
Η ελληνική ναυτιλία δεν είναι απλώς ένα κεφάλαιο της Ιστορίας. Είναι ο ούριος άνεμος που σπρώχνει τις διεθνείς εξελίξεις προς την ανάπτυξη.
Πυλώνας της παγκόσμιας ναυτιλιακής ιστορίας, υπήρξε κινητήριος δύναμη όχι μόνο για την ανάπτυξη της Ελλάδας, αλλά και την ανασυγκρότηση της μεταπολεμικής Ευρώπης.
Ενα από τα πιο χαρακτηριστικά παραδείγματα είναι η συμβολή της στην οικονομική ανάκαμψη της Γερμανίας μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, η οποία έβλεπε τα ναυπηγεία της ερειπωμένα και τον στόλο της σχεδόν εξαφανισμένο.
Εκεί, όμως, μπήκαν στο παιχνίδι οι Ελληνες εφοπλιστές: παραγγελίες στα γερμανικά ναυπηγεία, τάνκερ και φορτηγά πλοία που άρχισαν να πλέουν στα διεθνή νερά, γερμανικά πληρώματα που ξαναβρήκαν δουλειά, εργοστάσια που ζωντάνεψαν.
Πρωτοπόρος ήταν ο Αριστοτέλης Ωνάσης, ο οποίος ήδη πριν επιτραπούν επίσημα από τους Συμμάχους οι ναυπηγήσεις στις γερμανικές γιάρδες μετέτρεψε πολεμικά πλοία σε φαλαινοθηρικά και έδωσε στους Γερμανούς ναυπηγούς την πρώτη ουσιαστική δουλειά της μεταπολεμικής εποχής. Ακολούθησαν παραγγελίες δεξαμενόπλοιων και φορτηγών πλοίων, που στήριξαν την οικονομία, δημιούργησαν θέσεις εργασίας και προσέφεραν τεχνογνωσία στους Ελληνες μηχανικούς και εφοπλιστές. Στη δεκαετία του 1990 η συνεργασία συνεχίστηκε με τις παραγγελίες κρουαζιερόπλοιων και των εμβληματικών Superfast, που άλλαξαν την εικόνα της ακτοπλοΐας στην Αδριατική και συνέβαλαν στην εξέλιξη ναυπηγείων όπως το Meyer Werft, στο Πάπενμπουργκ, σε ευρωπαϊκούς κολοσσούς.

Μπορούμε να φανταστούμε τις σφυριές στα ναυπηγεία του Αμβούργου, του Κιέλου και της Βρέμης, τον καπνό από τα χαλυβουργεία, τα πρώτα ελληνικά πλοία να αφήνουν το λιμάνι με γερμανικά πληρώματα στο κατάστρωμα και τις ελληνικές σημαίες να κυματίζουν περήφανα στον ορίζοντα. Κάθε πλοίο που ναυπηγήθηκε τότε ήταν κάτι παραπάνω από εμπορικό μέσο: ήταν γέφυρα ανάμεσα σε δύο λαούς, σύμβολο εμπιστοσύνης, συνεργασίας και κοινού οράματος.
Η έκθεση «Sea United», που θα διαρκέσει έως τις 30 Νοεμβρίου 2025 και συνδιοργάνωσαν το Διεθνές Ναυτικό Μουσείο Αμβούργου και η NAVIRA, ένα πρότυπο ερευνητικό κέντρο του Γιώργου Φουστάνου για την ιστορική εξέλιξη της ελληνικής αλλά και της διεθνούς σύγχρονης ναυτιλίας, μας ταξιδεύει μέσα σε αυτή τη μοναδική και σχεδόν άγνωστη ιστορία. Μέσα από έγγραφα, φωτογραφίες, μοντέλα πλοίων και προσωπικές μαρτυρίες ζωντανεύει το πώς οι Ελληνες εφοπλιστές, με διορατικότητα και τόλμη, αναστήλωσαν τη γερμανική ναυπηγική και έφεραν στην Ευρώπη ένα κύμα ανάπτυξης και τεχνογνωσίας. Με τέτοιες επενδύσεις των Ελλήνων εφοπλιστών η ελληνική ναυτιλία αναδείχθηκε σε παγκόσμιο παράγοντα δύναμης και αξιοπιστίας.
