Το ψιθυρίζαμε μεταξύ μας, όποτε τον θυμόμασταν, γιατί τον τελευταίο καιρό τον είχαμε ξεχάσει, ότι ο κορωνοϊός ήρθε για να μείνει. Και να τον πάλι αυτές τις μέρες να σεργιανίζει και όποιον βρει στο δρόμο του να καθίζει πάνω του. Και με εντυπωσιάζει ότι δεν υπάρχει σπίτι, που λέει ο λόγος, και να μην έχει έναν… κορωνιασμένο. Και ο ένας να κολλάει τον άλλον…
Και μια αλήθεια είναι πως δεν περιμέναμε τέτοια έξαρση και πάλι. Αφενός γιατί ξεθαρρέψαμε και η προσοχή μας ελαχιστοποιήθηκε και αφετέρου γιατί και η εποχή του χειμώνα με όλα τα συμπαρομαρτούντα της ευνοεί αυτή την εξάπλωση.
Έτσι να ‘μαστε πάλι στριμωγμένοι στη γωνία… Και εκεί που καμαρώναμε πως δεν είχαμε πια κρούσματα στο νησί, το ένα διαδέχεται το άλλο, έστω και με ήπια μορφή σε πολλές περιπτώσεις. Και πόσα άλλα παραμένουν ανεξιχνίαστα και να δούμε πότε θα εκραγούν… Και αυτά τα τελευταία θα είναι και τα πιο επικίνδυνα, καθώς κυκλοφορούν ελεύθερα, έρχονται σε επαφή με κόσμο και τρέχα γύρευε να βρεις ποιος ή ποια ήταν η αιτία και κόλλησες. Θα μείνει ανεξερεύνητο, αφού δεν παύουμε να ερχόμαστε σε επαφή με διάφορους και δεν μπορούμε να ξέρουμε ποιος έχει τον ιό και ποιος όχι… Βλέπετε δεν μπορούμε να κλειστούμε σε «γυάλα».
Με λίγα λόγια πρέπει να ξαναμπούμε σε μια ιδιότυπη καραντίνα και τούτη τη φορά, έστω και αν δεν μας την επιβάλλουν, γιατί κάτι υποχρεωτικό δεν βλέπω… Και μόνο εύκολο δεν θα είναι. Άλλο το υποχρεωτικό και άλλο το εκούσιο… Και αυτό το τελευταίο δεν είναι εύκολο.
Ας μην ξεχνάμε πόσο «υποφέραμε» εκείνο το πρώτο τρίμηνο.
Και τι θα κάνουμε; Εδώ σε θέλω κάβουρα να περπατάς στα κάρβουνα, που έλεγε μια παλιά παροιμία. Είναι ένα πολύ σοβαρό ερώτημα που ήδη άρχισε να μας απασχολεί και πρέπει εμείς οι ίδιοι να αποφασίσουμε. Και η απόφαση δεν μπορεί να είναι συλλογική αλλά ατομική.
Μια πρώτη σκέψη να περιορίσεις τις μετακινήσεις και τις επαφές, αφού δεν μπορείς να κάνεις και πολλά άλλα. Μπορείς όμως να μπεις και σε γυάλα;
Άντε να περάσουμε και αυτό τον κάβο, τουλάχιστον χωρίς απώλειες, που είναι και το ζητούμενο. Και δεν παύουμε να ελπίζουμε. Και μη χειρότερα… Μακάρι!
Του Δημήτρη Φρεζούλη