
Η 12η Αυγούστου 2025 στην Αμανή… Γράφτηκε πιά στο Βιβλίο της Ιστορίας! Γράφτηκε στις εφημερίδες, τα sites, τα προφίλ μας στο διαδίκτυο, στο Φύλλο της Εφημερίδας της Κυβερνήσεως.
Γράφτηκε και σε ένα ανθρώπινο πρόσωπο, που βλέπει το πέρασμα της πύρινης ημερομηνίας στον καθρέφτη κάθε πρωί που ξυπνά…
ΔΗΜΗΤΡΑ ΜΙΜΙΔΗ. Ετών 45. Μόνιμη κάτοικος Βολισσού, με την οικογένεια της, εδώ και 6 χρόνια
Η μοναδική εγκαυματίας από την «ΦΩΤΙΑ» της Βολισσού. Η «άγνωστη εγκαυματίας». Άραγε γιατί; Αφού όλοι ήξεραν… Πολιτεία και Πολίτες.
Από την δουλειά…στη φωτιά
Τρίτη ήταν. Καθημερινή. Παραμονές της Παναγίας. Η άψη του καλοκαιριού, η άψη της δουλειάς, πολύβουο μελίσσι από τους καλοκαιρινούς επισκέπτες η Βολισσός και τα άλλα χωριά της Αμανής. Μια ζεστή μέρα του καλοκαιριού ήτανε. Φυσούσε. Τίποτα ασυνήθιστο. Σηκώθηκαν με τον άντρα της, Οδυσσέα Νεαμονίτη το πρωί, ήπιανε τον καφέ τους και χωρίστηκαν βιαστικά, για να πάνε στην δουλειά…
Συζητήσανε για τα παιδιά, για την ώρα που θα γυρίσουν, το μεσημεριανό φαγητό, τέτοια. Κλείδωσαν το σπίτι και έφυγαν.
Όταν γύρισαν κατά το μεσημέρι…
Οκτώβρης. Γλυκός. Δώσαμε ραντεβού στην πόλη. Κάπου ήρεμα. Σπιτικά. Είχαμε μιλήσει από τηλεφώνου. Τα πρώτα λεπτά αμήχανα. Εντελώς. Σαν απογευματινή επίσκεψη, για τον ερχομό του φθινοπώρου.
Τέτοιες ώρες, δεν ρωτάς, ακούς…
Το πρώτο 112, τους βρήκε χωριστά, σε απόσταση χιλιομέτρων, στα Νένητα ο άντρας της, στην δουλειά, ως ελεύθερος επαγγελματίας. Δεν καθυστέρησε ούτε λεπτό. Από το κέντρο της πόλης -Βολισσό 25 λεπτά!
Εκείνη εργαζόταν σε κατάστημα της περιοχής. Έτρεξε με τα ρούχα της δουλειάς, το μπλουζάκι που φορούσε, με το λογότυπο του, το μαρτυρούσε. Στο δρόμο της δεν συνάντησε φωτιά.
Από την πλευρά της Ποταμιάς- Παρπαριάς το πύρινο φίδι φαινόταν απειλητικό. Αλλά ακόμη μακρινό. Προετοιμάζονταν να φύγουν.
Ετοίμαζαν τα ζώα, λιγοστά πράγματα. Ό,τι προλάβαιναν. Όπως όλοι οι συγχωριανοί τους εκείνη την ώρα.
«Τότε πώς;» ψέλισσα…
«Τα μαζεμένα μαλλιά…»
Τα συμβατικά όρια χώρου και χρόνου καταλύονται. Όλα γίνονται 12 Αυγούστου. ΒΟΛΙΣΣΟΣ. ΦΩΤΙΑ.
Αρχίζει να ανασύρει από την μνήμη του κινητού της, τα πρώτα βίντεο της φωτιάς, το καμένο τους σπιτικό…
Με «ξεναγεί» στα καρβουνιασμένα κομμάτια της ζωής τους που πέρασαν εκεί με τα παιδιά τους, έξι ολάκερα χρόνια!
