
Αγαπητή ΑΛΗΘΕΙΑ.
Την Χίο τη λάτρεψα. Έζησα σ’ αυτό το νησί από το 1990 ως το 1995, τα πρώτα πέντε χρόνια της επαγγελματικής μου ζωής ως στρατιωτικός και την χρονιά που η μετάθεση ήταν πλέον βέβαιη, αν και Λαρισαίος, σκέφτηκα πολύ σοβαρά να την δηλώσω ως τόπο συμφερόντων. Δεν το έκανα. Τα χρόνια πέρασαν, κι όταν παντρεμένος πια, βαφτίσαμε την κόρη μας Ισιδώρα, το πότε θα την γιορτάζαμε το ξέραμε όλοι: Αν και οι Ανατολικορωμυλιώτες γιορτάζουν άλλη μέρα, για μας ο Ισίδωρος εν Χίω ήταν αυτός που θα την πρόσεχε.
Η κόρη μεγάλωσε με ιστορίες του μπαμπά της από το νησί και το αγάπησε χωρίς να το γνωρίσει ως τα έντεκά της χρόνια, όταν και ήρθαμε για πρώτη φορά εδώ διακοπές. Σταματώντας στο φυλάκιο το Αγίου Ισιδώρου μετά το Πιτυός που πέρασα κάτι μήνες ως αρχιφύλακας και ήθελα να το δω, μας ζήτησε να την αφήσουμε στο εκκλησάκι που υπάρχει εκεί λίγο μόνη της, “να προσευχηθώ μπαμπά, αφού δεν πρόκειται ποτέ μου να ξανάρθω”. Κι όταν μετά τις Πανελλήνιες ήρθε η ώρα της επιλογής, δεν υπήρξε καμία δυσκολία: Χίος, ΤΜΟΔ.
Πέρυσι ήταν η πρώτη φορά που κόντεψε να μου πεθάνει. Περιαμυγδαλικό απόστημα το λένε, κι αν το βγάλεις σε επιθετική μορφή τα πράγματα είναι δύσκολα. Πρώτα πρήζονται οι αμυγδαλές, μετά δεν μπορείς να μιλήσεις και μετά να αναπνεύσεις. Δεν ξέρω πως αντί να πέσει για ύπνο εκείνο το βράδυ, επέλεξε να κατέβει στην πιάτσα των ταξί και να πάει στο Σκυλίτσειο. Αν είχε αργήσει μισή ώρα, θα την κάνανε τραχειοτομή, αν είχε πέσει για ύπνο, δεν θα ξυπνούσε.
Τότε ήταν που τα χίλια εξακόσια χιλιόμετρα μας έδειξαν τα δόντια τους, όταν σχεδόν δυο μέρες μετά, αλαφιασμένος έφτανα στο λιμάνι στις τέσσερις το πρωί, με τον συμμαθητή μου στη ΣΜΥ, τον Σταμάτη τον Φύκαρη να με περιμένει για να με πάει στο νοσοκομείο. Τότε γνώρισα τον Διευθυντή της ΩΡΛ τον κ. Πλέσσα και τον κ. Νικολάου. Ήρεμοι, γνώστες και χωρίς καθόλου ύφος, μου εξήγησαν με απλά λόγια τι είχε συμβεί, τι θα ακολουθούσε και ποιες θα ήταν οι επιλογές μας. Σε όσους φαίνεται φυσιολογικό κάτι τέτοιο, είναι γιατί δεν έχουν βρεθεί στο Πανεπιστημιακό της Λάρισας, να δουν τι σημαίνει ψυχρή αντιμετώπιση.
Για εμάς δεν υπήρξε δίλημμα, αν θα υπήρχε υποτροπή και θα χρειαζόταν αφαίρεση αμυγδαλών, θα την κάναμε εδώ. Υπήρξε υποτροπή, υπήρξε προγραμματισμός για χειρουργείο, αλλά δυστυχώς, δυο μέρες πριν από την εισαγωγή υπήρξε τρίτη υποτροπή. Και ξανά η κόρη μόνη της στο νοσοκομείο. Κι εκεί βιώσαμε κάτι που καλά θα κάνετε οι Χιώτες να φυλάξετε ως κόρη οφθαλμού: Την Ζεστασιά της Κοινότητας, κάποτε αυτονόητη σαν ανάσα και τώρα σπάνια σαν θησαυρός.
Το κορίτσι μου δεν ήταν μόνο του, στιγμή δεν ένιωσε έτσι. Στον ίδιο θάλαμο, ασθενείς με τους δικούς τους πόνους και αγωνίες, σταθήκαν δίπλα της, την κάνανε παρέα, την βοηθούσαν όπου χρειαζόταν, κι ενημέρωσαν τον Διοικητή για μια φοιτήτρια που ήταν μόνη της και πονούσε πολύ. Κι εκείνος κατέβηκε να τη δει και να την γνωρίσει, να δει ότι όλα πάνε καλά. Όταν μπήκα στον θάλαμο, μπήκα σε μια παρέα φίλων, κι αν αυτό σας φαίνεται οκ, πιστέψτε με δεν είναι, έχω μπει κι άλλες φορές σε θαλάμους ασθενών. Το κορίτσι μου βρέθηκε στο καλύτερο νοσοκομείο που θα μπορούσε να βρεθεί, με τους καλύτερους γιατρούς που θα μπορούσε να έχει, με τις καλύτερες νοσοκόμες, με τους καλύτερους ανθρώπους.
Δεν θα άλλαζα κανέναν τους.
Να είστε περήφανοι για το νοσοκομείο σας, να είστε περήφανοι για τους γιατρούς σας, να είστε περήφανοι για την ζεστασιά σας.
Με εκτίμηση,
Αλέξανδρος Νάρης
Πατέρας.








































