
Ο Γιώργος Θεοφάνους Κατραμόπουλος γεννήθηκε στη Σμύρνη το 1904, ο μικρότερος γιος μιας εξαμελούς οικογένειας χρυσοχόων. Η Καταστροφή τον βρήκε στα δεκαεφτά του χρόνια. Συμμαθητής του Αριστοτέλη Ωνάση στη Σχολή Αρώνη και μετά άριστος μαθητής στην Ευαγγελική Σχολή και στο Αρμοστειακό Γυμνάσιο Σμύρνης, μπήκε στο πλοίο της σωτηρίας, με όσα χαρτιά και φωτογραφίες χώρεσαν στις τσέπες του, την ταυτότητά του για τη νέα πατρίδα.
Το οδοιπορικό του ξεκινά από την καιόμενη Σμύρνη ως τη νέα του πατρίδα, την Ελλάδα, στην άλλη πλευρά του Αιγαίου (Πώς να σε ξεχάσω Σμύρνη αγαπημένη). Έγινε και αυτός χρυσοχόος στην Αθήνα, στην Περικλέους 40, και πήρε σύνταξη σε ηλικία 96 ετών, για να μην επιβαρύνει την πατρίδα
που τον δέχτηκε πρόσφυγα. Παντρεύτηκε με έρωτα τη Σμυρναία Ελισάβετ Σπανούδη του Ιωάννου και της Καλλιόπης, και ξεκίνησαν το 1928 τη δική τους οικογένεια, μέσα από πολλές δυσκολίες (Ένας αιώνας δυο πατρίδες).
''Η Σμύρνη των Σμυρνιών'', 1995... Παραμύθι μ` όνομα, / το στέριωμα των προσφύγων στη νέα πατρίδα... Θα μπορούσε να `ταν η ιστορία της ζωής του δικού σας πατέρα, του δικού σας παππού. Ένα Σμυρνιωτόπουλο που έφυγε με την Καταστροφή, ως Γάλλος υπήκοος, με ψεύτικα χαρτιά, χωριστά από την οικογένειά του, φθάνει, ύστερα από δεκαπέντε ημέρες, στην προκυμαία της Θεσσαλονίκης. Πώς θα του φερθούν στην άλλη πατρίδα, την Ελλάδα, τώρα που έρχεται πρόσφυγας, χωρίς προοπτικές; Με την αγωνία να τον ταλανίζει «σώθηκαν οι δικοί μου;» «που να `ναι τώρα;». Μόνος κι έρημος στην Θεσσαλονίκη.
Το 2002, στα 98 του χρόνια, με την όρασή του σβησμένη, με τα μάτια της ψυχής ανοιχτά πάντα στις ομορφιές της γενέτειράς του Σμύρνης, μας σεργιανά μέσα από την αφήγησή του στους δρόμους που σφύζουν από ζωή στη Σμύρνη της εργασίας και της προκοπής, λίγο πριν την κυκλώσουν οι φλόγες της Καταστροφής.
Σύνοψη του βιβλίου "Πώς να σε ξεχάσω, Σμύρνη αγαπημένη".
"Βρισκόμουνα με μια φωτογραφική μηχανή στη σκάλα του σιδηροδρόμου της Πούντας και έπαιρνα φωτογραφίες βλέποντας τους ρακένδυτους Έλληνες στρατιώτες, που προσπαθούσαν να φύγουν από τη Μ. Ασία. "Έρχονται οι Τούρκοι! Έρχονται οι Τσέτες!..." Έτρεξα στο σπίτι μου από τα στενά για να πω στη μάνα μου ότι έληξε η ευτυχία μας".
Τη μαρτυρία δίνει ο Γιώργος Θ. Κατραμόπουλος, ένας δεκαεφτάχρονος αστός, με το μέλλον των σπουδών του εξασφαλισμένο. Είχε κερδίσει τον πρώτο αριθμό του Λαχείου του Στόλου και Αρχαιοτήτων, το 1921. Χίλια χρυσά εικοσάφραγκα. Τα είχε εισπράξει αυτοπροσώπως στην Αθήνα και τα έφερε στη Σμύρνη "να τα δει η οικογένειά μου" , για να καούν κι αυτά, μαζί με όλη την περιουσία τους... "Πώς να σε ξεχάσω, Σμύρνη αγαπημένη", ο τίτλος όπως και όλη η αφήγηση, βγήκε μέσα από ένα βαθύ αναστεναγμό. Στα ενενήντα του χρόνια, γεννημένος "εν Σμύρνη" ο Γιώργος Κατραμόπουλος του Θεοφάνους και της Αθανασίας, αποφασίζει να διηγηθεί όλα όσα σφράγισε στη μνήμη του ανεξίτηλα η φωτιά της Καταστροφής. Στο τέλος του εικοστού αιώνα, στη στροφή του δικού του δρόμου, αποφασίζει, επειδή δεν βλέπει πια τόσο καλά, να αφηγηθεί τα όσα είδε και όσα έμαθε τότε. Στη μοναξιά του σαλονιού του, στην Αθήνα του 1994, κάθεται δίπλα στο μαγνητόφωνο. Σκύβει, παίρνει μια βαθιά αναπνοή, κοιτάζει μέσα του, και γράφει με τη φωνή του, το ερωτικό γράμμα στη Σμύρνη, την αγαπημένη, την αξέχαστη! Τα αυθεντικά χαρτιά που εικονογραφούν αυτή την έκδοση -φωτογραφίες, πειστήρια και "καθρέφτες" μιας ποιότητας ζωής που χάθηκε στις φλόγες- και η φωνή του πατέρα μου(καταθέτει η κόρη του ,Ελένη Μπίστικα ) είναι όλη η πατρίδα μου, που απ' αυτόν έμαθα να την αγαπώ. Όνειρο μακρινό αλλά καταδικό μου.....
Σημ.Ο Κώστας Αργείτης ,πάλαι πότε ιδιοκτήτης του Νέου Αθηνα'ι'κού Πρακτορείου Εφημερίδων και Περιοδικών μού είπε ότι ο Γιώργος Κατραμόπουλος ετοίμαζε και τέταρτο βιβλίο,αλλά δεν πρόλαβε. Είχε δει τα χειρόγραφά του.
Επιμέλεια :Αναστασία Μανδάλα








































