
Ο υπουργός κος Γ. Κατρούγκαλος έπλεξε το εγκώμιο των καθαριστριών του υπουργείου Οικονομικών με ευκαιρία την επαναπρόσληψή τους από το Υπουργείο ύστερα από τη νομοθετική ρύθμιση της εκκρεμότητας που υπήρχε. Πριν σχολιάσω τις δηλώσεις του κου Υπουργού θα προβώ σε δύο παρατηρήσεις. Η πρώτη αφορά την ταύτιση του καθαρισμού του υπουργείου με το θηλυκό γένος. Αυτά δεν τα παρατηρούν άνθρωποι που φορούν πανταλόνια όπως, ο πρώην πρωθυπουργός μας. Πλην όμως όλοι αυτοί που φορούν πανταλόνια όσες φορές να ξαναγεννηθούν δεν πρόκειται να φθάσουν την Θάτσερ η οποία φορούσε φουστάνια!
Η δεύτερη παρατήρηση αφορά στην απόλυση των καθαριστριών. Γιατί αυτές; Διότι η Υπάτη Αρμοστεία απήτησε από τους υποτελείς να σπάσουν την μονιμότητα που ισχύει στον δημόσιο και παραδημόσιο τομέα. Η μονιμότητα δεν περιελάμβανε τους καταχραστές τους δημοσίου, τους ανεπαρκείς και τους μη απαραίτητους.
Οιπολιτικοί, για λόγους κομματικούς και ψηφοθηρικούς σχεδόν ποτέ δεν εφήρμοζαν τον νόμο. Η μονιμότητα ίσχυε εφόσον υπήρχε η θέσις· ούτε αυτό εφήρμοζαν. Ηλθε η στιγμή να προσαρμοσθούν στην πραγματικότητα. Να υπενθυμίσω πως ο κος Πάγκαλος είχε επωμισθεί την συγχώνευση, κατάργηση κλπ. διαφόρων οργανισμών του
Δημοσίου. Οταν έφθασε η ώρα κάτι να κάνουν σκέφθηκαν ότι δεν είναι δυνατόν να θίξουν την καλοπέραση των πτυχιούχων και των λοιπών γραμματιζούμενων και κατέφυγαν στις καθαρίστριες αν και το αντικείμενο τους δεν είχε καταργηθεί· γι’ αυτό και νομικώς δεν έστεκε. Με διαστρωματικά όμως κριτήρια έπρεπε το βάρος να
επωμισθεί ο πάτος των στρωμάτων ήτοι, οι καθαρίστριες. Ο κος Κατρούγκαλος δήλωσε: Οι καθαρίστριες νίκησαν, γιατί χωρίς αγώνα τίποτε δεν κερδίζεται. Πράγματι, χωρίς προσπάθεια και αγώνα δεν υπάρχει περίπτωση επιτυχίας. Ακόμη και η επιτυχία ενός λαχνού προϋποθέτει την αγορά του. Δεν σημαίνει όμως πως όποτε προκύψει ένα ζήτημα θα πρέπει να αρχίσουμε έναν αγώνα, άκριτα. Οι αδελφοί μας Κύπριοι αγωνίστηκαν για να κάνουν το εν τρίτον της Κύπρου τουρκικό και να διατηρεί η Τουρκία το δικαίωμα επεμβάσεως και στην υπόλοιπη Κύπρο! Ο αγώνας χρειάζεται στάθμιση του κινδύνου και της αβεβαιότητας.
Στη συνέχεια ο κος Υπουργός είπε: Η απάντηση των καθαριστριών δεν είναι μόνο για τους δημοσίους υπαλλήλους, είναι και για κάθε εργαζόμενο είτε δουλεύει στο δημόσιο είτε στον ιδιωτικό τομέα… Τα πράγματα δεν είναι έτσι· ο εργαζόμενος στον ιδιωτικό τομέα ανήκει στην οικονομία της αγοράς, ενώ ο εργαζόμενος στον δημόσιο τομέα ανήκει στην οικονομία του καταναγκασμού. Ο πρώτος πρέπει να παράγει προϊόντα ή υπηρεσίες που θα τις ζητούν οι καταναλωτές· ο δε επιχειρηματίας στον οποίο απασχολείται ο εργαζόμενος έχει την οικονομική ευθύνη πέραν των άλλων ευθυνών. Αντίθετα, ο δεύτερος παράγει κυρίως υπηρεσίες οι οποίες δεν περνούν μέσα από τη διαδικασία της αγοράς, να δοκιμασθούν και να επιδοκιμασθούν ή να απορριφθούν. Τώρα, ως προς την οικονομική διαχείριση τα πράγματα είναι τελείως
διαφορετικά. Στην πρώτη περίπτωση ο επιχειρηματίας είναι υπεύθυνος για την οικονομική διαχείριση όχι μόνον με το κεφάλαιο που κατέθεσε στο συγκεκριμένο νομικό πρόσωπο αλλά με το σύνολο της προσωπικής του περιουσίας διότι, στη δημοκρατία που έχουμε έχει καταργηθεί η περιορισμένη ευθύνη. Ο Υπουργός δεν έχει καμία
ευθύνη και αν λείψουν χρήματα αυτά τα βρίσκει στέλλοντας τον αστυφύλακα να συλλάβει τον οποίο πολίτη έχει ΑΥΤΟΣ επιβαρύνει με τα λάθη του, τις παραλείψεις του, τις ατασθαλίες του, τις ψηφοθηρίες του και πολλά άλλα. Οι εργαζόμενοι στον ιδιωτικό τομέα να μην παρασύρονται από τέτοιου είδους παλικαρισμούς. Υπάρχουν επιχειρήσεις που έκλεισαν εξ αιτίας τέτοιων «αγώνων» και οι εργαζόμενοι έμειναν άνεργοι. Οπως αναφέρω πιο πάνω χρειάζεται στάθμιση του κινδύνου και της
αβεβαιότητας. Τέλος δε, να επισημάνω πως τα συμφέροντα συνδικαλιστών και εργαζόμενων δεν είναι πάντοτε ταυτόσημα. Οι πρώτοι ανήκουν στον κομματικό μηχανισμό και αποτελούν μέρος του πολιτικού συστήματος. Οι δεύτεροι μάλλον όχι, είναι δε αυτοί που πληρώνουν τη νύφη! Αγώνας ναι. Οχι όμως αγώνας για τον αγώνα.


































