
Ο Γεώργιος Διλβόης από τα Αλάτσατα (5 Φεβρουαρίου 1896 –18 Ιουλίου 1918) ήταν ελληνοαμερικανός στρατιώτης και θεωρείται ο πρώτος Ελληνοαμερικανός που τιμήθηκε μετά θάνατον με το ανώτατο στρατιωτικό Μετάλλιο της Τιμής από το κογκρέσο των ΗΠΑ για τη γενναιότητα και την ανδρεία του «πάνω και πέρα από την πρόσκληση του καθήκοντος» στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Ο Δήμος Χίου αφιέρωσε το όνομα στην κεντρική οδό του προσφυγικού Συνοικισμού του Νοσοκομείου, που αρχίζει από τον Φόρο και ακολουθεί την κατηφόρα προς το Σκυλίτσειο.
Ένα μανάβικο στην γωνία και οι πινακίδες, που ενημερώνουν για τις αποστάσεις Καρδαμύλων και Βολισσού στην άλλη, ενώ και από τις δύο πλευρές βρίσκονται σχεδόν ομοιόμορφες στο χρώμα δύο διώροφες οικίες.
Λίγο πιο κάτω ένας ελεύθερος χώρος, που φιλοξενεί ένα κοτέτσι και κηπευτικά εκεί που η Διλβόη χωρίζεται ένθεν και ένθεν από την οδό Οινομίδη, ενώ ο χαρακτηριστικός για προσφυγικό οικισμό, φαρδύς δρόμος των 10 βημάτων αναδεικνύει ένα προσφυγικό σπίτι με χαρακτηριστική σκεπαστή είσοδο και ένα κλίμα στην αυλή του, που κρύβει και την ονοματοθεσία της οδού.
Τα δέντρα που έχουν παραμείνει στα πεζοδρόμια μάλλον γερασμένα έχουν περισσότερους… ρόζους παρά κλώνους, σε αντίθεση με την πρασινάδα σε μια αυλή σπιτιού, που φιλοξενεί σε στενή επαφή ένα φύκο, μια μουσμουλιά και μια αροκάρια.
Διώροφα σπίτια στη συνέχεια, ένας γάτος που λιάζεται πάνω σε μια… βάρκα, σκιά από ελαιόδεντρα και η οδός Διλβόη εδώ τέμνεται από την οδό Μαλά, στο σημείο που κυριαρχεί η σκιά ενός πεύκου και το σχήμα φράκτη, που δίνει στην αυλή ενός ακόμα προσφυγικού σπιτιού ένας άμπελος.
Η οδός συνεχίζεται με έναν ακόμα ελεύθερο οικοπεδικό χώρο, ενώ εδώ φαίνεται ότι οι κορμοί των δέντρων σηκώνουν τις πλάκες των πεζοδρομίων εκτός αν προστατευτούν όπως έγινε εδώ με νοικοκύρικο τρόπο.
Η οδός ολοκληρώνεται με ένα σπίτι σε κεραμιδί και μπλέ χρώμα, απέναντι από ένα άλλο, που κυριαρχεί με την πρασινάδα του, που ως χώμα χρησιμοποιεί αυτό πέντε βαρελιών, χαρίζοντας μια παχιά σκιά στο ύψος του ανθρώπου.
Εδώ η οδός Διλβόη τέμνεται από την συνάδελφο της στο όνομα του Απελή και τερματίζεται αφού από τον Φόρο ξεκινήσαμε την περιδιάβαση μας σ΄αυτήν και στην κυριολεξία στην πόρτα ενός γκαράζ «Φτου και βγήκαμε».
Ρεπορτάζ: Γιάννης Τζούμας
Κάμερα - Φωτογραφίες: Κωστής Μιλτ. Ανναγνώστου
Επεξεργασία εικόνας: Νέλο Μέσι




























































