
Πάλι Μάρτης ήταν. 1999. Πάλι μια Άνοιξη που κρύφτηκε στα καταφύγια.
Για να μην την βομβαρδίσουν και αυτήν... Ξημέρωνε η Ημέρα της Εθνικής Παλιγγενεσίας στην Ελλάδα. Στη γείτονα και ιστορική σύμμαχο της χώρας, στην εντέχνως διαμελισμένη Γιουγκοσλαβία, στην Σερβία άρχισε η πιο σκοτεινή νύχτα. Το ΝΑΤΟ, με τη στήριξη ΗΠΑ και Ε.Ε. και την ανοχή, έμμεση στήριξη της τότε κυβέρνησης, άρχισε τους βομβαρδισμούς στη Σερβία που κράτησαν 77 μέρες και νύχτες.
Σχεδόν 25 χρόνια μετά, σαν ένα δευτερόλεπτο στο χρόνο της Ιστορίας, οι ίδιες εικόνες φρίκης, τρόμου, θανάτου, καθηλώνουν την ανθρωπότητα. Οι μνήμες ξυπνούν με τον πόλεμο στην Ουκρανία. Τι ειρωνεία, οι θύτες του χθες ”ειρηνοποιοί” του σήμερα...
Ποτάμια αίματος, προσφυγιά, όλεθρος. Ταυτόχρονα ποτάμια διαδηλωτών στην Ευρώπη στην Ελλάδα, στη Χίο, ενάντια στον επεκτατικό πόλεμο στην πρώην Γιουγκοσλαβία... Παράλληλα με τις διαμαρτυρίες που ήταν καθημερινές, όπως και οι βομβαρδισμοί αμάχων, κατά προτίμηση σε πόλεις, ή λεωφορεία κάτω από γέφυρες, ξεκινά μια πρωτοβουλία για τη συλλογή ανθρωπιστικής βοήθειας με προορισμό τη νότια Σερβία.
Τόνοι αλληλεγγύης...
Επί Δημαρχίας Πέτρου Παντελάρα. Μια πρωτοβουλία που αγκαλιάστηκε από πάρα πολλούς μαζικούς φορείς του νησιού, συλλόγους, απλούς καθημερινούς ανθρώπους και τα χιώτικα ΜΜΕ.
Γέμισε η ΑΛΗΘΕΙΑ τότε τρόφιμα, φάρμακα, είδη πρώτης ανάγκης. Δεν θα ξεχάσω μια εικόνα, από έναν παιδικό σταθμό έφεραν κουτιά γάλατος με κολλημένα πάνω κίτρινα χαρτάκια με ζωγραφισμένες καρδούλες για να ζεστάνουν την παγωμένη καρδιά των παιδιών στη Σερβία.
Τόνοι αλληλεγγύης και ανθρωπιάς από το Χιώτικο Λαό... Πίσω από το τεράστιο φορτηγό που τα μετέφερε ένα λεωφορείο γεμάτο εκπροσώπους μαζικών φορέων, δημοσιογράφους από όλα τα τοπικά ΜΜΕ με επικεφαλής τον τότε Δήμαρχο, Πέτρο Παντελάρα. Λίγες ώρες πριν επιβιβαστούμε στο πλοίο για τον Πειραιά με κατεύθυνση τα ελληνοβουλγαρικά σύνορα αρχικά, πολλοί συμπατριώτες μας, μαζεύτηκαν στην αρχή της Απλωταριάς για να μας αποχαιρετήσουν. Αγκαλιές ανοίχτηκαν. Δάκρυα κύλησαν. Και μετά στο λιμάνι. Οι οικογένειές μας που έμεναν πίσω...
Δεν ήταν μια εκδρομή. Ήταν ταξίδι σε εμπόλεμη ζώνη και ας μην το είχαμε συνειδητοποιήσει σε όλο του το εύρος...
Προορισμός η πόλη Πίροτ στη νότια Σερβία, 15 χιλιόμετρα από την πολύπαθη από τους αμερικανονατοϊκούς βομβαρδισμούς, Νις. Όλα είχαν γίνει όπως προβλεπόταν...
Είχε σταλεί ΝΟΤΑ, ενημέρωση στο ΝΑΤΟ για τη μέρα και ώρα εισόδου της αποστολής από τη Χίο ώστε να προστατευθεί από πιθανό αεροπορικό βομβαρδισμό. Ήδη μας ακολουθούσαν οι τηλεοπτικές εικόνες απανθρακωμένων αμάχων που είχαν χτυπηθεί “κατά λάθος” μέσα σε λεωφορεία από το ΝΑΤΟ.
Απολαυστική η διαδρομή μέχρι τα ελληνοβουλγαρικά σύνορα. Μάιος κιόλας. Άνοιξη... Δεν ταιριάζει στην Άνοιξη ο πόλεμος...
