλες στην Αμανή!

Σάβ, 23/08/2025 - 06:13
φωτο αρχείου

Την λαϊκή παροιμία «Κάμε το καλό και ρίξτο στο γυαλό» έκαμε πράξη ένας 43χρονος χιώτης, εθελοντής δασοπυροσβέστης, όταν καίγονταν η Αμανή…

Κανένας δεν θα μάθαινε ποτέ, αυτή την αληθινή και ταυτόχρονα απίστευτη ιστορία εθελοντικής προσφοράς και αυτοθυσίας, όπως τόσες άλλες,  άγνωστες,  που διαδραματίστηκαν  τις πύρινες μέρες του Ιουνίου και του Αυγούστου, στις δύο φωτιές που σημάδεψαν την Χίο.

Το ξημέρωμα της Πέμπτη 13 Αυγούστου, βρήκε χωριά της Αμανής, την Βολισσό, βαριά λαβωμένες, τους κατοίκους, τους επισκέπτες, κυνηγημένους από την φωτιά, διάσπαρτους, «μετανάστες» στον τόπο τους, χωρίς ακόμη να προλάβουν να συνειδητοποιήσουν την μέρα και νύχτα τρόμου, που έζησαν. Ενώ η  φωτιά συνέχιζε σχεδόν ανεμπόδιστη να κατατρώει χιλιάδες στρέμματα, κάθε είδους ζωής.

Ένας χιώτης μελισσοκόμος, μόνιμος κάτοικος της περιοχής, ίσα που πρόλαβε να σωθεί ο ίδιος, περνώντας την ύστατη ώρα μέσα από τις συμπληγάδες της φωτιάς. Που κουράγιο να γυρίσει πίσω, για να  ξαναμπεί στη φωτιά ώστε να σώσει τα μελίσσια του, τους κόπους 30 χρόνων;

Την ίδια ώρα που ακόμη φορώντας τα καπνισμένα ρούχα της φωτιάς, εγκατέλειπε τη Βολισσό προς  συγγενικό σπίτι στην πόλη της Χίου, ένας νέος άνδρας, ακολουθούσε την αντίστροφη πορεία από την πόλη της Χίου,  για να συμβάλλει με όποιο τρόπο μπορούσε στην κατάσβεση της φωτιάς που μαίνονταν.

Πέρασαν από τον ίδιο δρόμο, ίσως και να συναντήθηκαν στην διαδρομή. Χωρίς να αναγνωρίσει  ο ένας τον άλλο. Είχαν συναντηθεί μόνο μία φορά, πριν ένα χρόνο, πάνω στα βουνά της Αμανής. Ο ένας μελισσοκόμος και ο άλλος κυνηγός. Τώρα πιά με άλλες ιδιότητες.

Ο ένας πυρόπληκτος και ο άλλος εθελοντής δασοπυροσβέστης.

                                                                                                                                

                                                                         «Δεν θέλω να γράψετε το όνομα μου»

Από τα πρώτα λεπτά της τηλεφωνικής επικοινωνίας μας, έδωσε ήδη το στίγμα της πορείας ζωής του.

«Δεν θέλω να γράψετε το όνομά μου» είπε αποφασιστικά. Σαν να το είχε σκεφτεί. Ή τον χαρακτήριζε αυτή η επιλογή της ανωνυμίας σε κάθε μορφής προσφορά. Μόλις αυτό διασφαλίστηκε, άρχισε να περιγράφει εκείνες τις ώρες που θα μπορούσαν να του είχαν κοστίσει την ζωή…

Αρχίζει να αφηγείται το πρωινό της «επόμενης μέρας» Ήταν πλέον 13 Αυγούστου, αλλά δυστυχώς, ακόμη δεν είχε φτάσει η ημέρα του τραγικού απολογισμού, αφού ακόμη η φωτιά παρέμενε θηριώδης και ανεξέλεγχτη!

