
Ημέρα μνήμης σήμερα στον αδικοχαμένο Σταύρο Κιολέογλου και μέσα από τις «Ανθρώπινες Διαδρομές» της «Αλήθεια ΤV» (σήμερα 19.00 και 23.00, την Τετάρτη 15.00) αλλά και δυο λόγια όπως μας τα είχε μεταφέρει η αδελφή του, Μαρκέλλα Μυλωναδάκη και περιλαμβάνονται στον 2ο τόμο του ομώνυμου βιβλίου…
Ο Σταύρος γεννήθηκε στις 27 Ιανουαρίου 1948 από τους Γεώργιο Γ. Κιολέογλου από την Πάφρα του Πόντου και την Ανθίππη Γ. Καλλιμασιά και ήταν ο μικρότερος από τα δύο άλλα αδέλφια του (Ισίδωρο και Μαρκέλλα).
Σε ηλικία 15-16 χρόνων γίνεται μέλος της Νεολαίας Λαμπράκη και επικεφαλής της στη Χίο. Λόγω της αριστερής ιδεολογίας και ένταξής του αποβάλλεται από τα Γυμνάσια Βροντάδου και Αρρένων (στην Στ’ τάξη!) και μάλιστα με απόφαση να μη γίνει δεκτός σε κανένα Γυμνάσιο. Όμως ο Μηνάς Καλούδης, γυμνασιάρχης τότε στο Γυμνάσιο Καρδαμύλων, του λέει «εγώ θα σου δώσω απολυτήριο».
Συλλαμβάνεται στις 2 Μαΐου 1968, γιατί στον εορτασμό της πρώτης επετείου της χούντας κατεβάζει μεσίστια τη σημαία στο ανθοπωλείο της οικογένειας όπου απασχολείται, εις ένδειξη πένθους. Μεταφέρεται στην Αθήνα και καταδικάζεται σε 6μηνη φυλάκιση και κρατείται 3 μήνες στις φυλακές ανηλίκων.
Αρχές Αυγούστου του '68 μεταφέρεται στις φυλακές Λευκάδας και στις 12 Σεπτεμβρίου στις φυλακές της Πάτρας και στις 17 στο νοσοκομείο της πόλης λόγω επιδείνωσης της υγείας του. Στις 22 επιστρέφει στις φυλακές Λευκάδας και στις 31 Οκτωβρίου αποφυλακίζεται…
Νέα σύλληψη του Σταύρου τον Μάρτιο του ’69 για ανυποταξία… Κρατείται στο Μπογιάτι και στις 4 Ιουνίου καταδικάζεται σε 2ετή φυλάκιση από το Διαρκές Στρατοδικείο. Γιατί είπε στους στρατοδίκες «αρνούμαι να υπηρετήσω στο στρατό ενός τέτοιου καθεστώτος». 16 Ιανουαρίου 1970 μεταφέρεται στις φυλακές της Κέρκυρας και από εκεί στον Κορυδαλλό.
Αποφυλακίζεται τον Ιανουάριο του ’71 και του δίνουν αναβολή για ένα χρόνο για λόγους υγείας και επιστρέφει στη Χίο στις 17 Φεβρουαρίου.
Η δράση του στη Χίο αυτό το διάστημα περιγράφεται από τον Λάρδα παρακάτω… Τον Νοέμβρη του ’71 ο Σταύρος φεύγει για την Αθήνα και από τότε χάνονται τα ίχνη του… Η χούντα τον «εξαφάνισε»… Όπως και πολλούς άλλους!
Του Δημήτρη Φρεζούλη







































