
Πολλές οι θύμησες τούτες τις μέρες (παραμονές Χριστουγέννων) σε όσους ζήσαμε στον Κάμπο μας τον προηγούμενο αιώνα.
Πρώτα το χριστουγεννιάτικο δέντρο, ένα κλαδί δάφνης στεριωμένο σε μια γωνιά, έδινε στο σπίτι αξέχαστη μυρωδιά δάφνης (τον στολισμό περιέγραψα σε άλλη ανάρτηση).
Στη φρουτιέρα της τραπεζαρίας τα χιώτικα μανταρίνια δίνουν την δική τους ευωδία.
Στην κουζίνα οι γυναίκες έβραζαν τα κρέατα για την πηχτή και έφτιαχναν σουτζούκια, τούτες τις μέρες σφάζαμε το γουρουνάκι που σαν παράδοση θρέφαμε κάθε χρόνο.
Φτιάχνουν κουρκουμπίνους (μελομακάρονα) και κουραμπιέδες.
Στην αυλή ανάβει ο φούρνος.
Θεϊκή η μυρωδιά από τα καμένα μαντερινόκλαδα, που γεμίζει τη γειτονιά. Αυτά τα χαρισματικά δέντρα ακόμα και με την καύση μοσχομυρίζουν.
Την παραμονή στη γειτονιά αντηχούσαν παιδικές φωνές και τα κάλαντα με τον ήχο της τραμπούκας.
Ανήμερα το πρωί οι ύμνοι στην εκκλησία και το βράδυ τα κάλαντα από τους μεγάλους που γύριζαν από σπίτι σε σπίτι για ούζο, άσχετα αν έλεγαν:
«εμείς εδώ δεν ήλθαμε
να φάμε και να πιούμε
μόνο σας αγαπούσαμε
και ήλθαμε να σας δούμε»
Πώς να ξεχαστούν τέτοιες αναμνήσεις;
Όσοι τις ζήσαμε μας έχουν σημαδέψει.
ΚΑΛΕΣ ΓΙΟΡΤΕΣ!
Και του χρόνου με υγεία!
*(από το βιβλίο του Γ. Παϊδούση «καμπούσικες ιστορίες της πεζούλας» )


































