
«Τὰ σπίτια ποὺ εἶχα μου τὰ πῆραν. Ἔτυχε
νά᾿ ναι τα χρόνια δίσεχτα πόλεμοι χαλασμοὶ ξενιτεμοὶ»
(Γιώργος Σεφέρης, Κίχλη ).
Ναι, ποιητή! Που υπηρέτησες ως διπλωμάτης την Κύπρο και την ύμνησες με τον τρόπο σου. Τα σπίτια που είχαν οι αδελφοί μας στο Βορρά τα λεηλάτησαν. Τα βεβήλωσαν. Τα βίασαν. Τα σκότωσαν. Όπως και τους ανθρώπους. Ατιμωρητί. Και σήμερα, μισό αιώνα κατόπιν, ο Αττίλας απολαμβάνει το ψάρι του στις ταβέρνες. Στο γραφικό λιμανάκι Κυρήνειας – απόσταση 75 χιλιόμετρα από τις τουρκικές ακτές. Και λούζεται στην ηλιόφωτη παραλία των Βαρωσίων. Που άνοιξε ο Ερντογάν εδώ και πέντε χρόνια. Με μόνη αντίδραση ένα κείμενο από το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ. Το οποίο Συμβούλιο ζήτησε να ανακληθεί το άνοιγμα της περίκλειστης περιοχής. Χωρίς καμιά κύρωση. Όπως και η Κυπριακή Δημοκρατία. Όπως και η Ελλάδα : Περιορίστηκαν σε χάρτινες ανακοινώσεις καταδίκης. Μιας και οι καιροί δεν επιτρέπουν ένοπλους αγώνες. Κατά πώς επιτρέπουν Ευρωπαίοι και Αμερικάνοι στην Ουκρανία. Που αυτή αντιστέκεται στον ρωσικό Αττίλα.
Στην Κυρήνεια λοιπόν. Πήγα σαν ένα τάμα, όντας στο τέλος της δημοσιογραφικής μου πορείας. Αναζητώντας τους Αχαιούς Κηφέα και Πράξανδρο, που κατέληξαν εδώ, επιστρέφοντας στην πατρώα γη μετά τον Τρωϊκό Πόλεμο, δίνοντας το όνομα της πόλης που βρισκόταν στην Αχαΐα. Μα είδα τουρκοκύπριους να εργάζονται πυρετωδώς στα τουριστικά καταστήματα, στα πολυτελή ξενοδοχεία, στα νυχτερινά κέντρα διασκέδασης, στα καζίνα. Και το βράδυ να επιστρέφουν στα σπίτια τους. Που ανήκαν σε ελληνοκύπριους διωχθέντες από την εισβολή του 1974. Και, κατά διαστήματα, να υποδέχονται τους δεδιωγμένους ελληνοκύπριους. Με φιλιά και με κεράσματα! Επιτρέποντάς τους να περιέλθουν στα δωμάτια που έζησαν. Αλλά μέχρι εκεί. Γιατί πρέπει να γυρίσουν αυθημερόν στην ελεύθερη Κύπρο. Διότι οι περιουσίες είναι πια των νέων ενοίκων ελέω Αττίλα. Και ας όψονται οι διαπράξαντες την προδοσία… υπερπατριώτες της Κερκόπορτας. Όμως, η μνήμη της επιστροφής, για μεγάλο αριθμό του ανδρικού πληθυσμού, έχει διαβρωθεί. Ενάμιση εκατομμύριο διελεύσεις καταγράφτηκαν από τα οδοφράγματα την χρονιά πριν την πανδημία του κορωνοϊού! Με προορισμό τα δελεαστικά καζίνα…
Πήγα στην Αμμόχωστο. Την χωμένη - δηλαδή - στην άμμο. Που αιώνες πριν έφερε το όνομα Σαλαμίνα. Και αργότερα Αρσινόη. Ιδρυθείσα από τον Τεύκρο, γιο του Τελαμώνα και τον αδελφό του Αίαντα, προερχόμενους από το ελληνικό νησί της Σαλαμίνας. Και είδα την ερντογανική αυθάδεια να έχει ανοίξει την παραλιακή περιοχή με τα θηριώδη ξενοδοχεία. Χάσκουν ανέκφραστα, όντας σε αχρησία επί πέντε δεκαετίες. Τώρα προχωρεί η αξιοποίηση του χώρου με καταστήματα εστίασης στην αμμουδιά. Εδώ «είδα» αμέριμνο τον Αττίλα να έχει βγάλει την πανοπλία του, απολαμβάνοντας το μπάνιο του, υπό την σκέπη της τουρκικής σημαίας και της σημαίας του ψευδοκράτους. Περπάτησα τον κεντρικό δρόμο, τη λεωφόρο Δημοκρατίας. Μισοσβησμένες επιγραφές στα ελληνικά. Ο Οργανισμός Τουρισμού της ψευδώνυμης «Τουρκικής Δημοκρατίας Βορείου Κύπρου», αναγνωρισμένη μόνο από την Άγκυρα, διανέμει στην είσοδο ένα πολυτελές προσπέκτους με γράφημα και φωτογραφίες των ερειπίων. Συνιστά στους τουρίστες – Τούρκους κατά πλειοψηφία, αλλά και Ευρωπαίους και Αμερικάνους – να νοικιάσουν ποδήλατο για να περάσουν μπροστά από το ελληνικό Λύκειο, το γραφείο της Ολυμπιακής Αεροπορίας, το Θέατρο και άλλα ελληνικά κτίσματα. Διότι εδώ έσφυζε η ελληνική καρδιά. Τώρα τα φυλάκια της αστυνομίας του ψευδοκράτους υπενθυμίζουν την σκληρή πραγματικότητα της κατοχής. Τόσο, που δεν μπορείς να απολαύσεις τον ήλιο, τα κύματα, τις πέτρες, τα δέντρα, τον αέρα. Καθώς όλα τελούν υπό σκλαβιά. Το ίδιο το φυλλάδιο των κατοχικών ακτών διαλαλεί – δίχως να αναφέρει την ελληνικότητα : 3.000 κατοικίες, 1000 εμπορικά, 30 βιοτεχνίες, 19 σχολεία, 89 ξενοδοχεία, 21 τράπεζες, 7 εκκλησίες, ένα νεκροταφείο, 25 μουσεία, 99 καταστήματα ψυχαγωγίας…
Ναι, ποιητή…
«Τα σπίτια που είχα μου τα πήραν…».
Αλλά όχι την Μνήμη!
Κι αν δεν είχαμε τη γενναιότητα να πάρουμε τα όπλα για την απελευθέρωση του αδελφικού μας νησιού…
Τουλάχιστον κρατάμε το όπλο της Γνώσης. Που αντιμάχεται την Αμνησία… Ζώντας με το ανέφικτο:
«Τα σπίτια που είχαμε, κάποτε θα τα πάρουμε»…
-----------------------------------------------------------------------------------
(blog Γεωργίας Λινάρδου, pressworkers.gr )







