Σύζυγος, πατέρας δύο παιδιών 13 και 5 χρονών, ηλεκτρολόγος στο επάγγελμα, είχε κάθε λόγο για να μείνει στο σπίτι του με την οικογένεια του, να σηκωθεί να πάει στην δουλειά του, μια εργάσιμη,  ζεστή ημέρα του Αυγούστου.

Δεν φάνηκε να αμφιταλαντεύθηκε καθόλου. Πρωί – πρωί ανέβηκε στην μηχανή του και κατευθύνθηκε στο «πύρινο μέτωπο». «Ήταν η μηχανή ασφαλής επιλογή;» ρωτήθηκε. «Η μηχανή είναι ευκίνητη, επίσης θα μπορούσα με αυτήν να περάσω ανάμεσα στα μπλόκα, αν τυχόν με σταματούσαν» είπε χαρακτηριστικά, δείχνοντας εμμέσως, ότι δεν ήταν πρώτη φορά που ανέβαινε σε φωτιά, ως εθελοντής δασοπυροσβέστης.

«Είχα πάει από το πρωί για να βοηθήσω. Σήμερα εκείνοι, αύριο κάποιος άλλος» είπε για να περιγράψει τους λόγους που τον οδήγησαν να αφήσει την ασφαλή καθημερινότητα με την οικογένεια του, την εργασία του και να κατευθυνθεί μόνος του, χωρίς να είναι ενταγμένος σε κάποια εθελοντική ομάδα,  προς την φλεγόμενη Αμανή.

 

                                                                              Τα χωριά της φωτιάς και ο «χυμένος καφές»

Από χωριό, σε χωριό… Συνθήκες χάους. Πλησιάζει για να συνδράμει το έργο των Πυροσβεστών. Ακολουθεί τις οδηγίες. Ακούει πολλές φορές τους άνδρες που επιχειρούν : «Εκεί που είναι η φωτιά δεν πλησιάζεται, θα την περιμένουμε στο δρόμο. Τώρα που πέρασε… Πάμε αλλού!» Κάνει να πει τη γνώμη του, ότι μπορούν να την προλάβουν, να μην περάσει το δρόμο… Αλλά δυστυχώς!

Μια από όλες τις φορές που το έζησε σε αυτή την διαδρομή, τον πείραξε περισσότερο.

«Σαν να ήταν αναπόφευκτο, σαν να μην ήταν κάτι σπουδαίο, σαν να χύθηκε ένας καφές» σχολίασε.

Τον «έκαιγε» η παθητική, αδιάφορη στάση μερικών πυροσβεστών σε αυτή την μοναχική του διαδρομή.

Ενώ παράλληλα εξήρε το ρόλο που διαδραμάτισαν μπροστά στα μάτια του σε μερικά χωριά της Αμανής,  οι εθελοντές πυροσβέστες που δρούσαν συγκροτημένα και αποτελεσματικά ως μέλη Ομάδων της περιοχής. Την απογοήτευσή του για την απουσία του Κράτους, της Πολιτείας και των τοπικών αρχών, την μοιράστηκε και στις συζητήσεις που γίνονταν σε στιγμές αναμονής, όταν δεν υπήρχε η δυνατότητα δράσης.

Δεν γνώριζε ότι ένας από τους παριστάμενους ήταν ο βουλευτής του ΠΑΣΟΚ, Σταύρος Μιχαηλίδης που τον άκουγε με προσοχή…

Για την ανάγκη να καθαρίζει το κράτος του δρόμους δεξιά και αριστερά, για ελεγχόμενη φωτιά το χειμώνα που προτείνουν οι κυνηγοί και άλλους προβληματισμούς από τους ανθρώπους που περπατάνε πάνω στα βουνά και τα γνωρίζουν. Για τα αεροπλάνα και τα ελικόπτερα που χρειάζονται.

Όσο περνάει η ώρα, οι συνθήκες στα μέτωπα των χωριών που περνούσε, τον αποθάρρυναν. Ήλθε όμως αποφασισμένος να μείνει, να βοηθήσει. Ακούει από τον ασύρματο του Πυροσβεστικού Οχήματος, που έχει φτάσει η φωτιά και κατευθύνεται προς τα εκεί, όπως ξεκίνησε από το πρωί, από την πόλη της Χίου, μόνος με την μηχανή του.