« Αυτή είναι η κουζίνα μου, το μίξερ που μου χάρισε ο πατέρας μου, ο καταψύκτης μας, το τραπέζι μας… Στην αυλή, τα καμένα εργαλεία, την μηχανή τους. Κι άλλα, κι άλλα. Όλα τα πυρόπληκτα σπίτια μοιάζουν. Όλα τα καμένα από την φωτιά σπίτια έχουν την ίδια όψη και μυρωδιά «καμένου ονείρου». Όλα… Μα αυτό είναι το δικό τους. Κοντά στο Κάστρο της Βολισσού. Ήταν! Δεν είναι…Σηκώνει τα μακριά μαλλιά της από την αριστερή πλευρά του όμορφου προσώπου της, και βλέπω τα σημάδια της φωτιάς… Σοκάρομαι, αλλά μένω φαινομενικά ατάραχη. Εκείνη πότε μιλάει, πότε σιωπά, πότε βουρκώνει, πότε κλαίει…
«Δεν κάηκα ολάκερη στο κεφάλι, στο σώμα, γιατί είχα σηκωμένα τα μαλλιά μου. Όχι απλά σηκωμένα. Μαζεμένα τόσο πολύ σαν να ήταν κολλημένα. Δεν ξέφευγε ούτε μία τρίχα. Τα είχα μαζέψει όλα πάνω, γιατί είχαμε χορέψει με το χορευτικό «Χίοι εν Χορώ», εκείνες τις μέρες και τα κράτησα για την επόμενη εμφάνιση μας».
Κάπως έτσι αρχίσαμε, να ξετυλίγουμε το νήμα.
Όπως περιγράφει και ο σύζυγος της Οδυσσέας Νεαμονίτης που κάθεται δίπλα της, η φωτιά κινήθηκε με αστραπιαία ταχύτητα. Εκεί που την έβλεπαν στο βάθος, σε λιγότερο από 20 λεπτά βρέθηκε δίπλα τους. Τους κυνηγούσε!
Το ανατολικό μέτωπο της όμως δεν ήταν ακόμη ορατό. Έτσι στράφηκαν προς τα εκεί…
Μπήκαν πατέρας, γιός και μητέρα σε τρία διαφορετικά οχήματα και εγκατέλειψαν το σπίτι που τους είχε παραχωρηθεί και για 6 χρόνια ήταν το σπιτικό τους. Η οδηγία του πατέρα ήταν: «Μη σταματήσετε!»
«Περάσαμε μέσα από ένα τείχος φωτιάς 30 με 40 μέτρα. Χωρίς ορατότητα! Τρέχαμε! Μόνο με τον δρόμο που είχαμε στην μνήμη μας πηγαίναμε. Αν βρίσκονταν μπροστά μας, ένα πεσμένο δέντρο, μια μεγάλη πέτρα, ένα πυροσβεστικό, οτιδήποτε, αν κάποιος από μας τρόμαζε…»
«Μέχρι να βγω από την φωτιά δεν σκεφτόμουν τίποτε… Μόνο περίμενα να δω τα τέσσερα φώτα των αυτοκινήτων του γιού μου και της γυναίκας μου, να βγαίνουν από την φωτιά, δεν είχα ούτε ανάσα, ούτε σφυγμό»… περιγράφει ο πατέρας της οικογένειας Οδυσσέας Νειαμονίτης.
Η συνάντηση με την… φωτιά
Πόσα ατελείωτα δευτερόλεπτα μεσολάβησαν από την ώρα που μπήκαν στα αυτοκίνητα, μέχρι να περάσουν κυριολεκτικά μέσα από την φωτιά, πατέρας, μητέρα και ο 19χρονος γιός τους; Ποτέ δεν θα μάθουμε… Μόνο σκόρπιες εικόνες, ήχοι και πύρινες μνήμες!
Η εγκαυματίας Δήμητρα Μιμίδη, αρχίζει να μιλά για εκείνα τα δευτερόλεπτα που ένιωσε το άγγιγμα της φωτιάς. Που θα μπορούσαν να είχε εγκλωβίσει και να οδηγήσει όλη την οικογένεια σε μαρτυρικό θάνατο…
«Με το που συναντηθήκαμε με την φωτιά, νιώθω ότι φύσηξε ο αέρας και την κόλλησε πάνω μας. Ένας στροβιλισμός έγινε. Το παράθυρο ήταν ανοιχτό όλο. Μέχρι και η ασφάλεια από την πόρτα του οδηγού κάηκε, όλος ο «ουρανός» του αυτοκινήτου, καθώς μπήκε η φωτιά με τον αέρα…
ΤΟ ΕΝΙΩΘΑ ΟΤΙ ΚΑΙΓΟΜΟΥΝ» λέει απλά…
Περνώντας από το χωριό θυμάται σκόρπιες εικόνες. Οι καμπάνες των εκκλησιών που χτυπούσαν, ακόμη ηχούν…
Επιστρέφει με την μνήμη της στο εσωτερικό του αυτοκινήτου της. Οι καύτρες είχαν πέσει πάνω στα καθίσματα, αλλά και στο κολάν της που φορούσε στην δουλειά. Εκείνη την ώρα δεν κατάλαβε τι ζημιά της έκαναν…
Από την απόσταση «ασφαλείας» που περιγράφει τα γεγονότα, σκέφτεται: «Αν φορούσα και σκουλαρίκια και έπαιρναν φωτιά… Τί θα γινόταν; Ευτυχώς που δεν φορούσα», μονολογεί.
