
Κοντεύει μήνας… Στην ολόμαυρη Βολισσό, στην βαθιά λαβωμένη Αμανή, ο χρόνος δεν κινείται με την ίδια ταχύτητα και ροή. Δεν κινείται προς τα μπρος. Δεν κινείται ευθύγραμμα. Κυκλώνει όσους κυκλώθηκαν από τις πανύψηλες απειλητικές φλόγες στις 12 Αυγούστου. Οι πληγέντες και οι καταστραμμένες περιουσίες τους, τα δέντρα, τα ζώα, το βιός τους μετατράπηκαν σε άψυχους αριθμούς. Δηλώθηκαν σε επίσημα έγγραφα. Έχουν πάρει αριθμό… Δεν είναι ο Κώστας, ο Γιώργος, η Μαρία, η Ελένη. Δεν είναι πια. Από καθημερινοί άνθρωποι, με καθημερινά, άλυτα προβλήματα αλλά και περισσή αξιοπρέπεια στη μικρή αυλή τους.
Χαμηλοσυνταξιούχοι, εργαζόμενοι, μικροεπαγγελματίες, εκπαιδευτικοί, άνθρωποι του μόχθου, της γης, του πολιτισμού, μόνιμοι κάτοικοι, επισκέπτες, παππούδες, γονείς, ασθενείς, ηλικιωμένοι, καρκινοπαθείς, οικογένειες με υπερήλικες, ΑμεA, αφέθηκαν να γίνουν σε λίγες ώρες «πυρόπληκτοι»!
Καταγράφηκαν στο σύστημα ή μπορεί και να μην τους χώρεσε… «Οι πυρόπληκτοι της Αμανής».
Οι ιστορίες τους, ακόμη ανιστόρητες… Κάθε μια μοναδική. Ιδιαίτερη. Τα συνεργεία της καταγραφής πέρασαν.
Τα κυβερνητικά κλιμάκια,έχουν ήδη επιστρέψει στα γραφεία τους. Αποστολή καταγραφής εξετελέσθη. Αποζημιώσεων… Έχει μέλλον!
Εμείς;… Σε λίγο θα μας απορροφήσει η επιστροφή στα θρανία, ο φθινοπωρινός αγώνας επιβίωσης.
Οι ιστορίες τους θα μας συγκινούν άραγε το ίδιο, όταν δεν κατακλύζουν πια το διαδίκτυο, όταν γίνουν αιτήματα και διεκδικήσεις;…
«Έχω πάθει 30.000 ζημιά, δεν έχω εργαλεία να δουλέψω. Στο σπίτι, ούτε μαχαιροπήρουνα. Ένα τσουβάλι κάρβουνα τα πράγματά μας…»
Γιατί να θελήσει ένας πυρόπληκτος να διατηρήσει την ανωνυμία του; Προβληματίστηκα! Μετά κατάλαβα. Ο φόβος… Τι να φοβηθεί ένας άνθρωπος που πέρασε μέσα από τη φωτιά, που έχασε το σπιτικό του;… Και όμως. Διάλεξε την ανωνυμία. Για τους καιρούς που είναι να ‘ρθουν… Όχι ότι περιμένει τίποτα από την Πολιτεία. Αλλά… Διάλεξε την ανωνυμία γι’ αυτό που στερεότυπα γράφουμε «για ευνόητους λόγους». Ούτε που ρώτησα σε ποια ακριβώς περιοχή της Βολισσού ήταν το σπιτικό του και ταυτόχρονα ο χώρος φύλαξης των εργαλείων του…
Χωρίς εικόνα, από απόσταση, από τηλεφώνου, πώς να πλησιάσω;
Λίγο - λίγο άρχισε εκείνος να πλησιάζει τη μέρα που ο χρόνος σταμάτησε για εκείνον, την οικογένειά του, την Βολισσό. Στην απόσταση που άντεχε.
