
Ο Ted Bundy, κατά συρροή δολοφόνος που σκότωσε και βίασε 30 γυναίκες, παντρεύτηκε το 1980, μετά από μία περίοδο 5 χρόνων ανταλλαγής ερωτικών γραμμάτων μέσα από τη φυλακή, την Carole Ann Boone. O Richard Ramirez, πάλι κατά συρροή δολοφόνος που σκότωσε τουλάχιστον 15 άτομα κατά τη διάρκεια του 1984-1985, λάμβανε ερωτικά γράμματα στην φυλακή από πολλές «φανς» του προτού παντρευτεί την Doreen Lioy. Ακόμη, ο διάσημος κατά συρροή δολοφόνος και κανίβαλος Jeffrey Dahmer, στο σύντομο διάστημα που έμεινε στην φυλακή προτού δολοφονηθεί από έναν συγκρατούμενο του, λάμβανε εκατοντάδες ερωτικά γράμματα από γυναίκες, παρά το γεγονός ότι ο ίδιος ήταν γκέι.
Σ’ ένα πιο πρόσφατο παράδειγμα, το 2014 ο Jeremy Meeks συνελήφθη από την αστυνομία του Stockton στην Καλιφόρνια για παράνομη οπλοκατοχή και ληστεία, και όταν το αστυνομικό τμήμα ανέβασε στο Facebook την φωτογραφία σήμανσης του οι αντιδράσεις από γυναίκες χρήστες της πλατφόρμας ήταν τόσο σφοδρές, που ο Meeks βγαίνοντας από την φυλακή υπέγραψε συμβόλαιο με πρακτορείο μοντέλων. Η λίστα θα μπορούσε να συνεχίζει με αναρίθμητα άλλα παραδείγματα.
Τι είναι αυτό που ελκύει (κυρίως τις γυναίκες) προς τους (κυρίως άνδρες) εγκληματίες; Έχει κάποια βιολογική βάση; Μπορεί να αντιμετωπιστεί; Αυτά τα ερωτήματα θα προσπαθήσουμε να απαντήσουμε σε αυτό το άρθρο.
Έλξη προς κάποιον εγκληματία: Είναι παραφιλία
Η παραφιλία είναι όρος που άρχισε να χρησιμοποιείται από τον σεξολόγο Friedrich Salomon Krauss το 1903 και αναφέρεται σε μη συνηθισμένες σεξουαλικές πρακτικές. Κάποιες από αυτές μπορεί να είναι απλά φετίχ (όπως ο σαδομαζοχισμός) αλλά άλλες είναι ποινικά διώξιμες, όπως η παιδοφιλία και η νεκροφιλία. Ως παραφιλία λοιπόν ορίστηκε το 1986 από τον διάσημο σεξολόγο John Money η υβριστοφιλία, που προέρχεται φυσικά από τις αρχαίες ελληνικές λέξεις ὕβρις και φιλία.
Η υβριστοφιλία αναφέρεται στο φαινόμενο που συναντήσαμε πιο πάνω, δηλαδή σε άτομα, και τις περισσότερες φορές γυναίκες, που νιώθουν ερωτική έλξη προς κάποιον, συχνά ειδεχθή, εγκληματία. Καμιά φορά το ίδιο φαινόμενο μπορεί να ονομάζεται και «σύνδρομο Μπόνι και Κλάιντ» από το διάσημο duo δολοφόνων.
Ο David Wilson, εγκληματολόγος του Πανεπιστημίου του Birmingham, διαχωρίζει μάλιστα την υβριστοφιλία σε «παθητική» και «επιθετική», όπου παθητική αναφέρεται σε μία ερωτική έλξη προς έναν εγκληματία, αλλά η επιθετική υβριστοφιλία αναφέρεται σε ένα άτομο που όχι μόνο νιώθει ερωτική έλξη προς τον εγκληματία, αλλά θέλει να γίνει και συνεργός στα εγκλήματα του.
Που όμως οφείλεται η υβριστοφιλία;
Η ψυχολόγος Katherine Ramsland πρότεινε διάφορους λόγους στους οποίους μπορεί να οφείλεται αυτό το παράξενο φαινόμενο. Πρώτον, ότι πολλές γυναίκες πιστεύουν ότι μπορούν να «αλλάξουν» τον εγκληματία. Όπως συμπληρώνουν και οι Ogi Ogas και Sai Gaddam, οι γυναίκες συνειδητά ψάχνουν έναν σύντροφο με στοργή και ενσυναίσθηση, ωστόσο καταλήγουν συχνά να έλκονται από «κακά αγόρια», θέλοντας ουσιαστικά να γίνουν οι «σωτήρες» τους που θα αποκαλύψουν τον πραγματικό τους εαυτό κάτω από το υποτιθέμενο προσωπείο της σκληρότητας που υιοθετούν.
Δεύτερον, λέει η Ramsland, κάποιες γυναίκες θέλουν να αποκτήσουν διασημότητα. Καθώς οι εγκληματίες, και συχνά αυτοί που έχουν διαπράξει πολλαπλά και πρωτοφανούς βιαιότητας εγκλήματα όπως οι κατά συρροή δολοφόνοι, απολαμβάνουν αμέριστης προσοχής από τα μίντια, την ίδια προσοχή μπορεί να μοιραστεί μαζί τους και μία σύντροφος, κάνοντας σειρές και ταινίες σχετικά με την «ιστορία αγάπης» τους ή εκδίδοντας βιβλία πάνω στο θέμα.
