
Οι 244 σελίδες αυτού του νέου θρησκευτικού αφηγήματος του πολυγραφότατου Γεώργη Διλμπόη, αποτελούν έναν ύμνο στην αγάπη προς τον Θεό και τον άνθρωπο-το παιδί του- αλλά και στην ελευθερία που μόνο η απόλυτη αποδοχή και τον σεβασμό στην ελευθερία του πλησίον οικοδομεί και την προσωπική ελευθερία μας.
Η επιλογή, η κατάκτηση και η άσκηση της σιωπής είναι ένα άλλο σημαντικό κομμάτι αυτού του πονήματος . Μας αποδεικνύει πως, ο άνθρωπος που γεννήθηκε με το χάρισμα του λόγου, όταν φτάσει στο σημείο να τον ελέγχει και να τον ελαχιστοποιεί τότε έχει φτάσει στην συμφιλίωση με τις αγωνίες του, τις ανασφάλειές του και τον φόβο της ανυπαρξίας του παραχωρώντας στους άλλους την έδρα της διαλογικής και της... άχρηστης πολυλογίας.
Με χειρουργικούς και διερευνητικούς διαλόγους μας οδηγεί ο συγγραφέας να παραδεχτούμε τα συμπεράσματά του.
Κι η γλώσσα του! Αχ, αυτή η γλώσσα της γραφής του μοναδική!
Σαν τα υπέροχα σχέδια του που ανέκαθεν μας εντυπωσιάζουν ή σαν χωράφι με αγριολούλουδα που το καθένα τους κρύβει μια τεράστια κληρονομιά να ικανοποιήσει και να προάγει. Σαν πανάρχαιες βελονιές σε κέντημα ακριβό οι λέξεις του, ανιστορούν με στίγματα και σημεία ένα παραμύθι που από στόμα σε στόμα κι από πένα σε πένα σε ψυχές παραδίνεται.
Το μήνυμά του; Το πώς ο άνθρωπος προσπαθώντας να γίνει αρεστός και να φτάσει τον Θεό του, βιώνει τις αδυναμίες του και χορταίνει την πείνα του, βασανίζοντας και βασανιζόμενος, μέχρι να κατανοήσει το αδύνατον των αδυνάτων και να παραδεχτεί το ατελέσφορο του πέρασμα από τη ζωή που θα πάει το θείο δώρο της ανθρώπινης εξέλιξης παρά κάτω.
Άλλο συμπέρασμα του είναι πως, τον Θεό δεν τον φοβόμαστε αν τον αγαπάμε και θέλουμε να τον ευχαριστούμε λόγοις και έργοις και πως δεν καταδικάζουμε τους συνανθρώπους μας για τις κακές τους πράξεις αλλά τους βοηθούμε να μην τις ξανακάνουν.
Ευρηματικό και το ποιητικά θεατρικό και το τέλος τούτου του έργου του που μοιάζει με σαιξπηρικό δράμα.
Περιμένοντας την επόμενη δημιουργία του δασκάλου που ασφαλώς δεν θα αργήσει.


































