Τα σκυλιά γαβγίζουν εναντίον όσων ίσως δεν γνωρίζουν.
(Απόσπ. 97/105, Ηράκλειτος).
Οι αρχαίοι Έλληνες και τα ζώα
Η πρώτη γραπτή μαρτυρία για τη σχέση ανθρώπου-ζώου δίδεται από τον Όμηρο.
Οι σοφιστές τού 2ου αι. μ.Χ. Κλαύδιος Αιλιανός (στο έργο του «Περί ζώων ιδιότητος») και ο Ιούλιος Πολυδεύκης (στο έργο του «Ονομαστικόν») αναφέρονται σε περιπτώσεις σκύλων οι οποίοι ακολούθησαν τ’ αφεντικά τους στον θάνατο, αρνούμενοι τον αποχωρισμό. Τέτοια περίπτωση ήταν αυτή τού Ευπόλιδος, πάνω στου οποίου τον τάφο, που βρισκόταν στην Αίγινα, εξέπνευσε και ο πιστός σκύλος του. Εκείνη η θέση ονομάσθηκε Κυνός Σήμα (=Τάφος Σκύλου).
Ο σύγχρονος άνθρωπος και τα οικόσιτα ζώα
Τα εξημερωμένα ζώα, επί αιώνες, συνυπήρξαν με τον άνθρωπο: η γάτα, ο σκύλος, τα ιπποειδή, ο χοίρος, το βόδι, τα αιγοπρόβατα, η κότα κ.ά. Όλα αυτά τα ζώα ήταν πρωτίστως «χρηστικά εργαλεία», δηλαδή συμβοηθοί και συμπαραστάτες τού ανθρώπου στα κάθε λογής έργα του αλλά και μέσα προσπορισμού τής τροφής του. Έτσι, η γάτα εξολόθρευε τα τρωκτικά, και, κατ’ αυτόν τον τρόπο, αφενός προφύλασσε την ανθρώπινη κατοικία από τους ανεπιθύμητους ποντικούς και αφετέρου προστάτευε τις γεωργικές συγκομιδές από τον αφανισμό τών ποντικιών. Ο σκύλος πάλι αναλάμβανε ένα πλήθος υποχρεώσεων: φύλακας στα κοπάδια αιγοπροβάτων, φύλακας τού σπιτιού, συμπαραστάτης τού κυνηγού στο κυνήγι, φύλακας τού κοτετσιού από τις αλεπούδες ή τους επίδοξους κλέφτες.
Τα ιπποειδή χρησίμευαν κι αυτά για ποικίλες εργασίες: όργωμα της γης, μεταφορά εμπορευμάτων και ανθρώπων, αλώνισμα σιτηρών, γύρισμα μαγγανοπήγαδων για την άντληση νερού και το πότισμα χωραφιών.
Είναι γνωστή μια παλιά παροιμία που έλεγε «Αν δε έχεις ζώ, ζωή δεν έχεις». Δηλαδή, αν δεν διέθετες, σε παλαιότερες εποχές, άλογο, γαϊδούρι ή μουλάρι, δεν μπορούσες να εκτελέσεις καμιά εργασία, διότι «ήταν τα χέρια σου δεμένα». Που σημαίνει ότι τα ζώα αυτής τής κατηγορίας ήταν τα σημερινά αγροτικά αυτοκίνητα ή τα σημερινά σκαπτικά μηχανήματα και τρακτέρ. Τα δε βόδια και αιγοπρόβατα παρείχαν επίσης πολύτιμη ύλη διατροφής (κρέας, γαλακτοκομικά προϊόντα) αλλά και τα υπόλοιπα προϊόντα τους (δέρμα, μαλλί, κοπριά). Προσέτι μία τεράστια συμβολή όλων τών φυτοφάγων ζώων, τα οποία σε μεγάλη ποσόστωση υπήρχαν σε κάθε αγροτικό οικισμό, ήταν η φυσική αποψίλωση τών εδαφών από την πλεονάζουσα φυτική ύλη. Δηλαδή τα χορτοφάγα ζώα αποτελούσαν τους φυσικούς προστάτες τών κάθε είδους οικοσυστημάτων.
