Στον καφενέ

Σάβ, 13/05/2023 - 07:16
Αφροδίτη και Γιώργης Επιτροπάκη

Όσο ζούσε η συγχωρεμένη η γυναίκα του, η Αφροδίτη, έμεναν σε ένα καλυβάκι στο λιμανάκι της Αγίας Ερμιόνης. Όταν «έφυγε» πριν τρία χρόνια έφυγε κι εκείνος από το λιμανάκι γιατί δεν άντεχε τη μοναξιά και την απουσία της Αφροδίτης. Ο λόγος για τον 93χρονο αγαπητό φίλο Γιώργη Επιτροπάκη, που εξακολουθεί και παραμένει αειθαλής και αεικίνητος και με τα μυαλά τετρακόσια. Όποτε περνούσα έξω από το καλυβάκι είχα τη μόνιμη πρόσκλησή του με το καθιερωμένο «Να βάλω ένα;», εννοώντας ένα ούζο. Και πώς να αρνηθείς, βέβαια, μια τέτοια πρόσκληση και πρόκληση…

Από τότε που έφυγε η Αφροδίτη και ο Γιώργης έμεινε στο χωριό, άρχισε άλλο τροπάρι. Κάθε πρωί κατά τις 10 πάει στην αυλή του καφενείου - εστιατορίου Καρανικόλα στην καρδιά των Θυμιανών. Εκεί βρίσκεται με άλλους χωριανούς στο καθιερωμένο καθημερινό ραντεβού τους και πίνουν το καφεδάκι τους. Περνώντας λοιπόν με το αυτοκίνητό μου έξω από το καφενείο, έτσι και σταματήσω απέναντι, στο πρατήριο Ψαρρού-Γαλάτουλα, προβάλλει το άσπρο κεφάλι του. Δεν μου φωνάζει να «βάλω ένα», αλλά «έλα να σε κεράσω έναν καφέ».

Μια ζωή «πνιγμένος» και τρέχοντας, πολλές φορές δεν του έκανα το χατίρι και αισθανόμουν και άσχημα. Πρόσφατα όμως αποφάσισα ότι δεν πάει άλλο και πρέπει να ενδώσω στην πρόσκλησή του. Και πήγα να με κεράσει τον περί ου λόγος καφέ.

Είχα χρόνια να πάω σε καφενείο για καφέ, γιατί από μικρός δεν ήμουν καφενόβιος. Παρά το ότι τα χρόνια εκείνα τα καφενεία στο χωριό ήταν πολλά, ενώ κάποια από τα παντοπωλεία διέθεταν και το σχετικό, μικρό η αλήθεια χώρο, για το τεζιάκι όπου κατέβαιναν τα ούζα με μια ελιά και μια σαρδέλα. Και στα καφενεία εκείνης της εποχής μαζευόταν κόσμος και κοσμάκης. Ιδιαίτερα τα απογεύματα και τα βράδια. Ήταν ο τόπος συνάντησης των συγχωριανών για να μάθουν τα νέα της ημέρας, να κουτσομπολέψουν, να κουβεντιάσουν και να κλείσουν δουλειές. Οι άνθρωποι πήγαιναν να συναντήσουν τους φίλους τους ή ακόμη και για να ζεσταθούν ή για να βρεθούν σε ένα περιβάλλον που δεν θα τους θύμιζε το σπίτι τους. Και στα χρόνια του φανατισμού είχαμε τα γαλάζια, τα πράσινα και τα κόκκινα…

Καφές, λοιπόν, στο καφενείο με αγαπητούς συγχωριανούς, με ηρεμία, γαλήνη και ησυχία, χωρίς πολιτική συζήτηση αλλά μόνο με αθλητική και με τα προβλήματα υγείας του καθενός. Και με ιστορίες από τα παλιά με τον μαστρο-Γιώργη να έχει τον πρώτο λόγο. Από τα καΐκια, την Κατοχή, τα μπάρκα, τη φτώχια. Και είναι τυχεροί όσοι τον απολαμβάνουν γιατί είναι ανεξάντλητος.

Τον χάρηκα τον «ζαλισμένο» πρωινό καφέ. Και με την πρώτη ευκαιρία θα τον ξαναπιώ!

Του Δημήτρη Φρεζούλη

Σχετικά Άρθρα