Επιστροφή στη μητέρα γη

Τετ, 15/07/2015 - 11:02

Κάποτε ήταν ένας άνθρωπος Αθηναίος, προμεσήλικας, γιός μιας χωρικής που σπούδασε τον κανακάρη της και τον άφησε στην Αθήνα για να τυλίγει σουβλάκια. Στην Αθήνα λοιπόν μαρτύρησε γιατί τον κατάβρεξε μια νοικοκυρά που έπλενε το μπαλκόνι και παραλίγο να τον πατήσει ένα “ντελίβερι” που ταξίδευε στο πεζοδρόμιο. Τον χειμώνα ξεπάγιασε γιατί δεν δούλεψε το καλοριφέρ. Την σειρά του στη ΔΕΗ του την άρπαξε μια έγγειος με μαξιλαράκι πάνω στα έντερα που μια άλλη παρατήρησε ότι το φορούσε 11μήνες αντί εννιά. Πολλά και διάφορα τέτοια υπέστη, του άνοιξαν το διαμέρισμα, μετά τις διακοπές ήρθε για να διαπιστώσει ότι ήταν απολυμένος και τότε “τα πήρε στην κράνα”. Τα βήματά του τον έφεραν στο λιμάνι, τον έμπασαν σε ένα πλοίο και όταν συνήλθε λίγο είδε γύρω του τον ωκεανό, είδε ένα παλιοσιδερικό να τσαλαβουτά και να αφρίζει, τα δελφινάκια να χορεύουν τσιφτετέλια και τα γλαράκια να κουτσουλούν το κατάστρωμα.

Τέλος είδε μια ….λίμνη φτάσαμε στην Χίο είπαν κάποιοι, μπήκε σε ένα λεωφορείο και όταν δίψασε κατέβηκε στο πρώτο χωριό και γύριζε σαν αδέσποτος σκύλος να βρει βότσο να ξεδιψάσει. Τέλος μπήκε σε μια ανοιχτή πόρτα, καλώς τονε τον γιόκα μου του είπε μια γιαγιά, πως από εδώ, διψώ, είδα ανοιχτά και μπήκα είπε. Η γιαγιά διαπίστωσε ότι ο προμεσήληκας ήταν αδέσποτος τον τάισε και τον έβαλε να της ποτίσει τα…. μαραμένα μαρουλάκια. Μαθητής γεωργός έγινε τελικά με δασκάλα την γιαγιά και έτσι εξασφάλιζε το φαγάκι, το ρουχαλάκι και το κρεβατάκι του.

Αργότερα πέρασε από το χωριό και ένα μπουλουκάκι από τούρτες που έκαναν τουρισμό και οι γέροντες ανάθεσαν σε μια από αυτές, την πιο αφράτη και σιροπάτη που ήταν και άνεργη να πάει στην πόλη να τους φέρει τα φάρμακα. Το χωριό είχε 25 συνταξιούχους και κανένα νέο γιατί όλοι σπούδασαν στην Αθήνα για να μένουν εκεί να κουρεύουν σκύλους, να τυλίγουν σουβλάκια και να μπολιάζουν βουρλιές. Η άνεργη τούρτα ξέμεινε στο χωριό έφτιαχνε τσαγάκια και τονωτικά στους γέροντες για να ανταπεξέρχονται στα δύσκολα, τους κολλούσε τα έμπλαστρα, τους έδινε τα φάρμακα και έβγαζε το ψωμάκι της από τα φιλοδωρήματα. Όμως επειδή τα ετερώνυμα έλκονται ο μαγκούφης και η μαγκούφα παντρεύτηκαν, ανάλαβαν τα κτήματα της γιαγιάς και έβαλαν αγγελία: “Ζητούνται άνεργοι νέοι και νέες κάτω των τριάντα να μένουν στα εγκαταλειμμένα σπίτια, να πολλαπλασιάζονται μόνοι τους και να καλλιεργούν τα κτήματα των συνταξιούχων”.