«Δεν ένιωθα το αφτί μου»
Κάπως, με την βοήθεια «…ενός χεριού που μας έβγαλε από την φωτιά» όπως είπε ο σύζυγος της, έφτασαν επιτέλους στα Λημνιά, όπως και εκατοντάδες συγχωριανοί και επισκέπτες κυνηγημένοι από την φωτιά και τον καπνό. Ήδη, όπως περιγράφει η εγκαυματίας: «Είχα αρχίσει να μην νιώθω το αυτί μου. Είπα εκεί ΚΑΗΚΑ και μου έδωσαν μια αλοιφή από το αυτοκίνητο της Πολιτικής Προστασίας» θυμάται.
Επιβιβάζονται στο σκάφος του λιμενικού που τους διέσωσε από τον επικίνδυνο, αποπνικτικό καπνό που έβγαζε η φωτιά που ήδη έφτασε στην θάλασσα.
Εκεί αρχίζει να νιώθει τις πρώτες φουσκάλες στο πρόσωπο της, στο μάγουλο και το αυτί της.
Σαν βάλσαμο ήλθε εν πλω, το τηλεφώνημα του άλλου τους παιδιού που μέσω γνωστού, βρήκε τρόπο να επικοινωνήσει με το σκάφος του λιμενικού για να μιλήσει μαζί της… Να την ρωτήσει αν χρειάζεται ασθενοφόρο:« Αυτές οι στιγμές που άκουσα την φωνή του παιδιού μου…»
Για ανεξήγητο λόγο, τελικά δεν ζητήθηκε, ούτε κλήθηκε ασθενοφόρο για να παραλάβει τη μοναδική εγκαυματία της Βολισσού! Έτσι μεταφέρθηκε με ιδιωτικό αυτοκίνητο από το Λιθί που τους αποβίβασαν, στα ΕΠΕΙΓΟΝΤΑ του Σκυλίτσειου, όπου περίμενε να την εξετάσουν.
Με καμένη την αριστερή πλευρά του προσώπου της, με φούσκες γεμάτες πύον που είχαν αρχίσει ήδη να εμφανίζονται κατά την μεταφορά τους με το σκάφος του Λιμενικού να εμφανίζονται, έφυγε από τα ΕΠΕΙΓΟΝΤΑ του Νοσοκομείου, με μια γνωμάτευση για ΕΓΚΑΥΜΑΤΑ ΔΕΥΤΕΡΟΥ ΒΑΘΜΟΥ στο πρόσωπο και τον λαιμό.
Το ίδιο βράδυ, ενώ ακόμη η φωτιά σιγόκαιγε το σπιτικό τους, έφυγε από το ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΟ της ΧΙΟΥ, με μια απλή συνταγή για μια ειδική κρέμα, χωρίς αντιβίωση και οδηγίες για την περιποίηση του τραύματος.
Αποτελεί απορίας άξιον, πως η μοναδική εγκαυματίας της σαρωτικής φωτιάς της Βολισσού, αν και είχε τραυματιστεί… Ενώ την ώρα που την εξέταζαν στο Νοσοκομείο το σπίτι της μέχρι και την επόμενη μέρα σιγοκαίγονταν, δεν κρατήθηκε – ούτε μια νύχτα, εκείνη την νύχτα- στο Νοσοκομείο, για παρακολούθηση και πολύπλευρη στήριξη…
Εγκαυματίας… στο σπίτι!
Η γυναίκα που η φωτιά άφησε ορατό αποτύπωμα στο πρόσωπό της, εκτός από το βιός τους, η μοναδική εγκαυματίας δεν μπορεί ακόμη, δύο και πλέον μήνες μετά, να αφήσει εύκολα τις λέξεις να κυλήσουν.
