
22 Δεκέμβρη του 1978 είχαμε φύγει, ξεφόρτωτοι, από το λιμάνι Τσιναέ της Κορέας με προορισμό το Πόρτλαντ της Αμερικής. Παραμονή περάσαμε το «Τσούκαρο», το βορειότερο άκρο της Ιαπωνίας, και ανοιχτήκαμε στον Ειρηνικό Ωκεανό, όταν άρχισε το μεγάλο «πατιρντί»…
Τα κύματα γιγαντιαία προσπαθούσαν να καταπιούν το «Island Mariner» (στη φωτό το αδελφάκι του «STAR»), το βαπόρι στο οποίο εκείνον τον καιρό ήμουν μαρκόνης.
Τελείωσα τη βάρδια και κατέβηκα από τον ασύρματο στην καμπίνα μου, κάτι να πάρω για να πάω στη συνέχεια στο καπνιστήριο, γιατί τέτοιες μέρες δεν αντέχεται η μοναξιά. Ο ένας προσπαθεί με την παρουσία του να παρηγορήσει τον άλλο.
Χωρίς λόγια, τα οποία είναι περιττά. Τι μπορείς να πεις και πώς να παρηγορηθείς, όταν χρονιάρες μέρες θαλασσοδέρνεσαι σε αφιλόξενες και άγριες θάλασσες… Διάθεση από κανέναν, και μάλιστα κάτω από τέτοιες αντίξοες καιρικές συνθήκες.
Ο καιρός από την αριστερή μάσκα, ο αέρας να ουρλιάζει, το κύμα να σε σκεπάζει, το κρύο αφόρητο, τα σύννεφα κολλημένα στη θάλασσα…
Η πρώτη «γροθιά» στο στομάχι ήταν όταν είδα το πιάτο με τα γλυκά, που είχε πάει στην καμπίνα μου ο καμαρώτος, να είναι προσγειωμένο και σπασμένο στο δάπεδο και όλα τα καλούδια σκορπισμένα. Οι κουραμπιέδες, τα μελομακάρονα και τα υπόλοιπα «έκοβαν βόλτες» από τη μια άκρη μέχρι την άλλη.
Η δεύτερη στο καπνιστήριο, όπου δεν είχε μείνει τίποτα στη θέση του, παρά τις φιλότιμες προσπάθειες να στερεωθούν κάπως. Έβλεπες το κύμα να σπάει ζωντανό πάνω στα φινιστρίνια, το βαπόρι να βουτά και να κουπαστάρει και να λες «πάει τελείωσε». Τίποτα όρθιο!
Και την επομένη, Χριστουγεννιάτικα, να τη βγάζεις με «ξηρά τροφή» καθώς ήταν αδύνατο να μπει κάτι πάνω στην κουζίνα ή στο φούρνο. Χριστούγεννα μεσοπέλαγα και να μην μπορείς να τα χαρείς, έστω με τους υπόλοιπους συναδέλφους, να τσουγκρίσεις ένα ποτήρι, να ευχηθείς «και του χρόνου στα σπίτια μας». Μαύρα Χριστούγεννα του έτους 1978. Κάπου στα ανοικτά της Ιαπωνίας…
Του Δημήτρη Φρεζούλη