Τότε ήρθαν αρκετοί άνεργοι νέοι και νέες και με την συμβουλή των γερόντων καλλιεργούσαν, αλλά βρήκαν τον μπελά τους τα αδέσποτα γαϊδούρια που αμέριμνα έβοσκαν στους εγκαταλειμμένους αγρούς. Αυτά τα σαμάρωσαν, τα “προσέλαβαν σε θέσεις εργασίας”. Τα διέταζαν και πότε πότε έπεφταν και βουρδουλιές και τότε αυτά πείσμωναν και αρνιόταν να εργαστούν. Αντίθετα οι πονηροί άνθρωποι, έκαναν εργοδότη τους την γη που ούτε διατάσσει, ούτε σε υποδουλώνει, ούτε απολύει στην ανεργία και πάντα σου δίνει την αμοιβή. Τελικά οι άνθρωποι πολλαπλασιάστηκαν και άνοιξαν πάλι το δημοτικό σχολείο, έκαναν γήπεδο και παιδική χαρά, ίντερνετ καφέ, πολιτιστικό κέντρο και τα λοιπά. Έτσι το χωριό νεκραναστήθηκε απόκτησε και βιοτεχνίες μεταποιητικές, απόκτησε και επιστήμονες μάρκετινγκ, γεωπόνους, λογιστές, γιατρούς μαστόρους, επιχειρηματίες κ.λπ. Οι χωριανοί ήταν ευτυχείς, γελούσαν αλλά δεν έδειχναν τα δόντια τους, και δεν έπαιρναν ηρεμιστικά.

Τούτο είναι ένα διήγημα ενός κούκου από το βιβλίο του “Λυτρωτικές διαδρομές”. Αυτός μαζί με έναν κούκο δημοσιογράφο και έναν κούκο Δήμαρχο από τα Καρδάμυλα προσπαθούν να δείξουν ότι βιοποριστική πηγή είναι η γη και ότι αν δεν παράγεις αλλά μόνον εισάγεις δανείζεσαι και μετά οσφυοκάμπτεις, γονυπετείς, καρπαζοεισπράττεις και φυτοζωείς, όμως τρεις κούκοι δεν φέρνουν την άνοιξη. Ανάξιοι ποιμένες από τα χρόνια τα παλιά διαμόρφωσαν την κοινή γνώμη ενός κατ’ εξοχήν γεωργικού νησιού, και την γαλούχησαν με μια πιπίλα που έδινε θάλασσα. Μεγαλοστομίες έλεγαν στην παιδική φαντασία, “Εμπρός να κατακυριεύσετε τους ωκεανούς, εμπρός να ανακαλύψετε παραδείσους, και νόμιζαν τα καημένα τα παιδάκια ότι θα γίνουν Μαγγελάνοι και τελικά με απογοήτευση ανακάλυπταν τα μπουρδέλλα της Αμβέρσας, του Αμβούργου, του Ρόττερνταμ. και του Ρίο. Έτσι τα έστειλαν στα πέρατα της γης για να στείλουν το συνάλλαγμα, θυσία της Ιφιγένειας για να πνεύσει ούριος άνεμος επιχειρηματικός. Πρόσφατα, ένας ακόμη από τους ελάχιστους εναπομείναντες Καρδαμυλίτες μετοίκησε για να σπουδάσει το παιδί του να τυλίγει σουφλάκια αντί να του ανοίξει ένα θερμοκήπιο. Οι 7 κοιλάδες των Καρδαμύλων με τις εύφορες πλαγιές , τους 8 ανεμόμυλους, τους δύο υδρόμυλους, τα 3 ελαιοτριβεία και τα 35 παντοπωλεία εγκαταλείφθηκαν. Το χωριό με τους 3500 περίπου γεωργούς ερημώνει γιατί οι ναυτικοί πήγαν είδαν και απήλθαν, μετοίκησαν στη Αθήνα και σπούδασαν ενός εξαιρουμένου τα παιδιά. Τέτοια ανάπτυξη κατάφερε το ναυτικό συνάλλαγμα γιατί οι γεωργοί μόλις ξεπόρτισαν έπαθαν αστυφιλία.