Χωρίς σειρά στα γεγονότα…
«Έχω πάθει περίπου 30.000 ζημιά. Είμαι επαγγελματίας. Μου κάηκαν όλα τα εργαλεία μου. Δεν έχω τίποτα για να δουλέψω. Μόνο όσα είχα μέσα στο αυτοκίνητο. Ζούμε με δανεικά…» αρχίζει την περιγραφή της κατάστασης που βρέθηκε ο ίδιος και η οικογένειαά του εκείνες τις κρίσιμες ώρες της Τετάρτης 12 Αυγούστου…
Σε λίγες αράδες η διπλή ζημιά που υπέστη! Στον επαγγελματικό εξοπλισμό του και στο σπιτικό του, την οικοσκευή του!
Το σπίτι που έμεναν δεν ήταν ιδιόκτητο, χαρακτηρίστηκε «κίτρινο» δηλαδή επισκευάσιμο. Στο εσωτερικό του όμως… Όλεθρος! «ΕΝΑ ΤΣΟΥΒΑΛΙ ΚΑΡΒΟΥΝΑ ΟΛΑ ΜΑΣ ΤΑ ΠΡΑΓΜΑΤΑ. ΟΥΤΕ ΜΑΧΑΙΡΟΠΗΡΟΥΝΑ ΔΕΝ ΕΧΟΥΜΕ…», λέει. Χωρίς μια φωτογραφία, με τη δύναμη του λόγου του, μας μεταφέρει λίγο λίγο πιο κοντά στη διπλή καταστροφή που βιώνει ο ίδιος και η οικογένειά του! Ως επαγγελματίας και μόνιμος κάτοικος Βολισσού.
«Δεν είχα διάθεση να δουλέψω! Με τι εργαλεία;»
Η φωνή του ήρεμη, ελεγχόμενης έντασης. Οι λέξεις του όμως… Εκπυρσοκροτούν. Όταν ρωτήθηκε πώς είναι η καθημερινότητά τους ένα μήνα σχεδόν μετά την 12η Αυγούστου, συμπυκνώνει σε λίγες λέξεις, αυτά που δεν λέγονται εύκολα…
«Ακόμη δεν έχουμε επανέλθει στην καθημερινότητά μας. Τα νεύρα μας. Όλοι έχουμε θολώσει…
Προσωπικά δεν έχω διάθεση να δουλέψω, αλλά και με τι; Αφού κάηκαν ολοσχερώς τα εργαλεία μου; Επιπλέον το επάγγελμά μου, απαιτεί σκέψη, συγκέντρωση…Την πρώτη εβδομάδα μετά τη φωτιά, όταν άρχισα να πηγαίνω στην δουλειά, δούλευα λίγες ώρες, μετά έλεγα στους πελάτες μου: «Δεν μπορώ να δουλέψω, να σας κάνω τη δουλειά… Πάρτε κάποιον άλλο!»
«ΝΑΙ ΕΙΜΑΙ ΘΥΜΩΜΕΝΟΣ, ΝΙΩΘΩ ΘΥΜΟ», λέει και στη συνέχεια, από τα βιώματα που μοιράζεται, εξηγείται η ένταση των συναισθημάτων του. Η περιγραφή και μόνο των ελάχιστων λεπτών που χώρισαν εκείνον, την γυναίκα του από το θάνατο, εξηγεί «γιατί»…
«Κάποιο χέρι μας τράβηξε από τη φωτιά»
Ο τρόπος που προσεγγίζει τη φωτιά στην Αμανή δείχνει έναν άνθρωπο που γνωρίζει τον τόπο, τον αγαπά και έχει πρακτική σκέψη.
