Το Χιώτικο ψωμί

Κυρ, 27/02/2022 - 18:58

«Όσοι γλίτωσαν από τους δικούς μου ήρθαν στην Ελλάδα, που άνοιξε τις πύλες της και αγκάλιασε τους Αρμένιους. Τους δέχτηκε, τους πότισε, τους τάισε».

Τα λόγια αυτά προέρχονται από τον 86χρονο ιερωμένο Ζιράρ Βακιρτζιάν, αρχιδιάκονο της μοναδικής αρμένικης εκκλησίας στην Κρήτη (2015).

Αυτή του Αγίου Ιωάννη του Προδρόμου, στη συνοικία της Αγίας Τριάδας στο Ηράκλειο.

Στη Γενοκτονία ξεκληρίστηκε ολόκληρη η οικογένεια του πατέρα τού Αρμένιου ιερέα. Ο πατέρας του, που ήταν παντρεμένος και μάλιστα είχε ένα κοριτσάκι, είχε καταφέρει να έρθει με τη γυναίκα του και το παιδί του στην Ελλάδα, μαζί και με την αδελφή του και το γιο της.

Ωστόσο, όλοι, μα όλοι οι υπόλοιποι της οικογένειας χάθηκαν στις σφαγές.

Τα δάκρυα στα μάτια του κυλούν φανερά όταν αναφέρεται στη μητέρα του.

«Πέθανε στα 115 της χρόνια και ακόμη θυμόταν τη γυναίκα από τη Χίο που είχε κρύψει στην ποδιά της ψωμί και της το έδωσε να φάει, όταν μικρό παιδί μετά τις σφαγές βρέθηκε στο νησί του Αιγαίου».

Το 1984, ο Ζιράρ Βακιρτζιάν βρέθηκε στον τόπο όπου γεννήθηκε η μητέρα του. Στο χωριό Κιρκ Αγάτ (40 δέντρα). Η συγκίνησή του δεν περιγραφόταν, μιας και είχε ακούσει δεκάδες φορές από τη μάνα του να περιγράφει το πατρικό της.

«Ήταν μια πράσινη πόρτα, η τέταρτη πόρτα μετά την εκκλησία της Αγίας Αικατερίνης. Έκλαψα όταν είδα τον τόπο που γεννήθηκε. Σταμάτησα όμως δύο μέτρα πριν την πόρτα. Δε χτύπησα ποτέ για να μπω μέσα...», ανέφερε ο ίδιος, λέγοντας πως είχε προηγηθεί κάποιο συμβάν με έναν Τούρκο ταξιτζή, που όταν -με τα ελάχιστα Τούρκικα που γνώριζε- του ζήτησε να τον πάει στην περιοχή, εκείνος άρχισε να φωνάζει:

«Τι γυρεύεις εσύ εκεί;» Κι ο Ζιράρ Βακιρτζιάν είχε απαντήσει: «Η μάνα μου έφτασε μισοσφαγμένη στην Ελλάδα και ήρθα να δω πού γεννήθηκε. Δεν ντρέπεσαι...».

Πάντως, η περιοχή, όπως του έλεγε πάντα η μητέρα του, έβγαζε πολύ καλά πεπόνια. Έτσι αγόρασε κάποια από 'κει και γυρνώντας στην Κρήτη τα δίνει στη μητέρα του. Χωρίς να ξέρει τίποτα εκείνη για το ταξίδι, μόλις δοκιμάζει το πεπόνι, του λέει δακρυσμένη: «Παιδί μου, πήγες στο σπίτι μου;».

Επιμέλεια: Αναστασία Μανδάλα

Σχετικά Άρθρα