Μέσα από την έκθεση βλέπουμε ότι πίσω από κάθε πλοίο, πίσω από κάθε συμφωνία, υπάρχουν άνθρωποι που πίστευαν στη συνεργασία, στην πρόοδο και στη θάλασσα ως γέφυρα μεταξύ εθνών. Η ιστορία αυτή δεν είναι απλώς παρελθόν. Είναι οδηγός για το μέλλον, υπενθύμιση ότι η ελληνική ναυτιλία συνεχίζει να διαμορφώνει τον κόσμο, με πλοία που ταξιδεύουν πέρα από τις θάλασσες και τους χάρτες.
Ο επισκέπτης μαθαίνει πώς Eλληνες εφοπλιστές -Αριστοτέλης Ωνάσης, Σταύρος Νιάρχος, ο Σταύρος Λιβανός, Νίκος Βερνίκος-Ευγενίδης, οικογένεια Φαφαλιού, οι Μιχάλης και Γιάννης Χανδρής, ο Περικλής Παναγόπουλος, ο Νικόλας Παπαλιός, ο Νικόλας Λαιμός, ο Αριστομένης Καραγεώργης, ο Κώστας Μ. Λαιμός, οι αδελφοί Γουλανδρή, η οικογένεια Λύρα, ο Μίνως Κολοκοτρώνης, οικογένεια Μιχάλη Ευσταθίου, ο Περικλής Καλλιμανόπουλος και άλλοι- αποτέλεσαν κρίσιμο μοχλό για την ανασυγκρότηση της γερμανικής ναυπηγικής, αφήνοντας ένα ζωντανό αποτύπωμα στον παγκόσμιο ναυτιλιακό χάρτη. Η ιστορία τους αποδεικνύει ότι η θάλασσα μπορεί να ενώσει λαούς και να δημιουργήσει νέες προοπτικές μέσα από τη συνεργασία και την αμοιβαία εμπιστοσύνη.
Συναντήσαμε τον κ. Γιώργο Φουστάνο στο Διεθνές Ναυτικό Μουσείο του Αμβούργου στο πλαίσιο των εγκαινίων της έκθεσης και περπατήσαμε σε αυτό το ιδιαίτερης σημασίας ιστορικό μονοπάτι.
– Κύριε Φουστάνε, ας αρχίσουμε από το γενικό πλαίσιο. Μιλήστε μας για την έκθεση.
Η έκθεση είναι αφιερωμένη στη συμβολή των Ελλήνων εφοπλιστών στην οικονομική ανάκαμψη της μεταπολεμικής Γερμανίας. Δεν μιλάμε μόνο για την οικονομική διάσταση, αλλά για ένα ολόκληρο κεφάλαιο ευρωπαϊκής ιστορίας που μέχρι σήμερα έχει μείνει σχετικά άγνωστο. Μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο ο γερμανικός στόλος είχε καταστραφεί σχεδόν ολοκληρωτικά και τα ναυπηγεία ήταν ερείπια από τους βομβαρδισμούς. Παράλληλα, οι Σύμμαχοι είχαν επιβάλει αυστηρές απαγορεύσεις: ούτε ναυτιλία, ούτε ναυπηγήσεις επιτρέπονταν στη Γερμανία, όπως και στην Ιαπωνία. Ηθελαν ουσιαστικά να κλείσουν οριστικά αυτό το κεφάλαιο.