«Όταν ήλθε το 112 από την Ποταμιά, ήμουν στα Νένητα. Μέχρι να ηχήσει το 112 της Βολισσού, είχα πάει εκεί, έφτιαξα μια ζώνη γύρω από το σπίτι, μαζέψαμε ελάχιστα προσωπικά πράγματα. Το 112 μας έλεγε κατευθυνθείτε προς την πόλη… ΕΜΕΙΣ ΕΓΚΛΩΒΙΣΤΗΚΑΜΕ ΣΤΗ ΦΩΤΙΑ…
Κόβεται η ανάσα, όταν περιγράφει τα δευτερόλεπτα της ΠΡΟΣΦΥΓΙΑΣ τους, κυνηγημένοι…
«Την ώρα που μπήκαμε στο αυτοκίνητο να φύγουμε με τη γυναίκα μου η φωτιά έφτανε σχεδόν τα 20 μέτρα ύψος! Περάσαμε από μέσα. Οδηγώντας, δεν είχα ορατότητα, ούτε 20 πόντων! Τι να σας πω; Ήμασταν τρία αυτοκίνητα στη σειρά. Σκέφτομαι τώρα, ότι αν ένα από τα αυτοκίνητα που περνούσαμε μέσα από αυτή τη φωτιά, έσβηνε η μηχανή του… Θα καιγόμασταν ζωντανοί όπως ακριβώς είχε συμβεί και στην Ηλεία, το 2007, που ήταν μια σειρά από αμάξια, ενός έσβησε η μηχανή και κάηκαν τόσοι άνθρωποι…
«ΕΜΑΣ ΚΑΠΟΙΟ ΧΕΡΙ ΜΑΣ ΤΡΑΒΗΞΕ ΜΕΣΑ ΑΠO ΤΗΝ ΦΩΤΙΑ…»
«Μετά κατευθυνθήκαμε προς τα Λιμνιά. Ο αστυνομικός που συναντήσαμε μας είπε να πάμε προς την πόλη γιατί μετά θα έκλεινε ο δρόμος.
Προσπάθησα να του εξηγήσω ότι μόλις είχαμε βγει από τη φωτιά και ότι αν πηγαίναμε προς την κατεύθυνση που μας οδηγούσε, θα εγκλωβιζόμασταν ξανά. Δεν τον άκουσα και κατέβηκα προς τα Λιμνιά. Ήμασταν εκεί, πόσοι να σας πω, 300 - 400 άνθρωποι. Δεν ξέρω ακριβώς. Ήλθαν και μας πήραν το Λιμενικό από τη θάλασσα. Μας πήγαν Λιθί και από εκεί πήγαμε τη σύζυγό μου που είχε εγκαύματα στο Νοσοκομείο για να την περιθάλψουν, με ιδιωτικό αυτοκίνητο, γιατί δεν υπήρχε ασθενοφόρο.
Πώς να ρωτήσεις τον ίδιο άνθρωπο, που κόντεψε μέσα σε λίγη ώρα να απανθρακωθεί στο αμάξι του με τη γυναίκα του, όπως οι δεκάδες νεκροί από τη φωτιά στη Ζαχάρω Ηλείας το 2007, αν υπήρχε κίνδυνος να γίνουν οι παραλίες της Βολισσού όπου αναζήτησαν καταφύγιο οι κάτοικοι και επισκέπτες της, ένα δεύτερο ΜΑΤΙ όπως το 2018;
Κι όμως, έπρεπε να ρωτήσω… «Ήταν πολύ εύκολο να γίνουμε ΜΑΤΙ έτσι όπως εξελίχθηκαν τα πράγματα. Ο λόγος που δεν γίναμε, ήταν ότι τα Λιμνιά δεν έχουν δάσος γύρω τους. Αλλιώς η φωτιά, έφτασε μέχρι τη θάλασσα».
«Δεν υπάρχει οικογένεια στην Αμανή που κάηκε, που να μην έχει πληγεί»
Σώθηκε εκείνος και η γυναίκα του, αν και με εγκαύματα… Σώθηκαν! Μοιρασμένοι ζουν… Ανάμεσα στην εφιαλτική εικόνα που παίζεται ξανά και ξανά σαν ταινία, να περνάνε ανάμεσα από τις θηριώδεις φλόγες που -ω του θαύματος- δεν τους «ρούφηξαν» και μια εύθραυστη, θλιβερή επιστροφή σε μια αδυσώπητη καθημερινότητα…
Τα «εγκαύματα της ψυχής»;
«Ξυπνάω το πρωί και ελπίζω ότι όλα αυτά είναι ένας εφιάλτης, ελπίζω να είναι ένας εφιάλτης που θα περάσει. Θέλω να τα ξεχάσω όλα όσα έζησα και πάλι έρχονται!».
Σίγουρα δεν είναι ο μόνος… Κοιτάζει γύρω… Δεν μιλά μόνο για τον εαυτό του, την οικογένειά του, τις καταστροφή τους. Όχι.
