
Μάρτυρας υπεράσπισης σε μια δίκη ήμουν χτες -θα γράψω γι' αυτήν αύριο- και να 'μαι να μπαίνω στο Πρωτοδικείο ύστερα από πολύ καιρό. Από τότε που πήρα σύνταξη ζήτημα είναι αν είχα περάσει μια δυο φορές. Το έβλεπα απ' έξω, το καμάρωνα, θυμόμουν αλήστου μνήμης στιγμές αλλά τη μια να ανέβω, την άλλη, όλο και το ανέβαλα.
Έτσι, από την έδρα που με φιλοξενούσε ως γραμματέα πολλά χρόνια βρέθηκα στο εδώλιο του μάρτυρα να καταθέτω. Βρε τι εξέλιξη είναι αυτή, σκέφτηκα, μπαίνοντας στο ακροατήριο, από τις εκ βάθρων αλλαγές που είχαν γίνει. Με τα καθίσματα, με τα μικρόφωνα για μαγνητοσκόπηση των λεγομένων, με την έδρα άνετη και ωραία.
Και αφού τελείωσα την κατάθεσή μου είπα να ανέβω μια βόλτα και πάνω όπου «έφαγα» κοντά τριάντα χρόνια της ζωής μου. Μεγάλωσα, για να μην πω γέρασα και με πάρει από κάτω, σκέφτηκα, ανεβαίνοντας την τριπλή σκάλα. Λίγα χρόνια πριν «πετούσα» κι ανέβαινα και χτες μάλλον ζορίστηκα. Και φτάνοντας στο πλατύσκαλο και ανοίγοντας την όμορφη παλιά κλασική πόρτα, στα αριστερά μου το πρώτο γραφείο. Εκεί που μόλις προσλήφθηκα με καλή παρέα, τον συγχωρεμένο τον Μαρίνο και τον Χρυσοσθένη, ξεκινούσα τη δεύτερη επαγγελματική σταδιοδρομία μου μετά από εκείνη του ασυρματιστή. Έκλεισα τα μάτια μου και «είδα» στα γραφεία τους καλούς και αγαπητούς συναδέλφους και τον Σκαρβέλη να εφορμά με κάποιο αστείο στα χείλη του, όταν δεν καθόταν στο γραφείο της υποδοχής.
Απέναντι ακριβώς ένας παλιός συνάδελφος με τις δικογραφίες -τι μου θύμισαν...- βουνό στο γραφείο του. Βλέποντάς με πετάχτηκε όρθιος με χαμόγελο να με καλωσορίσει και σε λίγο να σου και ξεπροβάλλει από την πόρτα του γραφείου της ανάκρισης και η αγαπητή Ευγενία. Άλλο πανηγύρι και με το Ευγενάκι, με την κουβέντα να περιστρέφεται με αμφότερους -σε τι άλλο;- στη δουλειά.
Ρε παιδιά πολύ πάω αυτή την Ξένια, την πρόεδρο του συλλόγου σας, γιατί είναι δυναμική και διεκδικητική, τους είπα. Ε, έλα να τη γνωρίσεις μου είπαν και οι δύο και σε εκείνο το μεγάλο νοτινό γραφείο συναντώ για πρώτη φορά την κυρία που «τα μπήκε» στον Ταχιάο για το Δικαστικό Μέγαρο. Ε, ας πάω και πιο μέσα, σκέφτηκα, όπου πέρασα τα καλύτερά μου χρόνια. Στο μικρό δωματιάκι, το γραφείο της ανάκρισης που τόσες πολλές μνήμες μου θύμισε με τις ατέλειωτες ώρες δουλειάς ακόμα και τα απογεύματα και τα βράδια. Η καρδιά μου σφίχτηκε καθώς το είδα εγκαταλειμμένο να χρησιμοποιείται ως αποθήκη. Ανήκουν στο παρελθόν οι δόξες που γνώρισε…
Από το απέναντι κτήριο δεν είχα αναμνήσεις γιατί δεν δούλεψα ποτέ εκεί. Ανέβηκα όμως και σ’ αυτό γιατί εργάζονται κάποιες από τις παλιές συναδέλφισσες. Η αγαπημένη μου Μαριάννα, που μόλις με είδε να προβάλλω από την πόρτα έβαλε τις φωνές και όρμησε να με αγκαλιάσει και να με φιλήσει. Και δίπλα η Νικολέτα που δεν έκρυψε κι αυτή τη χαρά της.
Αυτό το μισάωρο πέρασα υπέροχα και χάρηκα πολύ με την επίσκεψή μου στα παλιά λημέρια. Και θέλω να ευχαριστήσω τους αγαπητούς συναδέλφους για την υποδοχή τους.
Του Δημήτρη Φρεζούλη