– Και πότε άρχισε να αλλάζει αυτή η εικόνα;
Στις αρχές του Ψυχρού Πολέμου. Το 1950-1951 οι Σύμμαχοι συνειδητοποίησαν ότι χρειαζόντουσαν μια ισχυρή Γερμανία απέναντι στη Σοβιετική Ενωση. Ετσι, επέτρεψαν ξανά τις ναυπηγήσεις. Ομως η Γερμανία δεν είχε τότε τα απαραίτητα κεφάλαια για να ξαναστήσει την παραγωγή της. Οι Ιάπωνες είχαν ένα σχετικό πλεονέκτημα γιατί πολλά ναυπηγεία τους είχαν μείνει όρθια. Στη Γερμανία έπρεπε να ξεκινήσουν από το μηδέν.
– Σε εκείνο το χρονικό σημείο εμφανίζονται οι Ελληνες;
Ναι. Πρωτοπόρος ήταν ο Αριστοτέλης Ωνάσης. Μάλιστα βρέθηκε στο Αμβούργο πριν καν επιτραπεί επισήμως η ναυπήγηση πλοίων. Εκμεταλλεύτηκε ένα «παράθυρο» της νομοθεσίας που επέτρεπε επισκευές και μετατροπές. Αδραξε την ευκαιρία και μετέτρεψε 16 κορβέτες του Πολεμικού Ναυτικού σε φαλαινοθηρικά. Δημιούργησε έτσι τον περίφημο φαλαινοθηρικό του στόλο και ταυτόχρονα έδωσε στους Γερμανούς ναυπηγούς την πρώτη ουσιαστική δουλειά της μεταπολεμικής εποχής.
– Και όταν επιτράπηκαν οι ναυπηγήσεις;
Ο Ωνάσης δεν έχασε χρόνο. Παρήγγειλε 20 δεξαμενόπλοια -αριθμός τεράστιος για τα δεδομένα της δεκαετίας του ’50- στα μεγάλα ναυπηγεία του Αμβούργου, του Κιέλου και της Βρέμης. Από το 1953 άρχισαν να παραδίδονται τα πλοία και χάρη σε αυτές τις παραγγελίες οι Γερμανοί κατάφεραν να αναστήσουν τη ναυπηγική τους βιομηχανία. Δεν ήταν όμως μόνο τα πλοία. Ηταν η δημιουργία χιλιάδων θέσεων εργασίας, η τόνωση της γερμανικής οικονομίας και η επαναφορά της γερμανικής βιομηχανικής υπερηφάνειας.

– Η συμβολή των Ελλήνων εφοπλιστών περιορίστηκε μόνο στο οικονομικό επίπεδο;
Καθόλου. Υπήρχε και μια σημαντική κοινωνική διάσταση. Οι Ελληνες εφοπλιστές απασχόλησαν εκατοντάδες Γερμανούς ναυτικούς, οι οποίοι δεν είχαν τότε καμία προοπτική. Οι Αγγλοι και οι Νορβηγοί δεν τους δέχονταν στα πλοία τους. Ο Ωνάσης, μόνος του, προσέλαβε γύρω στους 500 Γερμανούς στα φαλαινοθηρικά του. Αργότερα, πολλά από τα τάνκερ που ναυπηγήθηκαν στη Γερμανία βγήκαν στη θάλασσα με γερμανικά πληρώματα και καπετάνιους. Εχω καταγεγραμμένα παραδείγματα απασχόλησης Γερμανών σε ελληνικά ή ελληνόκτητα πλοία μέχρι το 1958.
– Μπορούμε να πούμε ότι αυτό δημιούργησε μια σχέση αμοιβαίας εξάρτησης;
Ακριβώς. Οι Ελληνες ήταν οι πρώτοι που έδωσαν δουλειά στους Γερμανούς. Και μετά οι Γερμανοί ανταπέδωσαν δίνοντας δουλειά στους Ελληνες – είτε μέσω των ναυπηγείων τους, είτε μέσα από τη βιομηχανική τους παραγωγή. Αυτό δείχνει πόσο η θάλασσα μπορεί να ενώσει ακόμη και λαούς που βρέθηκαν σε αντίπαλα στρατόπεδα στους δύο παγκόσμιους πολέμους.
