
Δεν θα αναφερόμουν στην Αθήνα, στα Εξάρχεια, στο Κολωνάκι κλπ., αν δεν διάβαζα τελείως τυχαίως (πήρα την εφημερίδα για άλλους λόγους) στη «Δημοκρατία» της 14ης Ιουλίου 2016 ένα άρθρο για την Αθήνα, γραμμένο από τον κ. Αντώνιο-Αιμίλιο Ταχιάο, τον οποίο δεν έχω την τιμή να τον γνωρίζω, συμφωνώ όμως με τα γραφόμενά του σχεδόν 100%.
Αντιγράφω το άρθρο του αυτούσιο, διότι είναι πολύ ευανάγνωστο και κατανοητό από τον μέσο αναγνώστη:
===================================================
«Με πολλή λύπη παρακολουθώ στην τηλεόραση τα συμβαίνοντα στην Αθήνα και, από προσωπική μου αντίδραση, ξύπνησαν μέσα μου νοσταλγικές αναμνήσεις από μια Αθήνα που δεν υπάρχει πια. Εγώ τη γνώρισα το 1951 και τότε συνάντησα μια Ολλανδέζα φοιτήτρια η οποία είχε έρθει από τη Ρώμη και μου είπε: "Η Ρώμη είναι μια υπέροχη πόλη, αλλά η Αθήνα με γοήτευσε πολύ περισσότερο". Αργότερα, το διάστημα 1957-1959, υπηρέτησα στην Αθήνα ως έφεδρος αξιωματικός της Ελληνικής Βασιλικής Αεροπορίας, οπότε την έζησα καλύτερα. Η Αθήνα ήταν ένα ποίημα και ένα τραγούδι σε όλες τις πλευρές της ζωής της, και σε όλες τις γειτονιές της. Είχα μείνει στην οδό Αμερικής (απέναντι από την κατοικία του Σπύρου Μαρκεζίνη), επίσης στα Σεπόλια και στην Κυψέλη. Υπήρχε μια λαμπρή κοινωνία, πλουσίων και μη, όλοι με αγωγή και savoir vivre, είχε δε η πόλη τόπους διασκέδασης μοναδικούς. Κάθε Σάββατο βράδυ πηγαίναμε 13 αξιωματικοί αεροπόροι στη Λοκάντα της οδού Καλλιφρονά, όπου τραγουδούσαν οι αλησμόνητοι Φίλανδρος και Κορώνης. Η μουσική εκείνη είχε έναν ρομαντισμό και οι στίχοι των τραγουδιών ποίηση με συναισθηματισμό. Αλησμόνητη ήταν και η πλατεία Κολωνακίου, μεγαλοαστική, που είχε παραπλεύρως τη λαϊκή ταβέρνα Βυζάντιο. Επίσης ωραία ήταν τα ταβερνάκια της Πλάκας, όπου σύχναζαν οικογένειες απλών ανθρώπων με τα παιδάκια τους. Οι μεγάλοι έπιναν λίγη ρετσίνα και μαζί με τη διπλανή παρέα τραγουδούσαν όλοι μαζί τα παλιά ρομαντικά τραγούδια, αστικά ή ρεμπέτικα.
