
Βλέπω τις φωτογραφίες κι ακόμα είμαι συγκλονισμένη. Θεέ μου πόσο ίδια είναι τα πράγματα.
1922 μια βάρκα, μια οικογένεια με 5 παιδιά κι ένα καζάνι της σούμας από το Λιθρί στα Βρουλίδια, στα Καρδάμυλα. Μια βάρκα γεμάτη πόνο και θανατικό, ένα από τα παιδιά η γιαγιά μου, το Κυριακουλιώ της Χατζήδαινας. Δεκατεσσάρων χρονών κορίτσι, που όμως μέσα σ’ όλα αυτά που πέρασε με την πρώτη αφορμή βουτούσε το ταψί και τα κουτάλια κι έπιανε το τραγούδι κι ας ήταν ο δεύτερος διωγμός, κι ας έχασαν τα πάντα κι είχαν απέναντι θεούς και δαίμονες ανθρώπους.
Σάμπως σήμερα δεν είναι τα ίδια και εσύ προχτές πόσο τη θύμισες. Σηκώθηκες με τα παιδιά σου απ’ την κουρελού που τα κοίμιζες στον Κήπο για να έρθεις να χορέψεις, να ξεχάσεις το θανατικό που σε ξερίζωσε από τον τόπο σου. Μου είπες το όνομά σου, μα συχώρα με το ξέχασα μες το λαχάνιασμα του χορού, όταν ήρθες και πιαστήκαμε χέρι χέρι. Ένα πρόσωπο καδραρισμένο μεσ’ τη μαντήλα να κουβαλά τον πόνο του ξεριζωμού και να ‘χει τη δύναμη, την ανάγκη της ζωής και της χαράς. Ντράπηκα, ένιωσα ενοχές εγώ η τακτοποιημένη που γκρινιάζω για τούτο και για τ’ άλλο. Κι όταν τέλειωσε ο χορός κι άνοιξες την αγκαλιά σου και με φίλησες τα κατάλαβα όλα. Ήσουν το Κυριακουλιώ η πρόσφυγας, έτσι θα σε λέω, απ’ το Λιθρί, απ’ τη Συρία, από κάπου αλλού δεν έχει σημασία, κι αν εκείνη κουβαλούσε το ταψί και τα κουτάλια εσύ μέσα στη μοναδική σου τσάντα, μαζί με το θανατικό του πολέμου, βρήκε τη θέση του κι ένα cd με τη μουσική της πατρίδας σου. Αν και σου λέω αλήθεια και χωρίς αυτό εσύ η ίδια είσαι η Κιβωτός που κουβαλάς τα πολύτιμα, η Γυναίκα, η Μάνα, η Πρόσφυγας. Εσύ που ενώ χορεύαμε κάποιος δικός σου ήρθε και σου ‘πε ότι πονάει το δόντι κι έτρεξες, έδωσε το γιατρικό και ξαναγύρισες στο χορό. Θα ανέβαζα φωτογραφίες αλλά δεν ξέρω αν η κουλτούρα σου το επιτρέπει, μακάρι να κατάλαβες όταν σου έδωσα την κάρτα με τη διεύθυνσή μου να επικοινωνήσεις μαζί μου για να σου τις στείλω.
Ανάθεμα σ’ αυτούς που καταστρέφουν λαούς, χύνουν το αίμα τους στο βωμό του χρήματος και των κερδών τους, στήνουν χορούς στα πτώματα των παιδιών σου, των παιδιών του κόσμου και μετά κλαίνε υποκριτικά στη φωτογραφία του Aylan.
Είναι αυτοί και έχουν όνομα.
Είναι αυτοί που με τις επεμβάσεις τους στη χώρα σου και στις χώρες του κόσμου ξεκληρίζουν εκατομμύρια ανθρώπων, δημιουργούν ανθρώπινα θύματα, χιλιάδες πρόσφυγες, εκατοντάδες πνιγμένους στα νερά του Αιγαίου. Αυτά που εσύ στάθηκες τυχερή -πόσο αστεία φαίνεται η λέξη- και πέρασες ακολουθώντας τα εξαθλιωμένα καραβάνια στο μακρύ ταξίδι τους για την πολιτισμένη Ευρώπη -πόσο αστεία φαίνεται η λέξη.
Την Ευρώπη - ύαινα που θα πέσει πάνω στο σώμα σου, στο σώμα του λαού σου για να βρει εκατοντάδες πάμφθηνα εργατικά χέρια για να αβγατίσει τα κέρδη της.
Την Ευρώπη - θεριό απάνθρωπο που θα σε βαρά αλύπητα όταν προσπαθήσεις να περάσεις τα πολιτισμένα σύνορά της.
Την Ευρώπη - λύκαινα που θα φωτογραφίζεται μαζί σου όταν πια θα τα έχεις περάσει και θα σε συμπονά υποκριτικά, ενώ θα ξερογλείφεται για το ζεστό αίμα που έφτασε στην πόρτα της.
Αχ πότε θα καταλάβουν οι λαοί και θα υψώσουν το τεράστιο ανάστημά τους!
Σε ευχαριστώ για την τεράστια αγκαλιά σου
Χίος 2015
Κάπου γύρω από την επέτειο της Μικρασιατικής Καταστροφής
Η εγγονή της Κυριακουλιώς της πρόσφυγα
(για την ουσία)
ή
Κυριακή Χατζαντωνάκη
(για τον τύπο)

