Μου δείχνει τις φωτογραφίες. Το έγκαυμα της, από τις πρώτες μέρες, με τις φούσκες γεμάτες πύον να καλύπτουν το αριστερό αυτί της, το μάγουλο της και ένα μέρος του λαιμό της. Σοκάρομαι αλλά δεν πρέπει να φανεί.
Ωστόσο απορώ… «Σας είδε δερματολόγος στο Νοσοκομείο; Σας πρότειναν να νοσηλευτείτε, αφού δεν μπορούσατε έτσι και αλλιώς να γυρίσετε στην Βολισσό που καίγονταν και αρνηθήκατε;»
Προσπαθώ να καταλάβω πώς την ώρα που η φωτιά κατάκαιγε την Αμανή, είχε μπει στα χωριά, κάτοικοι και επισκέπτες της Βολισσού, κυνηγημένοι από την φωτιά συγκεντρώθηκαν στα Λημνιά και τις γειτονικές παραλίες από όπου διασώθηκαν από σκάφη του Λιμενικού και ιδιώτες, γιατί το Νοσοκομείο της Χίου δεν ήταν σε «συναγερμό» που σήμαινε ότι τα ΕΠΕΙΓΟΝΤΑ ήταν σε κατάσταση ετοιμότητας για να δεχθούν, παρά πάνω από έναν εγκαυματία!
Ήταν;… Ο ΔΕΡΜΑΤΟΛΟΓΟΣ;…
Η κυρία Δήμητρα Μιμίδη ήταν σαφέσταστη. «Με πήρε ο γιός μου από το Λιθί και με πήγε στα ΕΠΕΙΓΟΝΤΑ, γιατί ο άντρας μου και ο άλλος μου γιός, έπρεπε να δουν τι απέγινε το σπίτι μας… Εκεί με είδαν γρήγορα και έφυγα. Όχι δεν μου πρότειναν να νοσηλευτώ, ούτε καν να πάω για επανεξέταση. Την γνωμάτευση για το είδος και το βαθμό του εγκαύματος μου την έδωσαν άλλη μέρα, για να πάρω αναρρωτική άδεια».
Χαρακτηριστικό του τρόπου που αντιμετωπίστηκε η μοναδική εγκαυματίας από την φωτιά της Βολισσού είναι ότι ενώ δήλωσε ότι κάηκε περνώντας με το αυτοκίνητο μέσα από την φωτιά, δεν εξετάστηκε μήπως έχει καεί και σε άλλα σημεία του σώματος της. Επιστρέφοντας στο σπίτι και βγάζοντας η ίδια, εκεί τα ρούχα που φορούσε από το πρωί στην δουλειά της και με αυτά κάηκε, διαπίστωσε ότι από τις καύτρες είχαν γίνει μεγάλες, βαθιές τρύπες στα πόδια της που δεν είχαν εντοπιστεί στο Νοσοκομείο… Από το οποίο έφυγε με οδηγίες για την χρήση μιας κρέμας για ένα μήνα. Ούτε καν μια επανεξέταση!
Από το Νοσοκομείο… στον ιδιώτη δερματολόγο
«Ίσως θεώρησαν ότι το έγκαυμα μου δεν ήταν σοβαρό» είναι η δική της ερμηνεία, στα εύλογα ερωτήματα για την σπουδή που επιδείχθηκε στην αντιμετώπιση του εγκαύματος της, στα Επείγοντα, που όπως αποδείχθηκε δεν ήταν απλό… Σίγουρα η είδηση στα ΜΜΕ για την ύπαρξη πολίτη εγκαυματία στη φωτιά – που ποτέ δεν δηλώθηκε ξεχωριστά- περνώντας μέσα από τις φλόγες για να σωθεί, δεν θα βοηθούσε το γενικότερο, βαρύ κλίμα. Δεν «εξυπηρετούσε».