 

                                                                                        «Τα μελίσσια σας θα καούν»

Κόντευε να μεσημεριάσει. Ακολουθώντας δρόμους γνώριμους που είχε περπατήσει ως κυνηγός, έφτασε μπροστά σε ένα μελισσοκομείο.

Ο ίδιος παράλληλα με την αγάπη του στο κυνήγι, είχε  αγαπήσει την μελισσοκομία. Μέσα σε λίγα χρόνια οι κυψέλες που είχε, έφτασαν τις 50 αλλά από μία ασθένεια, αφανίστηκαν και έμειναν μόνο 5!

Βλέποντας το τηλέφωνο του ιδιοκτήτη του που ήταν γραμμένο εκεί, πήρε αμέσως τον «συνάδελφο» του για να τον ενημερώσει για τον κίνδυνο που διέτρεχαν τα μελίσσια του από την φωτιά! Το όνομά του, δεν αρκούσε για  να καταλάβει ο ιδιοκτήτης που κάλεσε. Όμως το γεγονός ότι είχαν πρώτη φορά γνωριστεί πριν ένα χρόνο στο ίδιο σημείο, τον είχε πάρει ο ιδιοκτήτης του μελισσοκομείου  με το αυτοκίνητό του για να μην περπατάει, ήταν χαρακτηριστικό. Διευκόλυνε...

«Ελάτε θα σας περιμένω  να σας βοηθήσω να τα μετακινήσουμε, η φωτιά είναι στα 100 μέτρα, θα καούν» είπε εναγωνίως  στον «συνάδελφό» του…

Η απάντηση που έλαβε, δεν ήταν η αναμενόμενη, ωστόσο την κατάλαβε :«Χθες κόντεψα να καώ από αυτή την φωτιά, δεν μπορώ να ξαναμπώ, αν είναι να καούν. Νόμιζα ότι ήδη είχαν καεί…» εξήγησε απολογητικά ο ιδιοκτήτης του μελισσοκομείου,  αφού τον ευχαρίστησε και μόνο για αυτό το ανέλπιστο τηλεφώνημα!

Έτσι έμεινε και πάλι μόνος. Ολότελα μόνος! Με 80 κυψέλες και την φωτιά να πλησιάζει… Στα 100 μέτρα!!!

 

                                                                                     ΜΟΝΟΣ ΜΕ ΤΗΝ ΦΩΤΙΑ ΚΑΙ ΤΙΣ ΜΕΛΙΣΣΕΣ

«Η φωτιά είχε μεγάλη δύναμη. Είπα ήλθα για να βοηθήσω και θα βοηθήσω. Ήλθα να τα σώσω και θα τα σώσω. Όχι δεν φοβήθηκα μην εγκλωβιστώ. Υπολόγιζα την δύναμη του ανέμου… Ευτυχώς το χωράφι ήταν καθαρό. Ο ιδιοκτήτης είχε αφήσει ένα μέτρο από την πλευρά του δάσους. Έτσι άρχισα να τα μεταφέρω, ένα – ένα προς το κέντρο. Ευτυχώς οι μέλισσες ήταν ήρεμες.  Στην αρχή…

Η φωτιά είχε δύναμη. Ήταν μεγάλο το θερμικό φορτίο! Μου ερχόταν δυσφορία από την θερμοκρασία. Είχα νερό και ένα μαντήλι.  Έσβηνα όσο μπορούσα, ξαναέβγαινα λίγο . Αυτό κράτησε 2 με 2,5 ώρες… Όπου ήταν έρπουσα είχα ένα κλαδί και έσβηνα…

Κάποια στιγμή έμεινα και χωρίς νερό, όσο είχα το έριξα για να σβήνω. Ένα πήρε φωτιά. Πέταξα την παλέτα που ήταν τοποθετημένο για να μην εξαπλωθεί.  Όταν πιά κάηκαν τα πεύκα, ένιωσα ασφαλής…»

