Δυο παιδιά κουρασμένα…

Τετ, 13/11/2024 - 07:51
Δυο παιδιά κουρασμένα…

Τη λέξη «κουράστηκα» έβαλε στο μικροσκόπιό του ο Παύλος Μεθενίτης και τι μας θύμισε; Ότι τον Οκτώβριο του 1945, στο Ναγκασάκι, λίγους μήνες μετά το πυρηνικό ολοκαύτωμα του Αυγούστου, ένα δεκάχρονο αγόρι είχε στηθεί με τις ώρες σε στάση προσοχής έξω από το κρεματόριο, με το νεκρό αδελφάκι του δεμένο στην πλάτη του, περιμένοντας τη σειρά του για να παραδώσει το κορμάκι του μωρού στη νεκρική πυρά. Ένας φαντάρος τού πρότεινε να τον απαλλάξει από το βάρος και να κρατήσει αυτός για όσο χρειαζόταν το πεθαμένο παιδάκι. Ο μικρός αρνήθηκε, λέγοντας πως δεν κουράστηκε, «γιατί δεν είναι βάρος, είναι ο αδελφός μου».

   Συνομήλικη με τον μικρό Γιαπωνέζο του 1945 πρέπει να είναι η Παλαιστίνια του 2024 στη Γάζα που κουβαλούσε για μία ώρα την αδερφούλα της, η οποία δεν μπορούσε να περπατήσει γιατί ήταν χτυπημένη από αυτοκίνητο. «Κουράστηκα», είπε σ’ έναν δημοσιογράφο αυτό το ξυπόλητο, βρόμικο, εξαντλημένο, σκιαγμένο κορίτσι, που κάπως όμως είχε βρει το κουράγιο να κουβαλήσει στην πλάτη τη μικρή της αδελφή μέχρι εκεί που θα τη φρόντιζαν.

   Δύο παιδιά, με 79 χρόνια να τα χωρίζουν, αλλά με τη φρίκη του πολέμου και την αφοσίωση προς τα μικρότερα αδέλφια τους, νεκρά ή ζωντανά, να τα ενώνουν σπαρακτικά. Δύο παιδιά, που και τα δύο κουράστηκαν, γιατί ασφαλώς και ο μικρός Γιαπωνέζος είχε αποκάμει, αλλά η περηφάνια του δεν του επέτρεψε να το παραδεχτεί. Δύο παιδιά κουρασμένα, όχι από παιχνίδι, όχι από μελέτη των μαθημάτων τους, αλλά από ό,τι τους έφερε η ζωή, καθώς είχαν την τύχη, ή την ατυχία, να παραμείνουν ζωντανά μέσα σ’ έναν κρανίου τόπο, χωρίς να ‘χουν τίποτα απ’ όσα απολαμβάνουν (και καλώς) τα παιδιά του ανώτερου, του Πρώτου Κόσμου: ασφάλεια, περίθαλψη, φαγητό, φροντίδα, αγάπη, ξενοιασιά...

   Σε πιάνει δέος ν’ ακούς ένα παιδί να λέει «κουράστηκα». Όμως, η ίδια η λέξη είναι τρομακτική. Η «κούραση» είναι το αίσθημα εξάντλησης και αδυναμίας, που προέρχεται από έντονη δραστηριότητα ή δυσάρεστη ψυχολογική κατάσταση. Η αρχική (μεσαιωνική) σημασία της λέξης ήταν «τιμωρώ με καταναγκαστικό κούρεμα», από την αρχαία λέξη «κουρά», δηλαδή κόψιμο των μαλλιών.

   Στο Βυζάντιο, τον διαπομπευόμενο τον «εκούραζαν», δηλαδή τον κούρευαν.

Του Δημήτρη Φρεζούλη

dimfre@yahoo.gr

Σχετικά Άρθρα