Τις επόμενες μέρες πάντως, η ίδια αναγκάστηκε να απευθυνθεί σε ιδιώτη δερματολόγο καθώς δεν της είχε χορηγηθεί αντιβίωση, ενώ ο ιδιώτης της συνταγογράφησε δεκαήμερη, καθώς το πρόσωπο της ήταν γεμάτο φούσκες… Πληρώνοντας η οικογένεια των πληγέντων, εκ των ενόντων, ιατρική φροντίδα και το κόστος των ειδικών κρεμών, των ειδικών γαζών που έπλενε τις πληγές, αυτούς τους δύο μήνες, αποτιμάται, όπως είπαν, ότι κλήθηκαν να πληρώσουν, ενώ είχαν καταστραφεί, κοντά στα 500 ευρώ. Ποσό που αναμένεται να αυξηθεί…
Η παρακολούθηση και η θεραπεία της, όπως είπε η κα Μιμίδη, θα διαρκέσει έναν ολάκερο χρόνο και είναι πιθανόν να χρειαστεί επέμβαση με λέιζερ, για να απαλλαγεί από το μεγάλο σημάδι που έχει αφήσει η φωτιά της 12ης Αυγούστου στο πρόσωπο της. Ενώ η συλλογή υγρού σε μία από τις «τρύπες» που άφησαν η φωτιά στο πόδι της, θα την οδηγήσει ξανά στον γιατρό που πλέον την παρακολουθεί. Καθώς στο Νοσοκομείο, δεν της πρότειναν καν επανεξέταση, πόσο μάλλον, να επισκέπτεται συχνά, όποτε χρειαστεί, στα εξωτερικά ιατρεία Δερματολόγο…
Με γλυκύτητα αναφέρεται στο πρόσωπο- χωρίς να το κατονομάσει- που προθυμοποιήθηκε να τις πληρώσει μια φορά τις αναγκαίες για την επούλωση του εγκαύματος κρέμες, γιατί η οικογένεια της και η ίδια, έμειναν κυριολεκτικά, χωρίς χρήματα, μετά την φωτιά. Όπως και το γεγονός ότι παρά τις συχνές επισκέψεις στον ιδιώτη δερματολόγο, δεν δεχόταν να πληρωθεί όλες τις επισκέψεις.
Σαν πρόσφυγες…
Στο Νοσοκομείο η Δήμητρα Μιμίδη πήρε μία συνταγή για ειδική κρέμα, οδηγίες και την έστειλαν σπίτι… Χωρίς επανεξέταση, παρακολούθηση και πολύπλευρη στήριξη σε έναν εγκαυματία, διασωθέντα από μια τέτοια φωτιάς, που οι ειδικοί γνωρίζουν ότι χρήζει ιδιαίτερης φροντίδας και στήριξης…
Έτσι η οικογένεια τους έπρεπε να καλύψει οικονομικά ένα κοστοβόρο, επώδυνο έγκαυμα στο πρόσωπο, που θα μπορούσε να είχε αντιμετωπιστεί εξ ολοκλήρου στο Δημόσιο Νοσοκομείο, αλλά δεν έγινε αυτό.
Μόνο όταν πήγε να πάρει το χαρτί που χρειαζόταν για την αναρρωτική από την δουλειά της, θυμάται να της πλένουν στο Νοσοκομείο το τραύμα και να κλαίει… Μία από τις πολλές στιγμές που ο πόνος στο πρόσωπο, της ψυχής έφερε δάκρυα. Μία…
Παράλληλα, όπως διαπίστωσαν πατέρας και γιός που έμειναν στο χωριό εκείνο το βράδυ, ό,τι άφησαν πίσω τους φεύγοντας για την δουλειά τους το ίδιο πρωί, είχε λιώσει ή καίγονταν, κάπνιζε ακόμη…Ούτε πιάτα, ούτε μαχαιροπήρουνα, ούτε σεντόνια, κουβέρτες, ούτε…
Παρά τις προσπάθειες των Πυροσβεστών, όπως είπαν και φάνηκε και από φωτογραφίες. Μέσα, στο εσωτερικό του σπιτιού, η απόλυτη καταστροφή και έξω, στην αυλή, ένα απόκοσμο θέαμα, όπως περιγράφει ο κύριος Νεαμονίτης. Γύρω-γύρω άναβαν σκόρπιες φωτιές, σαν καντήλια σε νεκροταφείο…
Από εκείνο το βράδυ η οικογένεια του Οδυσσέα Νεαμονίτη και της Δήμητρας Μιμίδη, βρέθηκε στο δρόμο, με ελάχιστα πράγματα που πρόλαβαν να χωρέσουν σε ένα σεντόνι που θύμιζε το «μπογαλάκι» των μικρασιατών προσφύγων.