– Πέρα από τις κοινωνικές και οικονομικές επιπτώσεις, υπήρξε και τεχνογνωσία που πέρασε στους Ελληνες;
Αναμφίβολα. Η Ελλάδα μέχρι τότε δεν είχε παράδοση στη ναυπήγηση μεγάλων πλοίων. Μέσα από αυτές τις συνεργασίες οι Ελληνες εφοπλιστές και οι τεχνικοί τους έμαθαν πολλά από τους Γερμανούς και τους Αγγλους. Τα ναυπηγεία εκείνης της περιόδου λειτούργησαν ως σχολεία για τους μηχανικούς και τους ναυπηγούς μας. Οταν ο Νιάρχος δημιούργησε τα Ναυπηγεία Σκαραμαγκά, στις αρχές της δεκαετίας του ’60, υπήρχε ήδη συσσωρευμένη εμπειρία.
– Τι σήμανε αυτή η συνεργασία για την εξέλιξη της ελληνικής ναυτιλίας;
Η δεκαετία του ’50 ήταν καθοριστική. Οι Ελληνες εφοπλιστές απέκτησαν ποιοτικά πλοία από τη Γερμανία, αλλά και την Αγγλία, καθώς ναυπηγούσαν και εκεί, γεγονός που τους έκανε αξιόπιστους παίκτες στο παγκόσμιο εμπόριο πετρελαίου και φορτίων. Παράλληλα, διαμορφώθηκε στη Γερμανία μια θετική εικόνα για τους Ελληνες, η οποία λειτούργησε ευεργετικά και στη μετανάστευση εργατών που ακολούθησε τις επόμενες δεκαετίες.

– Μέχρι τώρα αναφερθήκαμε στις πρώτες μεταπολεμικές παραγγελίες των Ελλήνων εφοπλιστών στη Γερμανία. Ας περάσουμε τώρα σε μια πιο πρόσφατη περίοδο. Ποιος ήταν ο ρόλος των Ελλήνων στη ναυπήγηση κρουαζιερόπλοιων;
Πέρα από τις ναυπηγήσεις φορτηγών και δεξαμενόπλοιων, που συνεχίστηκαν σταθερά στη Δυτική και στην Ανατολική Γερμανία μέχρι και το 1985, οι Ελληνες υπήρξαν οι πραγματικοί δημιουργοί των μεγάλων ναυπηγείων της Meyer Werft στο Πάπενμπουργκ. Πρόκειται για ένα ναυπηγείο που τότε ήταν μικρό, χωρίς ιδιαίτερες προδιαγραφές, και σήμερα είναι ένα από τα τέσσερα μεγαλύτερα στην Ευρώπη για την κατασκευή σύγχρονων κρουαζιερόπλοιων.
Οι πρόγονοι των πλοίων αυτών, που σήμερα εξελίχθηκαν και μεταφέρουν τρεις και τέσσερις χιλιάδες επιβάτες και τα βλέπουμε συχνά να προσεγγίζουν τον Πειραιά, ξεκίνησαν ουσιαστικά χάρη στις ελληνικές παραγγελίες.
– Ποιες ήταν οι πρώτες ελληνικές παραγγελίες που έδωσαν ώθηση στο Meyer Werft;
Αρχικώς, ο Ομιλος Ευγενίδη έκανε μια παραγγελία για το πλοίο «Homeric». Στη συνέχεια ακολούθησε ο Περικλής Παναγόπουλος, ενώ η μεγάλη τομή ήρθε με την οικογένεια Χανδρή και την εταιρεία Celebrity Cruises. Τη δεκαετία του 1990 προχώρησαν σε μια τεράστια παραγγελία για πέντε μεγάλα κρουαζιερόπλοια. Αυτό ήταν το «starting point» που έδωσε στα ναυπηγεία του Πάπενμπουργκ. την ευκαιρία να εξελιχθούν σε κολοσσό της ναυπηγικής βιομηχανίας κρουαζιέρας.