Έτσι, τρώγοντας τα ζώα όλα τα ξερά χόρτα και τη φυσική βλάστηση, κατ’ ουσίαν εκμηδένιζαν σχεδόν το ενδεχόμενο θερινών πυρκαγιών, ένα φαινόμενο, δυστυχώς, συνηθέστατο στην εποχή μας. Γίνεται λοιπόν αντιληπτό ότι όλα τα ζώα που ο άνθρωπος είχε στην υπηρεσία του είχαν το καθένα κάποιον ξεκάθαρο λειτουργικό ρόλο, δηλαδή ήταν «πολυεργαλεία», και δεν τα είχαν δίπλα τους οι αγρότες και κτηνοτρόφοι «για τη μόδα».
Και βεβαίως, όπως άλλωστε ήταν αναμενόμενο, επειδή και τα ζώα είναι έμψυχα όντα, όπως και ο άνθρωπος, ήταν εύλογο να αναπτύσσονται μεταξύ τών ιδιοκτητών και των ζώων ισχυροί συναισθηματικοί δεσμοί.
Θυμούμαι, επί παραδείγματι, ότι εμείς στο σπίτι μας, στο χωριό μου τον Βουνό, είχαμε ένα μουλάρι. Το είχε αγοράσει ο πατέρας μου το 1955 περίπου από το Πυργί. Τότε το είχε αγοράσει 7 χιλιάρικα, έτσι μού είχε πει. Εκείνο το ζώο πέθανε το 1980. Ήταν τότε περίπου 27 χρονών. Όλα τα χρόνια που το είχαμε, το ζώο ήταν μέλος τής οικογένειας. Με το ζώο εκείνο ο πατέρας μου όργωνε όλα του τα χωράφια, έως ότου αγόρασε τρακτέρ. Επίσης με το ζώο εκείνο πραγματοποιούσε τα αλωνίσματα τών σιτηρών καθώς και τις κάθε είδους μεταφορές προϊόντων. Ακόμα με το ίδιο εκείνο ζώο μετέβαινε από το χωριό στη Χώρα και από τη Χώρα στο χωριό. Με το ίδιο εκείνο ζώο, που το έντυνε «στα καλά του», πήγαινε στις θρησκευτικές πανηγύρεις τών διπλανών χωριών.
Μ’ εκείνο πάλι το ζώο πήγαινε στον γιατρό τού πλαϊνού χωριού. Τέλος, με το ζώο εκείνο, τις καλοκαιρινές Κυριακές, πήγαινε στη θάλασσα για κολύμπι. Θυμούμαι λοιπόν την αντίδραση τού πατέρα μου, όταν το ζώο το βρήκαμε νεκρό, λόγω γηρατειών και συσσωρευμένης κούρασης, μέσα στον στάβλο: ο πατέρας μου έκλαψε! Ήταν η πρώτη φορά που τον είδα να κλαίει. Εγώ ήμουν τότε 19 χρονών. Και θεωρούσα τον πατέρα μου εξαιρετικά δυνατό άντρα. Κατάλαβα τότε πως εκείνο το κλάμα είχε σχέση με τα βιώματα που είχε αναπτύξει εκείνος ο άνθρωπος μ’ εκείνο το ζώο: επί σειρά ετών οι δυο τους ήταν αχώριστοι σύντροφοι, σε ποικίλες δραστηριότητες.
Κι όχι μονάχα αυτό. Το συγκεκριμένο ζώο είχε συμβάλει, με την υπερεργασία του, στην όποια οικονομική πρόοδο τού σπιτιού μας. Δηλαδή ήταν εκείνο το μουλάρι το οικονομικό στήριγμα τής οικογένειας.
Συνεπώς άξιζε ο χαμός του τα δάκρυα τού ιδιοκτήτη του!
Κι μια ακόμα βιωματική κατάθεση: κατά την εφηβεία μου, συνήθιζα, μαζί με άλλους συνομηλίκους μου, να πηγαίνω τις Κυριακές στη θάλασσα. Βρισκόμαστε στα χρόνια 1975-78. Ο παππούς μου τότε είχε ένα νεαρό γαϊδούρι, με εξαιρετική ζωηράδα και σπιρτάδα. Όσες φορές τού είχα ζητήσει εκείνο το ζώο, για τη μετάβασή μου στην παραλία και την επιστροφή μου απ’ αυτήν, είχε επίμονα αρνηθεί: «Είντα θα τρώ’, βρε, ο γάερος στη θάλασσα;
Τα βόλια τού γιαλού;». Τότε είχα παρεξηγήσει τον παππού για τις απανωτές αρνήσεις του στην ικανοποίηση τού αιτήματός μου. Αργότερα όμως κατάλαβα ότι η άρνησή του εκείνη υποδήλωνε τον πραγματικό του σεβασμό και την αγάπη του απέναντι στο ζώο.