Κινείται ακόμη ανάμεσα στους ανθρώπους που πριν τη φωτιά, μοιράζονταν μια ήρεμη καθημερινότητα…
«Δεν υπάρχει στην Αμανή, στα 6 χωριά που σάρωσε η φωτιά, μια οικογένεια, ένας άνθρωπος που να μην έχει πληγεί έστω και λίγο, άλλος στο σπίτι του, άλλος στις ελιές, στα ζώα, στα εργαλεία του…», διαπιστώνει.
Αυτή η σφαιρική ματιά του, την ώρα που έμεινε άστεγος και με ολοκληρωτική καταστροφή στον επαγγελματικό εξοπλισμό του…
Διαχωρίζει ξεκάθαρα την ΑΠΟΥΣΙΑ ΚΡΑΤΟΥΣ από τις «αγκαλιές» των συγχωριανών, συντοπιτών του που έδειξαν από την πρώτη στιγμή που ξεσπιτώθηκαν, έμπρακτα το νοιάξιμο και την αλληλεγγύη τους. Σιωπηλά…
Η φιλοξενία του σε διαμέρισμα που του παραχωρήθηκε, εύγλωττη. Χωρίς να κραυγάζει. Όπως και τόσες άλλες πράξεις αλληλεγγύης που έγιναν από άνθρωπο σε άνθρωπο, με απόλυτη διακριτικότητα και σεβασμό στην αξιοπρέπεια των πληγέντων.
ΤΡΩΜΕ ΔΑΝΕΙΚΑ…
Ένας μήνας… Πολύ νωρίς για βρει μια οικογένεια που έχασε σπιτικό και τρόπο να ζήσει, για να βρει τον βηματισμό της. Θέλει να πάει στη δουλειά του, να προχωρήσει αλλά δεν έχει τα βασικά εργαλεία… Δεν έχει τα βασικά πράγματα για το σπιτικό που του προσέφεραν ΣΥΝ-ΑΝΘΡΩΠΟΙ. Όχι το ΚΡΑΤΟΣ από το οποίο δεν ελπίζει…
Αίτια, παραλείψεις, λάθη και αποτελέσματα στροβιλίζονται. Μαζί με μια καταιγίδα συναισθημάτων.
Ωστόσο η σκέψη του, είναι απόλυτα συγκροτημένη και οι απόψεις του το ίδιο.
«ΝΑΙ ΕΙΜΑΙ ΘΥΜΩΜΕΝΟΣ! Αλλά μπορεί να μην είχαν συμβεί αυτά αν υπήρχε υπεύθυνη διαχείριση. ΟΛΑ ΗΤΑΝ ΛΑΘΟΣ. Από την αρχή που ξέσπασε η φωτιά σε μικρή αρχικά έκταση. Αν γινόταν άμεση επέμβαση… 5 αεροπλάνα να έριχναν από μία ρίψη δεν θα… άφησαν μια περιοχή NATURA στο έλεος της φωτιάς. Στην τύχη της. Αλλά και από τις επίγειες δυνάμεις. Ο στρατός ήταν εκεί. Μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν τον Στρατό, τα μηχανήματά του που βρίσκονταν εκεί στην είσοδο, για να σώσουν τη Βολισσό, όταν την πλησίαζαν τρία μέτωπα που την κύκλωσαν σαν πέταλο».
ΘΑ ΑΝΤΕΞΕΙ Η ΒΟΛΙΣΣΟΣ;
Το μεγάλο ερώτημα και στοίχημα…
Ο ίδιος δεν μιλά με βεβαιότητες γιατί είδε ότι δεν υπάρχουν.
Ένας άνθρωπος του μόχθου είναι, που έχει μάθει να σκέφτεται ρεαλιστικά και πρακτικά.