– Παράλληλα με τα κρουαζιερόπλοια, υπήρξε και μια άλλη σημαντική συμβολή των Ελλήνων στη δεκαετία του ’90.
Μιλήστε μας γι’ αυτή την επενδυτική κίνηση. Ο Περικλής Παναγόπουλος υπήρξε οραματιστής και πρωτοπόρος. Με τα εμβληματικά Superfast, που παραλήφθηκαν από το 1993-1994 και μετά, άλλαξε την εικόνα της ακτοπλοΐας στην Αδριατική. Τα πλοία αυτά ναυπηγήθηκαν στη Γερμανία και θεωρούνται μέχρι σήμερα σημείο αναφοράς για την ταχύτητα, την ποιότητα κατασκευής και τις υπηρεσίες τους. Ηταν μια ακόμα τεράστια επένδυση των Ελλήνων στη γερμανική βιομηχανία, που έδειξε τη μακρόχρονη σχέση εμπιστοσύνης των δύο πλευρών.
– Θα λέγατε λοιπόν ότι η συμβολή των Ελλήνων εκτείνεται μέχρι και τα τέλη του 20ού αιώνα;
Ακριβώς. Οι παραγγελίες κρουαζιερόπλοιων και Superfast τη δεκαετία του 1990 αποδεικνύουν ότι η συμβολή των Ελλήνων στη γερμανική οικονομία δεν σταμάτησε στα μεταπολεμικά χρόνια, αλλά έφτασε ως το τέλος του αιώνα. Με τεράστιες επενδύσεις οι Ελληνες στήριξαν τα ναυπηγεία, ενίσχυσαν την απασχόληση και βοήθησαν στη διαμόρφωση κλάδων που σήμερα θεωρούνται στρατηγικοί για τη Γερμανία.
– Ποιο είναι το βασικό μήνυμα που θέλει να περάσει η έκθεση;
Οτι η διεθνής συνεργασία στη ναυτιλία είναι πάντοτε win-win. Στη θάλασσα δεν ρωτάς την εθνικότητα ή τη θρησκεία κάποιου που κινδυνεύει, τον σώζεις. Το ίδιο συμβαίνει και με τις μεγάλες επιχειρηματικές αποφάσεις. Η συνεργασία Ελλήνων και Γερμανών εκείνη την εποχή είναι ένα ζωντανό παράδειγμα του πώς μέσα από τη ναυτιλία μπορούν να χτιστούν γέφυρες συνεργασίας και να γεννηθούν νέες προοπτικές.
– Πώς προέκυψε η ιδέα να παρουσιαστεί αυτή η ιστορία μέσα από μία έκθεση;
Το 2017 εξέδωσα ένα βιβλίο με τίτλο «Η θάλασσα ενώνει», αφιερωμένο ακριβώς σε αυτό το κεφάλαιο. Η υποδοχή ήταν εντυπωσιακή και το Διεθνές Ναυτικό Μουσείο Αμβούργου έδειξε αμέσως ενδιαφέρον. Μαζί με τον πρόεδρο του μουσείου, τον Πίτερ Ταμ τζούνιορ, αποφασίσαμε να δημιουργήσουμε αυτή την έκθεση ώστε να αναδειχθεί το ιστορικό αποτύπωμα των Ελλήνων εφοπλιστών.