Και ερχόμαστε στη σημερινή εποχή. Σήμερα η κοινωνία, σε μεγάλο βαθμό έχει αστικοποιηθεί. Μεταβήκαμε δηλαδή από τις παραδοσιακές αγροτικές κοινωνίες τής υπαίθρου στις αντίστοιχες αστικές.
Η αστικοποίηση τής ζωής, δηλαδή η υπερσυγκέντρωση πληθυσμιακών μαζών από την αγροτική ύπαιθρο στα μεγάλα αστικά κέντρα, δημιούργησε ποικίλα προβλήματα στις σύγχρονες μεγαλουπόλεις.
Ένα από αυτά τα προβλήματα είναι και η λεγόμενη αποξένωση ή αλλιώς αλλοτρίωση των ανθρώπινων σχέσεων. Δηλαδή η αστικοποίηση επέφερε έναν ισχυρό κλονισμό, ένα ρήγμα στο είδος και στην ποιότητα τών ανθρώπινων σχέσεων, όπως αυτές υφίσταντο στην παραδοσιακή ύπαιθρο. Συγκεκριμένα, δια της αστικοποιήσεως, ο παραδοσιακός άνθρωπος από πρόσωπο εκπίπτει σε άτομο, από ον με ευδιάκριτα χαρακτηριστικά υποβιβάζεται σε νούμερο, σε αριθμό. Γίνεται μέσα στην πολύβουη μεγαλούπολη απρόσωπη οντότητα ο άνθρωπος που στον μικρόκοσμο τού χωριού του διέθετε όλα τα ανθρώπινα χαρακτηριστικά. Κι αυτό συμβαίνει διότι μέσα στα άστεα κυριαρχεί η «απρόσωπη σύνταξη» και ο «εξαλγεβρισμός» τών ανθρώπινων σχέσεων. Μέσα στη μεγαλούπολη «κανέναν δεν ξέρεις και κανείς δεν σε ξέρει».
Συνεπώς είναι «επιτρεπτά τα πάντα», εφόσον εκλείπει και ο λεγόμενος «κοινωνικός έλεγχος» τού μικρού χωριού. Μέσα λοιπόν σ’ ένα τέτοιο κοινωνικό περιβάλλον, όπου «δεν υπάρχεις» για κανέναν και «κανείς δεν θα ρωτήσει για σένα αν ζεις ή αν πέθανες», είναι αναμενόμενο ο άνθρωπος ν’ αναζητεί υποκατάστατα αυτής του τής «ασφυξίας».
Συνεπώς ο σύγχρονος αστός αναζητεί εναγωνίως υποκατάστατα τής χαμένης κοινωνικότητάς του, τέτοια που θα ξαναχτίσουν τις κατεστραμμένες γέφυρες ανθρώπινης επικοινωνίας και που θα τον απεγκλωβίσουν από την ψυχική φυλακή στην οποία βρέθηκε κλεισμένος. Ένα τέτοιο καταφύγιο τού απελπισμένου αστού, να καταπολεμήσει την τραγική μοναξιά του και τη συμπιεσμένη κοινωνικότητά του, είναι τα λεγόμενα «ζώα συντροφιάς» (σκυλιά και γατιά κυρίως). Φαίνεται λοιπόν ότι τώρα η λειτουργικότητα τών ζώων αποκτά άλλο περιεχόμενο. Τώρα το κατοικίδιο ζώο γίνεται «παραμυθία ψυχής», το ψυχικό δεκανίκι πολλών απελπισμένων, οι οποίοι δεν μπορούν ν’ αντέξουν τη μοναξιά τους. Αυτοί οι μοναχικοί άνθρωποι απλώνονται σε όλες τις κατηγορίες τού πληθυσμού: γέροι, νέοι, παιδιά.
Έτσι ο σκύλος και η γάτα συντροφεύουν ανθρώπους ηλικιωμένους που μπορεί «να μην έχουν κανέναν στον κόσμο». Επομένως τα σημερινά ζώα συντροφιάς είναι ταγμένα να παρηγορούν και να στηρίζουν ψυχικά τον χειμαζόμενο αστό τής εποχής μας, έχουν μεταβληθεί σε ψυχολόγους και ψυχαναλυτές πολλών «φευγάτων».