Λεωφορείο... η Αλληλεγγύη
Κανένας δεν μπορούσε να γνωρίζει το βρόμικο ρόλο που έπαιξε τότε η Βουλγαρία που με κάθε τρόπο έβαζε εμπόδια στην αποστολή ανθρωπιστικής βοήθειας στη Σερβία...
Ούτε εμείς. Ενώ απείχαμε μόλις λίγα χιλιόμετρα από τη Σόφια, όπου θα μέναμε ένα βράδυ, στα ελληνοβουλγαρικά σύνορα, στο τελωνείο, είδαμε την “μεγάλη εικόνα”. Κατ’ εντολήν προφανώς, οι βούλγαροι τελωνειακοί, μας απαγόρευσαν την είσοδο στη Βουλγαρία.
Έμμεσα... Απαγόρευσαν την είσοδο του λεωφορείου της χιώτικης αποστολής, και επέτρεπαν μόνο το φορτηγό με τη βοήθεια. Σύσκεψη εντός λεωφορείου... Ομόφωνη απόφαση. Μένουμε εκεί μέχρι να ξεπεραστούν τα τεχνητά εμπόδια που έβαζε προφανώς η Βουλγαρία στην αποστολή ανθρωπιστικής βοήθειας στη Σερβία, κάθε έκφραση αλληλεγγύης.
Διανυκτέρευση στο λεωφορείο... Κάπου κάπου ένα αστείο για να αντέξουμε. Γύρω τίποτα φιλόξενο. Ούτε ο τόπος, ούτε οι άνθρωποι...
Συνεχίζουμε...
Επιτέλους, προφανώς μετά από διαπραγματεύσεις, πιέσεις, επετράπη στην αποστολή να περάσει στη Βουλγαρία με προορισμό τη νότια Σερβία. Κατάκοποι φτάνουμε στο ξενοδοχείο στη Σόφια. Αργά, πολύ αργά. Είχε παρέλθει ήδη το χρονικό πλαίσιο για το οποίο είχε ενημερωθεί το ΝΑΤΟ, ώστε να μην αποτελεί η αποστολή, το φορτηγό και το λεωφορείο, πιθανούς στόχους για τα αεροπλάνα. Συννεφιασμένα πρόσωπα. Η ώρα της μεγάλης απόφασης. Οι δοκιμαζόμενοι κάτοικοι της πόλης Πίροτ μας περίμεναν... Όχι μόνο τρόφιμα, φάρμακα... αλληλεγγύη, ανθρωπιά. Ακόμη και όσοι δεν συμμετείχαμε σε εκείνη την κρίσιμη σύσκεψη με τον Δήμαρχο και τους εκπροσώπους των φορέων, αν μας ρωτούσαν θα λέγαμε ΝΑΙ... συνεχίζουμε!
Χωρίς καμία πλέον τυπική έστω “ασπίδα” από τα αεροπλάνα του ΝΑΤΟ, φτάνουμε μετά από ώρα στα σύνορα Βουλγαρίας - Σερβίας. Πάλι αναμονή.
Καταλάβαμε ότι κάτι συνέβαινε... Ψίθυροι, ανήσυχα βλέμματα. Κοντά στο μεσημέρι. Εκείνη την ώρα, μάθαμε ότι βομβάρδιζαν τα ΝΑΤΟϊκά αεροπλάνα την πόλη Νις 15 χιλιόμετρα από τον προορισμό μας. Υπήρχαν τραυματίες...
Μια κουκίδα ιστορίας
Στο Πίροτ ο Δήμαρχος, εκπρόσωποι της πόλης μας υποδέχθηκαν θερμά, με ένα γεμάτο τραπέζι αν και οι ίδιοι στερούνταν βασικά αγαθά λόγω του πολέμου. Η ελληνική σημαία μπροστά στο λεωφορείο έκανε όσους απλούς ανθρώπους μας έβλεπαν να χαιρετούν με σεβασμό, με συγκίνηση... Η στιγμή της υποδοχής από τις αρχές και κατοίκους της πόλης, μια κουκίδα στην ιστορία των δύο λαών, της Χίου και της πόλης Πίροτ στη Σερβία. Για μας που την ζήσαμε... Δυστυχώς τόσα χρόνια μετά και ο κύκλος του αίματος, της προσφυγιάς και των επεκτακτικών πολέμων δεν έκλεισε στο διάβα της Ιστορίας.
Στα καταφύγια μύριζε φαγητό και φόβος...
Το τραπέζι, που επί ώρες μας περίμεναν για να μας προσφέρουν, για τους άλλους. Γνώρισα έναν δημοτικό υπάλληλο. Συστηθήκαμε. “Με λένε Τζόρνταν, με λένε Ευγενία”...