Τρίτον, πολλές γυναίκες βλέπουν τους κρατούμενους στη φυλακή ως ιδανικούς συντρόφους, αφού ξέρουν ότι πρακτικά δεν μπορούν να έρθουν σε επαφή με άλλες γυναίκες, όντες σε συνθήκες εγκλεισμού. Επίσης, σε αυτά τα πλαίσια, η γυναίκα μπορεί να επισκέπτεται τον σύντροφο της στην φυλακή αλλά δεν χρειάζεται να υποστεί την τριβή της καθημερινότητας την οποία περνούν όλα τα ζευγάρια, όποτε μπορεί να συνεχίσει να τρέφει την «φαντασίωση» του έρωτα της με τον εγκληματία για αρκετό καιρό.
Τον ίδιο λόγο προτείνει και ο David Wilson, υπογραμμίζοντας ότι η γυναίκα σε τέτοιες περιπτώσεις νιώθει να έχει τον απόλυτο έλεγχο της σχέσης της, συμπληρώνοντας ότι κακοποιημένες γυναίκες στην παιδική τους ηλικία που δεν είχαν καθόλου έλεγχο πάνω στην ζωή τους ενδέχεται να αποζητούν αυτόν τον έλεγχο στις σχέσεις που δημιουργούν στην μετέπειτα ζωή τους.
Ο Leon F. Seltzer, ψυχολόγος, προτείνει δύο ακόμη πιθανούς λόγους για τους οποίους οι γυναίκες βρίσκουν ελκυστικούς τους εγκληματίες. Πρώτον, ακολουθεί την εξελικτική (δαρβινιστική, δηλαδή βασισμένη στις θεωρίες του Δαρβίνου) θεωρία που υποστηρίζει ότι τα «αρχέγονα» ένστικτα μίας γυναίκας, που την ωθούσαν στις προϊστορικές εποχές να επιλέγει το πιο δυνατό και άγριο αρσενικό για προστασία εκείνης και των παιδιών της, επιβιώνει μέχρι και σήμερα σε κάποιες γυναίκες, ωθώντας τες να έλκονται από την αγριότητα και την δύναμη που επιδεικνύουν πολλοί εγκληματίες. Έτσι, εξηγεί και τους Ogi Ogas και Sai Gaddam, που υποστηρίζουν ότι οι γυναίκες συνειδητά θέλουν ευσυνείδητους συντρόφους: ωστόσο, σύμφωνα με τον Seltzer, αυτή η πολιτισμένη και κοινωνικά διαμεσολαβημένη ανάγκη τους έρχεται σε σύγκρουση με την πρωτόγονη «καλωδίωση» και τα πρωτόγονα ένστικτα τους και σε μερικές περιπτώσεις νικάει η τελευταία.
Ακόμη, έχοντας ήδη σε προηγούμενα posts του προτείνει τον όρο “fear inspired” σεξ, δηλαδή σεξ εμπνευσμένο από τον φόβο, προτείνει ότι ενδέχεται ο φόβος και το δέος που νιώθουν οι γυναίκες απέναντι σε τόσο απειλητικές φιγούρες, όπως οι εγκληματίες, να μεταφράζεται σε ερωτική επιθυμία – που συνήθως συναντάται σε φαντασιακό επίπεδο. Κι εδώ είναι που παραλληλίζει, σε μία πιο κοινωνιολογική προσέγγιση, τον ενθουσιασμό που φαίνεται να έχουν οι γυναίκες απέναντι σε ερωτικά μυθιστορήματα που φιλοξενούν τοξικά alpha-males με την υβριστοφιλία.
Συγκεκριμένα, υποστηρίζει ότι το ρομαντικό είδος μυθιστορημάτων και ταινιών που οι γυναίκες καταναλώνουν όπως αντίστοιχα οι άνδρες καταναλώνουν το πορνό, συχνά προωθεί κτητικούς, τοξικούς και κακοποιητικούς συντρόφους ως ένα ιδανικό πρότυπο «δυνατού» άνδρα, παρουσιάζοντας τις υβριστόφιλες ως μία ακραία εκδοχή αυτού του ίδιου φαινομένου.
Συμπεράσματα
Το φαινόμενο της έλξης προς τους εγκληματίες έχει μελετηθεί, αν και σαφώς περιορισμένα σε σχέση με άλλες παραφιλίες, από την επιστημονική κοινότητα, και οι αιτίες του μπορεί να είναι ποικίλης φύσης. Ως θεραπεία προτείνεται η γενικότερη προσέγγιση της ψυχοθεραπείας, αφού τα αίτια ενδέχεται να διαφέρουν ανάλογα το άτομο, συμπεριλαμβανομένης και της γνωσιακής-συμπεριφορικής θεραπείας (cognitive behavioral therapy).
Ενώ παρατηρείται κυρίως στις γυναίκες, οι ρίζες του καθώς και τα κοινωνικά στρώματα που ενδέχεται να επηρεάζει, όπως τονίζει και η Katherine Ramsland, είναι πολλά. Παρά την περιέργεια όμως που μπορεί να προκαλεί, μπορεί να εξηγηθεί με λογικούς τρόπους, όπως και να αντιμετωπιστεί.
alithia.gr