 

                                               «Κουνούσα τα χέρια μου στο ελικόπτερο που πετούσε  αλλά τίποτα…»

 Με ηρεμία και χωρίς δραματικούς τόνους περιγράφει την αγωνιώδη προσπάθεια, που κράτησε πάνω από δύο ώρες, να μετακινήσει περίπου 80 κυψέλες, να αντιμετωπίζει το θερμικό φορτίο, την έρπουσα φωτιά, τις μέλισσες…

Εκείνο που κάνει την φωνή του έντονη, που μοιάζει να τον κάνει να θυμώνει ήταν η αδιαφορία από το ελικόπτερο που επιχειρούσε στην περιοχή, στα 100 μέτρα, πολύ χαμηλά. «Κουνούσα απεγνωσμένα τα χέρια μου, με έβλεπαν έναν άνθρωπο μόνο, ανάμεσα σε κυψέλες, γύρω η φωτιά και δεν κάλεσαν βοήθεια, κάποιο πυροσβεστικό; Περίμενα μια βοήθεια. Τέσσερις φορές πέρασαν από πάνω μου και καμία βοήθεια…»

Και καμία βοήθεια;…     

                                                                                    « Ο μπαμπάς σας είναι ένας ήρωας»

Ποτέ δεν θα μάθουμε πως κοιμήθηκαν εκείνα τα βράδια που η Χίος καίγοντας αβοήθητη, όσοι είχαν την ευθύνη για την αποστολή των αεροπλάνων που χρειάζονταν για την κατάσβεση της πυρκαγιάς στην Αμανή και την Βολισσό… Πως κοιμήθηκαν όσοι δεν πίεσαν αρκετά για να έλθουν, όσοι δεν φρόντισαν για την πρόληψη και τον συντονισμό.

Μάθαμε μόνο πως κοιμήθηκε ένας απλός πολίτης, που αντί να καθίσει στην δροσιά του σπιτιού του διάλεξε το «δρόμο της φωτιάς». Όχι σε μια απέλπιδα προσπάθεια να σώσει το σπίτι, την επιχείρηση, το δάσος κοντά τους…

Για να σώσει τους κόπους 30 χρόνων δουλειάς, ενός ανθρώπου που τον είχε συναντήσει μόνο μια φορά στη ζωή του για λίγα λεπτά…

«Ένιωσα ανακούφιση γιατί έκανα ό,τι μπορούσα» είπε ο 43χρονος εθελοντής δασοπυροσβέστης και πατέρας δύο παιδιών.

Δεν περίμενε την λαίλαπα αυτής της  φωτιάς για να μιλήσει στα παιδιά του για τον εθελοντισμό, για την αλληλεγγύη.

Δεν τράβηξε ούτε καν ολιγόλεπτο βίντεο για να το δείξει στα παιδιά του, ή να το αναρτήσει, ως «τρόπαιο».

«Λέω πάντα στα παιδιά μου να κάνουν το καλό και να μην περιμένουν ανταμοιβή»…

Η σύζυγός του…

Όπως κάθε γυναίκα στην θέση της, όταν είδε σε μια ολιγόλεπτη βιντεοκλήση τον άντρα της μόνο, στην μέση του «πουθενά» και την φωτιά να τον πλησιάζει σε απόσταση αναπνοής, τον προέτρεψε να φύγει για να μην καεί.

Στα παιδιά της είπε « Ο μπαμπάς σας είναι ένας ήρωας. Πήγε να βοηθήσει για να σωθούν σπίτια, το δάσος και ζώα»…

Ένας Ήρωας όπως και  άλλοι…Που κινδύνευσε να καεί για 80 ξένες κυψέλες. Ένας Ήρωας χωρίς όνομα. Μόνο συνείδηση...

 Ευγενία Κώττη

     

                                                                                   

Σχετικά Άρθρα