Η ΜΟΝΑΔΙΚΗ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ στη Βολισσό που ταυτόχρονα έχασε το ΒΙΟΣ της, το σπίτι τους είχε παραχωρηθεί όταν θέλησαν πριν 6 χρόνια να εγκατασταθούν με τα δύο παιδιά τους στο χωριό. Μαζί και όλο τον απαραίτητο εξοπλισμό για να μπορέσει να εργαστεί, ο ελεύθερος επαγγελματίας σύζυγος, άρα και την βασική πηγή εισοδήματος της οικογένειας.
Έλιωσαν όλα τα εργαλεία του και έμεινε μόνο με τα ελάχιστα που είχε στο αυτοκίνητο την ώρα της δουλειάς… Δεν μπορούσε να βγάλει τα προς το ζην. Το κόστος των καταστραφέντων εργαλείων και μηχανημάτων ανέρχεται σύμφωνα με τους υπολογισμούς του κυρίου Νεαμονίτη σε δεκάδες χιλιάδες ευρώ… Την εποχή μάλιστα, που ήταν γεμάτη η Βολισσός από επισκέπτες και ευελπιστούσε να καλύψει αυτές τις μέρες του Αυγούστου, τρέχοντα έξοδα και πολλές υποχρεώσεις.
Αντ’ αυτών βρέθηκε, εκείνη την ημέρα, «γυμνός» και επαγγελματικά!
Η δε εγκαυματίας σύζυγος του, φυσικά επί μακρόν δεν μπορούσε να εργαστεί και για όσο χρόνο διήρκησε η αναρρωτική άδεια της δεν έχει πληρωθεί ακόμη από τον ΕΦΚΑ.
Αλληλεγγύη όπως Ανθρωπιά…
Βάλσαμο στις «πληγές» που άφησε στην οικογένεια τους εκείνη η φωτιά που του έκλεψε το βιός τους, τη ζήση τους, και ω του θαύματος δεν τους στέρησε την ζωή, η αλληλεγγύη που τους έδειξαν, εκτός των συγγενών, άνθρωποι που εξέφρασαν, με δική τους πρωτοβουλία, την έμπρακτη συμπαράσταση τους… Ξεκινώντας με την οικογένεια Μιχάλη και Ντίνας Μαδιανού που ανήμερα της Παναγίας, που πήγε στην εκκλησία με την κρέμα στο πρόσωπο και καπέλλο για να προστατεύεται το έγκαυμα…
Τα μαντάτα μαθεύτηκαν ήδη στο χωριό…Τους πρόσφεραν με δική τους πρωτοβουλία, ένα από τα ενοικιαζόμενα διαμερίσματα τους στη Βολισσό. Όπου φιλοξενήθηκαν για ένα μήνα με την πρόταση να ξεχειμωνιάσουν εκεί …
Τώρα την σκυτάλη της φιλοξενίας τους, αφού δεν έχουν πιά σπίτι, έχει αναλάβει, η οικογένεια Γεωργίου Κωνστανταρα, που τους παραχώρησε στέγη σε άλλη περιοχή της Βολισσού, όπου και τώρα διαμένουν.
Με συγκίνηση και ευγνωμοσύνη αναφέρουν, χωρίς ονόματα, γιατί ίσως οι δωρητές προτιμούν την ανωνυμία, ποσά συμβολικά που διατέθηκαν από την επιτροπή του Αγίου Στεφάνου, μία ανώνυμη κυρία… Τον πελάτη του στο κατάστημα του στην πόλη που του αγόρασε, ο ίδιος, ένα ακριβό εργαλείο που είχε καεί και χωρίς αυτό δεν μπορούσε να εργαστεί.
Άλλοι πάλι τον βοήθησαν να αποπληρώσει εργαλεία που όφειλε, το λογαριασμό του τηλεφώνου και ίντερνετ στο σπίτι και το κατάστημα, ένας γνωστός του, καρκινοπαθής ο ίδιος…
Άγνωστοι τους, μέχρι πριν τη φωτιά, από την Αθήνα, τους πρόσφεραν μια ηλεκτρική κουζίνα που στερούνταν, αφού αυτή που είχαν, έμεινε μαύρο κουφάρι μέσα στο σπίτι που έμεναν…
Γιατί τώρα;
Μόνο όποιος γνωρίζει με πόση διακριτικότητα, στωικότητα και αξιοπρέπεια η οικογένεια του Οδυσσέα Νεαμονίτη και της Δήμητρας Μιμίδη, κρατήθηκε όρθια, όλο αυτό το διάστημα μετά την φωτιά, μπορεί να καταλάβει, γιατί αποφάσισαν να μιλήσουν τώρα και όχι βδομάδες πριν.