Με ένα χαμόγελο σε έκανε να αναρωτιέσαι πώς μπορεί να ζωγραφίζεται στο πρόσωπο ενός ανθρώπου σε μια εποχή πολέμου; Ήταν μόνο ένας γενναίος άνθρωπος ή ένας γενναίος λαός;
“Θέλω να πάμε στα καταφύγια”, τον παρακάλεσα. Ήταν διστακτικός. Δέχτηκε αφού συμφωνήσαμε να μην πάρουμε τηλεοπτικά πλάνα. Μπήκαμε σε μια πολυκατοικία. Θυμάμαι ότι μύριζε μαγειρευτό φαγητό...
Μυρωδιά ειρήνης σε μια περιοχή που μύριζε μπαρούτι και φόβος. Κατεβήκαμε αρκετά σκαλοπάτια. Πρώτη φορά στη ζωή μου έμπαινα σε καταφύγιο. Εν καιρώ πολέμου. Άλλο η λογοτεχνία, η ιστορία, οι εικόνες της τηλεόρασης... Όλα μακρινά, ακίνδυνα. Τώρα... Ήταν άδειο εκείνη την ώρα. Προσφιλής ώρα για βομβαρδισμούς η νύχτα... Θυμάμαι σκόρπιες εικόνες. Κάτι ξύλινες παλέτες που χώριζαν, ο Θεός να το κάνει, το χώρο της κάθε οικογένειας από της άλλης... Θυμάμαι τα σχέδια από τις πολύχρωμες κουβέρτες του και σε μια γωνιά σχολικά βιβλία. Αυτό ήταν πόλεμος. Όπως εκείνος που μου αφηγούνταν η μητέρα μου και μου έλεγε... ”παιδάκι μου εσείς να μην τα ζήσετε αυτά που ζήσαμε...”. Άδειος ο χώρος, γεμάτος από τον ανθρώπινο φόβο. Τη σκιά του πολέμου. Μετά βγήκαμε στον ήλιο. Ακόμη τον έσκιαζαν τα σύννεφα του πολέμου.
“Αν μας στοχεύουν τώρα τα βομβαρδιστικά”...
Αφήσαμε πίσω μας στο Πίροτ, λίγο πριν μουχρώσει, την ανθρωπιστική βοήθεια που συγκέντρωσε ο χιώτικος λαός. Ένα κομμάτι από την καρδιά μας. Πήραμε και ένα κομμάτι από την δική τους... Στο ίδιο λεωφορείο, με την ελληνική σημαία μπροστά. Κάπου όσο είχε ακόμη φως, σε μια σύντομη στάση μια γυναίκα αποχαιρετούσε τον άντρα της πριν ανέβει στο λεωφορείο για να πάει να πολεμήσει για την πατρίδα του. Αυτή η εικόνα μαχαιριά στην καρδιά...
Είχε κιόλας νυχτώσει. Ακόμη η αποστολή μας, το λεωφορείο με τη χιώτικη αντιπροσωπεία, κινούταν εντός της Σερβίας. Ήταν μια ξάστερη νύχτα, τέλη του Μάη του 1999. Μια βαριά σιωπή έπεσε στο λεωφορείο. Όχι από την κούραση... Όχι! Χωρίς να μιλάμε, μάλλον σκεφτόμασταν όλοι το ίδιο... Τους ανθρώπους που αφήσαμε πίσω, τις οικογένειές μας.
Σήκωσα τα μάτια στον καθαρό μαγιάτικο έναστρο ουρανό. Πρώτη φορά ένιωσα την ανάσα του πολέμου να κόβει τη δική μου, μετά το 1974 που ήμουν παιδί.
“Αν τώρα εκεί ψηλά ένα αεροπλάνο του ΝΑΤΟ μας έχει στοχεύσει;” σκεφτόμουν, άγνωστο για πόσο.
Ήταν νύχτα, ήμασταν σε λεωφορείο και περνούσαμε κάτω από γεφύρια... Έτσι ύπουλα χτυπούσαν τους αμάχους. Όχι, δεν φορούσαμε την κονκάρδα που κυκλοφορούσε εκείνη την εποχή: Με έναν στόχο! Εκείνη την ατελείωτη νύχτα, μέχρι να βγούμε από τα σύνορα της πρώην Γιουγκοσλαβίας, τη Σερβία, από την εμπόλεμη ζώνη δεν μπορεί ούτε πρέπει κανείς να ξεχάσει. Είμαστε όλοι στόχοι! Ακόμη...
Ευγενία Κώττη








