Τα Εξάρχεια ήταν μια υπέροχη αστική συνοικία, την οποία επισκεπτόμουν διότι εκεί έμενε ένας συγγενής μου, απόστρατος στρατηγός. Ποτέ δεν θα φανταζόμουν τι κόλαση θα γινόταν. Το να ζεις στην Αθήνα την εποχή εκείνη ήταν ένα προνόμιο, ενώ σήμερα – συγγνώμη για την έκφραση – είναι καταδίκη. Τελευταία φορά ήρθα στην Αθήνα το 2011, για να μετάσχω σε ημερίδα της Ακαδημίας Αθηνών. Περπάτησα νύχτα στη Σταδίου μέχρι την Ομόνοια και περνούσα ανάμεσα από ναρκομανείς, οι οποίοι ζητούσαν επιμόνως λεφτά, καθώς και άλλα ύποπτα, απειλητικά άτομα. Πού είναι εκείνη η Αθήνα, το "περιβόλι του Μαγιού, χαρά της γης και της αυγής μικρό γαλάζιο κρίνο", που συνέθεσε ο Χατζιδάκις και τραγούδησε η Μούσχουρη; Τώρα φοβάσαι να περπατήσεις στα έρημα σοκάκια. Ειλικρινώς, με βαθύτατη λύπη τα γράφω αυτά. Η Αθήνα έχει έναν δραστήριο και έντιμο δήμαρχο, πότε όμως θα ξυπνήσουν οι πολιτικοί μας για να τη φέρουν στην εποχή που όλοι νοσταλγούν; Μας ακολουθεί η ανάμνηση του συμβάντος στη Marfin Bank με τον τραγικό θάνατο από φωτιά τριών αθώων ατόμων, εκ των οποίων μία έγκυος γυναίκα. Τι κάνουν οι "δημοκράτες" σε ανάμνηση του τραγικού αυτού συμβάντος; Τι έχουν να πουν για το φρικτό κατάντημα των Εξαρχείων; Είθε η Αθήνα όλων των Ελλήνων να ξαναγίνει η γοητευτική πόλη του παρελθόντος.»
===================================================
Εγώ λοιπόν ο Τάσος Τριπολίτης του Ιωάννου και της Μαρίας, ένας μέσος αστός (αναφέρω τους τίτλους μου για λόγους τάξεως διότι και ο πρώτος αρθρογράφος αναφέρει τους δικούς του), 74,5 ετών σήμερα, που έζησα τη ζωή μου μέσα στην Κατοχή (πείνα) και με δεξιώσεις (σπατάλες μερικές φορές, αργότερα) σε φτωχογειτονιές της Αττικής (Κορυδαλλός)[3] στα νιάτα μου και σε βόρεια προάστια (Μαρούσι) μετέπειτα, με ιατρική από τη Σαλαμίνα μέχρι την Αγγλία, την Αμερική και… το Κολωνάκι, μπορώ να πω από ΠΡΩΤΟ ΧΕΡΙ ότι ΔΕΝ ΦΤΑΙΝΕ ΤΑ ΕΞΑΡΧΕΙΑ για το κατάντημά τους.
Τα Εξάρχεια που τα ζω από κοντά, με την… «εμπλοκή» μου με το «Δρομοκαΐτειο» από το 1981, διότι κληρονομήσαμε τότε και το μέγαρο επί της οδού Κωλέττη αρ. 17 (Κληρονομιά Σπυρίδωνος Βελέντζα), το οποίο και το εκμεταλλευτήκαμε (ήταν υποχρέωσή μας) με διάφορους τρόπους (!...) μεταξύ των οποίων και ως εξωνοσοκομειακή δομή με σκοπό την αποασυλοποίηση των ψυχασθενών (σύμφωνα με τους κανονισμούς της τότε ΕΟΚ). Καταλαβαίνει τώρα ο αναγνώστης, να προσπαθεί ο ψυχασθενής να κοιμηθεί έχοντας πάρει και τα σχετικά φάρμακα και απ’έξω να γίνονται μάχες (κυριολεκτικά: με φωτιές και πυροβολισμούς). Και το οξύμωρο είναι: οι τρελοί(!!!) κλεισμένοι μέσα να τρέμουν από την αγωνία και οι «υγιείς» (!!! ποιοι υγιείς;) να προσπαθούν απ’έξω να καταστρέψουν την Αθήνα! Αποτέλεσμα: προσπαθούμε να μεταφέρουμε την εξωνοσοκομειακή δομή εκτός… ακτίνας δράσης των αναρχικών (προσπαθούμε… αλλά πού λεφτά;).