– Υπάρχει και ένα πολιτικό μήνυμα, σωστά;
Βεβαίως. Σήμερα η Ευρώπη φαίνεται να αγνοεί τη σημασία της ναυτιλίας. Η υπερβολική γραφειοκρατία και οι κανονισμοί στραγγαλίζουν τον κλάδο. Αν χαθεί η ευρωπαϊκή ναυτιλία, θα χαθούν και πολλά στρατηγικά πλεονεκτήματα. Θυμίζω ότι ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος κερδήθηκε σε μεγάλο βαθμό χάρη στις 5.000 ναυπηγήσεις των Αμερικανών. Και το 1982, στον πόλεμο των Φόκλαντ, οι Βρετανοί κέρδισαν επειδή χρησιμοποίησαν εμπορικά πλοία ως μεταγωγικά και πλωτές βάσεις. Η ναυτιλία δεν είναι απλώς μια οικονομική δραστηριότητα, είναι στρατηγικό όπλο.
– Θα μπορέσει να δει και το ελληνικό κοινό αυτή την έκθεση; Ναι. Μετά το Αμβούργο, η έκθεση θα παρουσιαστεί στην Αθήνα τον Φεβρουάριο – Μάρτιο του 2026, λίγο πριν από το Πάσχα. Στόχος είναι να ταξιδέψει και στις Βρυξέλλες, στο κέντρο λήψης αποφάσεων της Ε.Ε. Εκεί θέλουμε να περάσουμε το μήνυμα για τη σημασία της ναυτιλίας και της συνεργασίας ώστε οι Ευρωπαίοι αξιωματούχοι να καταλάβουν ότι μιλάμε για έναν τομέα ζωτικής σημασίας.
– Σε ποιους απευθύνεται; Οχι μόνο στους ειδικούς. Θέλουμε να εμπνεύσουμε το ευρύ κοινό και ιδιαίτερα τα παιδιά. Να κατανοήσουν ότι η ναυτιλία δεν είναι μόνο πλοία και αριθμοί, αλλά ιστορίες, συνεργασίες, αποτυπώματα που αλλάζουν ολόκληρες κοινωνίες και χώρες. Αυτό είναι το πιο σπουδαίο.

Πίτερ Ταμ
Στην ομιλία του στα εγκαίνια της έκθεσης ο πρόεδρος του Διεθνούς Ναυτικού Μουσείου του Αμβούργου, Πίτερ Ταμ ο νεότερος, σημείωσε ότι ένας από τους λιγότερο γνωστούς, αλλά πολύ σημαντικός σταθμός στις διεθνείς σχέσεις της Γερμανίας ήταν ο ρόλος της ελληνικής ναυτιλίας και η συμβολή της στη γερμανική οικονομία.
Ανέφερε ότι οι Ελληνες εφοπλιστές, πολλοί από τους οποίους είχαν βιώσει τον πόλεμο και τις δυσκολίες της εποχής, επέλεξαν να στραφούν στη Γερμανία, δημιουργώντας νέες προοπτικές για τον εαυτό τους αλλά και την παγκόσμια ναυτιλιακή κοινότητα. Ο Πίτερ Ταμ υπογράμμισε ότι αυτή η συνεργασία έφερε τους Ελληνες πλοιοκτήτες και τα πληρώματά τους στη γερμανική γη, στα νερά της Βόρειας Θάλασσας και της Βαλτικής, χτίζοντας σχέσεις βασισμένες στην εμπιστοσύνη και τη συνέπεια: «Η συνεργασία αυτή αναπτύχθηκε όχι μόνο σε πολιτικό επίπεδο, αλλά και μέσα από αξίες όπως η αμοιβαία κατανόηση και η αξιοπιστία, μετατρέποντας τη θάλασσα από στοιχείο που χωρίζει σε γέφυρα επικοινωνίας και αλληλεγγύης», είπε.
Κατά την περιήγηση στην έκθεση «Sea United», ο πρόεδρος σημείωσε ότι οι επισκέπτες μπορούν να δουν έγγραφα, φωτογραφίες, μοντέλα και προσωπικές ιστορίες που ζωντανεύουν αυτό το μοναδικό κεφάλαιο της ευρωπαϊκής ιστορίας. Σχολίασε ότι τα τεκμήρια αυτά υπενθυμίζουν ότι πίσω από κάθε καράβι και κάθε συνεργασία υπήρχαν άνθρωποι -ναυτικοί, μηχανικοί, πλοιοκτήτες και διευθυντές- που πίστευαν στην πρόοδο μέσω της συνεργασίας.