Ζωοφιλία και «ζωοφιλία»
Άραγε όποιος έχει στην κατοχή του ζώα συντροφιάς είναι απαραιτήτως και ζωόφιλος; Δηλαδή όποιος φροντίζει ζώα και διαμένει συχνά και μαζί τους, τ’ αγαπά και στ’ αλήθεια; Ή μήπως ενίοτε η ενασχόληση κάποιου με ζώα συμβαίνει για να «κουκουλωθούν» άλλες «αμαρτίες»; Γνωρίζουμε πως «ό,τι λάμπει δεν είναι πάντα χρυσός». Το ίδιο λοιπόν συμβαίνει και στην περίπτωσή μας. Ναι. Υπάρχουν όντως άνθρωποι που σέβονται και αγαπούν τα ζώα. Όμως υπάρχουν και ζωόφιλοι-μαϊμούδες, πλαστοί, κίβδηλοι. Επομένως υπάρχουν ζωόφιλοι και «ζωόφιλοι».
Πολλοί φροντίζουν ένα ζώο επειδή έτσι τούς υπαγορεύει η συνείδησή τους. Θεωρούν το ζώο αυτόνομη οντότητα, με όλα τα αυτονόητα δικαιώματα του στη ζωή. Άρα είναι και διατεθειμένοι να το φροντίζουν και να του παρέχουν μόνιμη αγάπη μέχρι το τέλος. Όμως υπάρχουν και οι άλλοι: οι μισάνθρωποι και μισό-ζωοι, εκείνοι που οχυρώνονται πίσω από τη ζωοφιλία για να «καμουφλάρουν» την ψυχική τους κακία. Συμβαίνει συχνά η ζωοφιλία να είναι ένα περίτεχνο «καμουφλάζ» τής μισανθρωπίας! Ναι παρατηρείται συχνά άνθρωποι με «δηλητηριασμένη ψυχή» προς πάντες να εκδηλώνουν «φιλοστοργία» και «αγάπη» προς τα ζώα. Τέτοιοι άνθρωποι είναι ψυχικοί τσαρλατάνοι και απατεώνες. Γυρεύουν να κερδίσουν τη μάχη τών εντυπώσεων και να αποπροσανατολίσουν! Θυμίζω μονάχα ότι και ο Χίτλερ ήταν ιδιαίτερα κυνόφιλος. Διατηρούσε σκυλιά στην έπαυλή του, τα οποία φρόντιζε καλύτερα κι από ανθρώπους!
Την ίδια στιγμή όμως εξόντωνε ανθρώπους στο Άουσβιτς!! Δεν γίνεται να αγαπάς τα ζώα και την ίδια στιγμή να μισείς τούς ανθρώπους! Η αρετή είναι τετράγωνη! Ή την έχεις ή δεν την έχεις.
Όποιος αγαπά ένα ζώο, που είναι πλάσμα τού Θεού, την ίδια στιγμή αγαπά και τον Άνθρωπο, που είναι η κορωνίδα τής Δημιουργίας!
Και κάτι ακόμα: πολλοί «ζωόφιλοι» εκτονώνουν πάνω στα ζώα όλα τους τα απωθημένα. Δηλαδή, αυτό που δεν μπορούν να κάνουν σε ανθρώπους, το κάνουν στο ζώο. Βγάζουν πάνω στο ζώο όλο τον φασισμό τής ψυχής τους! Όμως το ζώο έχει προσωπικότητα και αξιοπρέπεια, την οποία οφείλεις απολύτως να σεβαστείς. Πρέπει να «πας εσύ με τα νερά τού ζώου», κι όχι εκείνο «με τα δικά σου νερά»!
Μια τελευταία προσωπική κατάθεση: εδώ στη Βολισσό, όπου διαμένω, φροντίζω δυο άλογα. Παρατήρησα ότι, στους 2,5 μήνες που τα έχω, άλλαξε εντελώς ο χαρακτήρας τους και η προσωπικότητά τους, προς το καλύτερο φυσικά. Γιατί συνέβη αυτό; Απλούστατα. Διότι σεβάστηκα απολύτως τα ζώα ως αυτόνομες οντότητες και «πήγα εγώ με τα νερά τους», κι όχι τα άλογα «με τα δικά μου νερά». Τα ζώα διαμορφώνουν ήδη άλλη προσωπικότητα, βελτιωμένη, απ’ αυτήν που είχαν όταν τα πρωτογνώρισα.
Βολισσός: 16 Μαρτίου 2021