Και πάμε προς το Κολωνάκι, του οποίου την πλατεία ο κ. Ταχιάος την παρουσιάζει ως «μεγαλοαστική», που είχε παραπλεύρως τη λαϊκή ταβέρνα «Βυζάντιο». Σήμερα υπάρχει εστιατόριο «Βυζάντιο» που δεν γνωρίζω τη σχέση του με την ταβέρνα, στη δε πλατεία κάθονται αργόσχολοι που δεν γνωρίζω αν είναι… μεγαλοαστοί. Εγώ δεν κάθισα ποτέ, απλά είχα το ιατρείο μου επί 33 ολόκληρα χρόνια σε απόσταση 80-100 μ. (Ο ορισμός του Κολωνακιώτη γιατρού κατά την Εφορία είναι: ψεύτης, κλέφτης και απατεώνας!... Παρακαλώ και ΠΡΟΚΑΛΩ τον όποιον εκμεταλλεύτηκα να με καταγγείλει δημοσίως!...).
Κατά τα άλλα συμφωνώ με τον κ. Ταχιάο. Στην Αθήνα του 2016 φοβάσαι να περπατήσεις, ιδιαίτερα στο Κέντρο! Βέβαια δεν είναι ανάγκη να πας στο Κέντρο για να βρεις ληστές διότι κάνουν και… κατ’οίκον επισκέψεις. Είναι γνωστή η περιπέτειά μας (οικογενειακώς) στις 28/11/2015 όπου μας επεσκέφθησαν 4 (τέσσερις) ληστές στο σπίτι μας ξημερώματα και αφού μας «περιποιήθηκαν» έφυγαν ανενόχλητοι παίρνοντας ό,τι είχαμε (χρήματα και κοσμήματα). Από τα χτυπήματα έχω απωλέσει τελείως την ακοή μου στο δεξί μου αυτί και – παρά την έρευνα – δεν βρίσκεται το αίτιο για να την αποκαταστήσω. Και η Αστυνομία; Τι να πρωτοκάνει κι αυτή η έρημη; Και βέβαια η ληστεία έγινε στα… βόρεια προάστια! Αθήνα δεν είναι μόνο τα Εξάρχεια και το Κολωνάκι…
Πάντα με ΑΓΑΠΗ,
Αναστ. Ι. Τριπολίτης
Αγγειοχειρουργός
Υ.Γ.: Συμφωνώ με τον κ. Ταχιάο ότι η Αθήνα έχει έναν δραστήριο και έντιμο Δήμαρχο, τον οποίον έχω την τιμή και τη χαρά να τον γνωρίζω προσωπικά (είναι χωριανός μου από τον Βροντάδο της Χίου), όμως «ΕΝΑΣ ΚΟΥΚΟΣ ΔΕΝ ΦΕΡΝΕΙ ΤΗΝ ΑΝΟΙΞΗ»!...
[1] Ομότιμος Καθηγητής Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, αντ. Μέλος της Ακαδημίας Αθηνών, αλλοδαπό μέλος της Σερβικής Ακαδημίας Επιστημών και Τεχνών και της Βουλγαρικής Ακαδημίας Επιστημών, κάτοχος Διεθνούς Βραβείου της Ακαδημίας Σλοβακίας.
[2] Απόφοιτος του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, τ. Πανεπιστημιακός Πανεπιστημίου Αθηνών, τ. Μέλος Ιατρικής Εταιρείας Ακαδημαϊκής Ιατρικής Νέας Υόρκης, τ. Προϊστάμενος Πανεπιστημίου George Washington (Seattle Washington, BC), τ. Πρόεδρος της Ελληνικής Αγγειολογικής Εταιρείας και της Εταιρείας Υπερήχων εις την Ιατρική και τη Βιολογία, τ. Πρόεδρος της Ομοσπονδίας Χιακών Σωματείων Αττικής και του Διοικητικού Συμβουλίου του «Δρομοκαϊτείου» Ψυχιατρικού Νοσοκομείου Αττικής, και τ. Μέλος του Διεθνούς και του Αμερικανικού Κολλεγίου Αγγειολογίας (FICA-FACA).
[3] Ίσως γι’αυτό το αγαπημένο μου τραγούδι είναι η «Δραπετσώνα».

