Ο Πίτερ Ταμ υπογράμμισε ότι η ιστορία της συνεργασίας Ελλάδας και Γερμανίας μπορεί να αποτελέσει πηγή έμπνευσης για το μέλλον, καθώς αποδεικνύει ότι ακόμα και σε δύσκολες συνθήκες η συνεργασία μπορεί να δημιουργήσει σημαντικές προοπτικές. Στάθηκε ιδιαίτερα στην αναγνώριση και ευγνωμοσύνη προς όλους όσοι συνέβαλαν στη δημιουργία της έκθεσης – ιστορικούς, δημοσιογράφους, ερευνητές και εταιρείες από Ελλάδα και Γερμανία-, εξασφαλίζοντας ότι αυτό το σημαντικό κεφάλαιο δεν θα ξεχαστεί.
Αναφέρθηκε μάλιστα με ιδιαίτερη συγκίνηση στον ρόλο του κ. Φουστάνου ώστε να αναδειχθεί αυτή η άγνωστη ιστορική περίοδος στους περισσότερους.
«Η αφοσίωση του Γιώργου Φουστάνου στη διάσωση και τη διατήρηση της ναυτιλιακής κληρονομιάς εξασφαλίζει ότι αυτή θα παραμείνει ζωντανή για τις επόμενες γενιές. Η Ελλάδα και η διεθνής ναυτιλιακή κοινότητα έχουν κάθε λόγο να είναι ευγνώμονες για το σπουδαίο έργο του», κατέληξε ο κ. Ταμ.

H μεγαλύτερη ιδιωτική συλλογή ναυτικών αντικειμένων
Το Διεθνές Ναυτικό Μουσείο του Αμβούργου (Internationales Maritimes Museum Hamburg – IMMH) βρίσκεται στην καρδιά του ιστορικού λιμανιού της πόλης, στην περιοχή Σπέιχερσταντ, και φιλοξενεί τη μεγαλύτερη ιδιωτική συλλογή ναυτικών αντικειμένων παγκοσμίως. Στεγάζεται δε στον Kaispeicher B, ένα διατηρητέο αποθηκευτικό κτίριο του 1879 που ανακαινίστηκε για να φιλοξενήσει τις εκθέσεις του.
Η συλλογή του μουσείου ανήκει στον Πίτερ Ταμ, πρώην πρόεδρο της Axel Springer AG, και περιλαμβάνει πάνω από 50.000 μοντέλα πλοίων, ένα εκατομμύριο φωτογραφίες, ναυτικά όργανα, χάρτες, πίνακες ζωγραφικής και στολές. Από το 2008 το μουσείο παρουσιάζει τη ναυτική ιστορία σε εννέα θεματικά επίπεδα-ορόφους, καλύπτοντας 12.000 τετραγωνικά μέτρα εκθεσιακού χώρου.

Οι εκθέσεις του καλύπτουν 3.000 χρόνια ναυτικής ιστορίας, από τα πρώτα ξύλινα σκάφη έως τα σύγχρονα εμπορικά πλοία. Ενδεικτικά, εκτίθεται μια αναπαράσταση της σωσίβιας λέμβου «James Caird» που χρησιμοποιήθηκε σε αποστολή στην Ανταρκτική του Ερνεστ Σέικλετον, καθώς και το μπαστούνι του Γερμανού ναυάρχου Καρλ Ντένιτζ, το οποίο έχει προκαλέσει συζητήσεις λόγω της ιστορικής του σημασίας.
Η ιστορικός Τζελίνα Χαρλαύτη εκπροσώπησε το Ιδρυμα Ωνάση








