Το αυτό περίπου συνέβη και με άλλες περιοχές του νησιού που τελικά έγινε το πλέον αραιοκατοικημένο νησί του Αιγαίου. Όμως τρεις κούκοι δεν φέρνουν την άνοιξη Είναι ανάγκη οι φορείς του νησιού που κάποτε δασκάλεψαν και διαμόρφωσαν την κοινή γνώμη και έβγαλαν τους χωρικούς από τα χωράφια τους για να τους βάλουν να κολυμπούν με τα ψάρια, τώρα να συστρατευτούν και να την το δασκαλέψουν να επιστρέψει στους αγρούς. Ας μην φοβηθούν τις δυσκολίες γιατί ο σύγχρονος άνθρωπος είναι “βάρδα ζόρι” του καλοριφέρ και του κλιματιστικού του γραφείου και της μηχανής. Εύκολα θα πειστούν ξεκούραστα να φυτέψουν βοηθούμενοι από σύγχρονες μηχανές πολύ κερδοφόρες φυτείες ροδιών, καρυδιών Καλιφόρνιας, καστανιές κ.λπ. οι οποίες θα ανοίξουν και βιοτεχνίες μεταποίησης και θα απασχολήσουν και επιστήμονες. Κερδοφόρο θα είναι και το μπόλιασμα των ελαιόδεντρων του νησιού με την εμπορικότατη και πανάκριβη Π.Ο.Π. μεστούσικη θρούμπα. Για τα λιγότερο πεδινά κατάλληλα είναι τα θερμοκήπια. Οι άλλοι νησιώτες που ξέρουν θα μας διδάξουν τους τρόπους.. Τώρα που θα έρθουν τα δάνεια της Ο.Ν.Ε. είναι ευκαιρία οι φορείς να συνασπιστούν για να χρηματοδοτηθεί μέγα αναπτυξιακό έργο το “Καρδιολογικό κέντρο του Βορείου Αιγαίου”, με πυρήνα την υποδειγματική καρδιολογική κλινική του Σκυλίτσειου, καθώς και οι καλλιέργειες και οι βιοτεχνίες. Εύκολο είναι να επιστρέψουν στην γη και οι επιστήμονες των Αθηνών που τυλίγουν σουβλάκια, αν τους δοθεί η ευκαιρία. Το παράδειγμα των ολίγων που ήρθαν και προσπάθησαν δείχνει ότι είναι εύκολη η προσαρμογή εξ άλλου “ανάγκα και θεοί πείθονται” Στρώσετέ τους λοιπόν στη δουλειά και βοηθήστε τους γιατί ήδη μας στρώνουν οι Γερμανοί που μας θωπεύουν τα νώτα και μας έκαναν ρόμπες και ρεντίκολα των σκυλιών του πλανήτη και το στρώσιμο τους αυτό δεν μας βγαίνει σε καλό. Διαφορετικά η ερήμωση του νησιού θα ολοκληρωθεί σε λίγα χρόνια, εμείς ήδη γνωρίζουμε 10 νέους που διαμένουν μόνιμα στο εξωτερικό. Ο Χιώτες θα χαθούν, άλλοι λαοί θα αγκαλιάσουν την γη των προγόνων μας. Αυτοί δεν θα γνωρίσουν ούτε τον Φραγκιάδη, ούτε τον Καλαμπόκα τον Όμηρο, τον Κανάρη και τους άλλους οι προτομές και τα αγάλματα των οποίων θα πάνε στα σκουπίδια. Ας μην είμαστε εμείς που θα επιτρέψουμε να γίνει στον τόπο μας αυτό το φρικτό ανοσιούργημα.

Άλλες απόψεις: Του Στέλιου Δ. Καραβόλου