«Ο κόσμος που είναι εδώ πάνω, θέλει να αντέξει η Βολισσός, αλλά η πραγματικότητα θα φανεί…
Θέλουμε, θέλω να ξαναγίνει η Βολισσός όπως ήταν. Θέλω να είμαι αισιόδοξος. Αλλά…. Ένα δέντρο θέλει για να γίνει όπως ήταν 30-40 χρόνια, δεν θα προλάβω να τα δω…
Επιπλέον η Βολισσός, το σχολείο της που σώθηκε κτηριακά, πάσχει από έλλειψη παιδιών. 20 παιδιά είναι όλες οι τάξεις μαζί από το νηπιαγωγείο μέχρι την τρίτη Λυκείου. Φέτος ένα παιδί θα δώσει πανελλήνιες και ένα φοιτά στη δευτέρα Λυκείου. Τι θα γίνει μετά;». Σκέψεις προβληματισμοί, όχι από ένα κλειστό γραφείο, από την καρδιά της καμένης Βολισσού. Από έναν πληγέντα, εις διπλούν…
Τι προτείνει για τον τόπο του, ρωτήθηκε και κατέθεσε μερικές σκέψεις που πηγάζουν από την εμπειρία του. «Να δημιουργηθούν θέσεις εργασίας. Λένε να στηρίξουν τα καταστήματα της περιοχής. Σωστά. Αλλά πόσοι και για πόσο; Οι απλοί άνθρωποι που δεν σχετίζονται με την εστίαση, πώς θα βοηθηθούν για να μείνουν;
Χρειάζεται μια άλλη αντίληψη. Να στηρίζουμε ο ένας τον άλλο. Μια τοπική μικροοικονομία. Ακόμη και ο θρησκευτικός τουρισμός δεν αρκεί. Πόσα λεωφορεία έρχονται κάθε μέρα το καλοκαίρι; Πάνε στο Προσκύνημα, στη γύρω περιοχή. Δεν πάνε εύκολα στα άλλα χωριά της Αμανής. Επομένως, πρέπει να δούμε τελικά τί μένει στον τόπο.
Ζω χρόνια εδώ και τα πράγματα του σούπερ μάρκετ τα έπαιρνα από εδώ, την βενζίνη μου από το βενζινάδικο, πριν καεί. Ο ένας με τον άλλο… Αν δεν αδειάσει η Βολισσός, τα άλλα χωριά από πείσμα, θα αδειάσουν του χρόνου ή του αντίχρονου», καταλήγει χωρίς διάθεση να γίνει μάντης κακών.
Μοίρασμα υποσχέσεων από… σάκους του μποξ
Πώς μπορεί αλήθεια να ένιωσε όταν έβλεπε τις «κουστωδίες» κυβερνητικών και άλλων πολιτικών κλιμακίων, να τους επισκέπτονται και κάθονται στην πλατεία, μετά την 12η Αυγούστου;
«Έρχονται και κάθονται εκεί, δίπλα για να μας μοιράσουν υποσχέσεις. Για να λειτουργήσουν σαν σάκους του μποξ, σαν βαλβίδες χύτρας ταχύτητας. Να τους βρίσουμε και να εκτονωθεί η οργή μας…
Δεν μπορεί για παράδειγμα να έρχεται ο Περιφερειάρχης με τον αντιπεριφερειάρχη εδώ, να τους λέμε τα προβλήματα και η απάντηση που παίρνουμε να είναι «Δεν είμαι εγώ αρμόδιος είναι το υπουργείο Περιβάλλοντος»!
Κοιτώντας μπροστά, εκτός του ότι δεν ελπίζει σε πραγματικές και κοντινές αποζημιώσεις, δεν βλέπει να γίνεται ορατή ακόμη και η ανάγκη των πληγέντων για άμεση ρευστότητα μετά την καταστροφή. Ούτε καν το κόστος της βενζίνης για τις μετακινήσεις από και προς Βολισσό για να γίνουν οι επισκευές, δεν έχει προβλεφθεί να καλυφθεί… Δεν ελπίζει. Φοβάται τις πλημμύρες του χειμώνα. Στον ποταμό. «Να πάρουν μέτρα για να μην πνιγούμε», είπε, ελπίζοντας αυτή τη φορά οι αρμόδιοι να δράσουν προληπτικά.
Τελευταία ερώτηση, πριν επιστρέψει στο «μαύρο» του τοπίου και της καταστροφής που ζει…
«Αν η Βολισσός είχε φωνή τι θα έλεγε;» Απάντηση: «ΒΟΗΘΕΙΑ!»
Ευγενία Κώττη





