Η απάντηση είναι εύκολη. Επί μέρες, παράλληλα με τους γιατρούς, έτρεχαν για να συλλέξουν όλα τα δικαιολογητικά που τεκμηριώνουν ότι ήταν μόνιμοι κάτοικοι Βολισσού, ότι το σπίτι τους είχε παραχωρηθεί και τα δύο παιδιά τους, σπουδαστές της ΑΕΝ, 19 και 21 ετών, φοίτησαν και αποφοίτησαν από το σχολείο της Βολισσού. Άλλος αγώνας να κατατεθούν στο Δήμο Χίου, ελπίζοντας τα αυτονόητα.
Μία «χείρα βοηθείας» για να πορευτούν…
Ενώ όλο τους το βιός χώρεσε σε μερικές μαύρες σακκούλες σκουπιδιών, που γέμισαν θρηνώντας, πριν τις πετάξουν μαζί με αναμνήσεις ζωής στους κάδους της Βολισσού…
Ένας μακρόσυρτος, σιωπηλός θρήνος, όπως πάνω από το απανθρακωμένο σώμα αγαπημένου. Σε μαύρες σακκούλες…
Γιατί τώρα; Χρειάζεται να έχει γνώσεις ψυχολογίας για να εξηγήσει την αδυναμία να εργαστεί ο διπλά κατεστραμμένος ελεύθερος επαγγελματίας, ενώ δεν είχε πιά σπιτικό και στο φιλόξενο οίκημα που τους προσφέρθηκε τον περίμενε η εγκαυματίας γυναίκα του που επίσης, φέρει τα ίδια «σημάδια» στην ψυχή;…
Μια οικογένεια πληγέντων που δεν έκρυψε ποτέ, ήταν άλλωστε γνωστό, ακόμη και στο Δήμαρχο Χίου, ότι η σύζυγος είναι και εγκαυματίας ταυτόχρονα…
Αλλά δεν το διατυμπάνισε. Δεν επεδίωξε την δημοσιότητα. Περίμενε υπομονετικά την διαδικασία του κράτους. Την αρωγή, όχι μόνο την κρατική. Περίμενε…
Την αλληλεγγύη, όχι των απλών ανθρώπων. Αυτή τους προσφέρθηκε…
«ΤΩΝ ΑΡΜΟΔΙΩΝ» όπως λέει με νόημα και με έναν κόμπο στο λαιμό, ο κύριος Οδυσσέας. Που φιλότιμα προσπαθεί να μην αφήσει να ξεχειλίσουν τα «ΓΙΑΤΙ» που τους καίνε, βδομάδες τώρα, μετά την φωτιά…
Στην μικρή κοινωνία της Βολισσού, πως έγιναν, και δεν είναι οι μόνοι, οι «αόρατοι πληγέντες» όταν ήλθε η ώρα της παροχής ρευστότητας από ιδιώτες χορηγούς, που είναι το μεγάλο ζητούμενο μετά από μια τέτοιας κλίμακας καταστροφή.
Πώς βρέθηκαν «εκτός νυμφώνος», με ποια κριτήρια, ποιοι αποφάσισαν ότι άνθρωποι που δεν έχασαν «τυπικά» την πρώτη κατοικία τους, αλλά έμειναν κυριολεκτικά στο δρόμο, ανεβαίνοντας παράλληλα και τον « Γολγοθά» της περίθαλψης της μοναδικής εγκαυματία της Βολισσού.
Οι νύχτες τους ακόμη στοιχειώνονται από τον τρόμο εκείνα τα αιώνια δευτερόλεπτα μέσα στην φωτιά, χωρίς ορατότητα.
ΤΗΣ ΦΩΤΙΑΣ ΤΗΣ ΒΟΛΙΣΣΟΥ. Πως να ξεχάσουν; Την βλέπουν καθημερινά στο πρόσωπο της Μάννας…
Οι μέρες τους έχουν χρώμα. Μαύρο!
Όπως κάθε γωνιά του σπιτιού, οι πλαστικές σακούλες που στρίμωξαν κόπους μια ζωής. και μια πικρή γεύση. Της αδικίας…
Ευγενία Κώττη

















































