Για υποκρισία, στο θέμα του Μεταναστευτικού προβλήματος, κατηγόρησε την Γερμανία ο π. υπουργός και Βουλευτής της Ν.Δ. Νότης Μηταράκης σε συνέντευξη του το πρωϊ στο Ράδιο αλήθεια.
Αυτό επανέλαβε και στη ραδιοφωνική εκπομπή του Talk Radio 98.9.
Σχολιάζοντας την πολιτική που αποφάσισε να ακολουθήσει η Γερμανία ως προς το μεταναστευτικό ζήτημα, ο κ. Μηταράκης σημείωσε πως «η Γερμανία κατηγορούσε τόσα χρόνια η συγκεκριμένη κεντροαριστερή - αριστερή Κυβέρνηση την Ελλάδα, γιατί φυλάγαμε τα εξωτερικά μας σύνορα, θεωρώντας ότι αυτό δεν είναι σωστό, και έπρεπε να είναι ανοιχτή η χώρα μας στις πρωτογενείς ροές. Και τώρα έρχεται η Γερμανία να επιβάλλει αντίστοιχο έλεγχο στα δικά της σύνορα θεωρώντας ότι ο ανθρωπισμός είναι αποκλειστική αρμοδιότητα των χωρών πρώτης υποδοχής. Είναι μια μεγάλη υποκρισία. Και κάτι παραπάνω, και πιο σημαντικό, οι ροές στην Ελλάδα, δεν οφείλονται στην Ελλάδα. Οφείλονται στην πολιτική χωρών, όπως η Γερμανία, η οποία λειτουργεί ως πόλος έλξης για οικονομικούς μετανάστες. Και θέλω να σας θυμίσω ότι, στις προγραμματικές δηλώσεις της Κυβέρνησης Σολτς πρότειναν και νομοθέτησαν την απόδοση της γερμανικής υπηκοότητας ταχύτερα στους μετανάστες που πηγαίνουν στη Γερμανία και παράλληλα προσφέρουν ένα πλαίσιο κοινωνικών παροχών πολλαπλάσιο από ότι προσφέρουν οι χώρες του ευρωπαϊκού νότου. Κατά συνέπεια, υποφέρει η Ελλάδα εξαιτίας της πολιτικής χωρών σαν της Γερμανίας που προκαλούν και προσκαλούν οικονομικούς μετανάστες να μετακινηθούν από την υποσαχάρια Αφρική και από την Ασία προς την Κεντρική και Δυτική Ευρώπη».
Απαντώντας σε ερώτηση ως προς τις επιστροφές μεταναστών από τη Γερμανία, ο κ. Μηταράκης σχολίασε πως «νομίζω πως οι όμορες χώρες της Γερμανίας - από ότι ακούμε και από τις πρώτες δηλώσεις - δεν θα δέχονται αυτοί να επιστρέψουν. Άρα θα μένουν υποχρεωτικά στη Γερμανία. Δηλαδή, εγώ δεν βλέπω πώς η Γερμανία θα εφαρμόσει αυτό το μέτρο στην πράξη, γιατί αν σταματήσει κάποιον, αυτός θα έχει δικαίωμα να καταβάλει αίτημα ασύλου. Άρα από τη στιγμή που θα υποβάλλει αυτός αίτημα ασύλου, ανεξάρτητα αν έχει ήδη άσυλο στην Ελλάδα, υπάρχει ήδη νομολογία και υπάρχουν περιπτώσεις που έχει ήδη δοθεί άσυλο σε χώρες όπως το Βέλγιο ή η Γερμανία σε ανθρώπους που είχαν ήδη άσυλο σε άλλη χώρα πρώτης υποδοχής. Κατά συνέπεια, εγώ βλέπω τεράστια προβλήματα εφαρμογής».
«Οι γερμανικές αρχές είναι απολύτως υποχρεωμένες να το εξετάσουν με αυτά τα επιχειρήματα ακριβώς που χρησιμοποίησε η Γερμανία και κάποια αριστερά κόμματα στο ευρωπαϊκό κοινοβούλιο εναντίον της Ελλάδος, όταν εμείς φυλάγαμε τα σύνορα. Μας κατηγορούσαν ότι στερούμε το δικαίωμα στους αιτούντες άσυλο να μπουν και να υποβάλλουν αίτηση. Τώρα η Γερμανία βιώνει τις επιπτώσεις ενός διεθνούς συστήματος ασύλου που πλέον δεν λειτουργεί. Δεν εξυπηρετεί τις ανάγκες και τη λογική, που η Συνθήκη της Γενεύης επέβαλε. Πλέον χρησιμοποιείται το σύστημα ασύλου, ως εργαλείο οικονομικής μετανάστευσης. Η πραγματικότητα είναι, ότι αν θέλουμε να δούμε πόσοι άνθρωποι στον πλανήτη ζουν σε συνθήκες πολιτικής ελευθερίας και οικονομικής ευημερίας χειρότερη από την Ευρωπαϊκή Ένωση μιλάμε για δισεκατομμύρια κόσμου. Σε ατομικό επίπεδο, δεν μπορεί κανείς να τους στερήσει αυτό το όνειρο, θέλουν να έρθουν στην Ευρώπη. Δυστυχώς, η Ευρώπη, αντί να εφαρμόσει μία μεταναστευτική πολιτική με κανόνες, έχει πέσει θύμα των δικαιωματιστών που επιβάλλουν να δεχθούμε τους πελάτες των λαθροδιακινητών.», συμπλήρωσε ο κ. Μηταράκης.
Τέλος, ερωτηθείς για την πολιτική διάσταση του ιδεολογικού αυτού ζητήματος, ο κ. Μηταράκης ανέφερε πως «η πολιτική της Νέας Δημοκρατίας είναι κεντροδεξιά. Σε πολλά θέματα όμως, έχουμε μία πολιτική, η οποία είναι αυστηρή. Ως προς, τα εθνικά θέματα και τα θέματα του μεταναστευτικού, νομίζω ότι η χώρα μας ασκεί μία πολύ σωστή πολιτική, η οποία δεν επιτρέπει να υπάρχουν ούτε παρερμηνείες, και ούτε λειτουργεί θετικά για τα κόμματα της δεξιάς. Θεωρώ ότι αυτό το ποσοστό των κομμάτων, όσο πλησιάζουμε στις εθνικές εκλογές του 2027, θα μαζευτεί. Αυτή είναι η δική μου εκτίμηση. Από εκεί και πέρα, αν υπήρξαν γεγονότα στο παρελθόν, τα οποία λειτούργησαν αρνητικά σε παραδοσιακούς ψηφοφόρους της Νέας Δημοκρατίας, τότε αυτό το έχουμε συζητήσει και νομίζω το έχουμε καλύψει ως ζήτημα και ως θέμα».