Ξιππάζομαι ή Ξυπάζομαι;

Σάβ, 06/10/2018 - 20:43
«Μπάνιο» μια λέξη πολιτισμού

 

Θεωρώ πως η σφραγίδα της δωρεάς παίζει πολύ μικρότερο ρόλο στο άτομο απ’ αυτήν της έρευνας. Όμως η έρευνα προϋποθέτει ερωτήματα και “ανοιχτό μυαλό”. Και αυτό είναι που μπορεί να την οδηγήσει και στην άνοδο της ποιότητας* όχι μόνο της παρεχόμενης, αλλά της διακριτής γνώσης. Αυτής που δεν σταματάει στο χαρτί ή στο πτυχίο. Αυτό ακριβώς εννοούσε ο Σωκράτης όταν έλεγε:  
“γηράσκω ἀεί διδασκόμενος” (και βέβαια όχι μόνο  γλωσσικά). Μακάρι μιά τέτοια λογική να επικρατήσει στον τόπο μας (αυτή είναι η λεγόμενη “διά βίου μάθηση”). Όμως φοβάμαι πως αυτό αποτελεί τη λάθος “ξιπασιά”...
Και για να μη μακρηγορούμε, θα μπούμε αμέσως στο θέμα τού τίτλου μας.
Έχουμε επισημάνει και σε προηγούμενες ανάλογες ευκαιρίες, πως η ορθή γραφή μιάς λέξης, είναι λογικό να συμφωνεί με το εννοιολογικό της περιεχόμενο. Επί του προκειμένου, ερμηνεύοντας το α.ε ρήμα “ἐξιππάζομαι” βλέπουμε ότι αυτό σημαίνει εξέρχομαι έφιππος, και δεν έχει καμιά σχέση με την έννοια της έπαρσης**. Επ’ αυτού στον Πλούταρχο (Καῖσαρ 27) διαβάζουμε: “ἐξιππάσατο διά τῶν πυλῶν” δηλ. βγήκε από τις πύλες της πόλης καβάλα πάνω στο άλογό του. Φαίνεται πως το α.ε “εξιπάζομαι” δεν έχει  την ίδια σημασία με το σημερινό ξιππάζομαι, και γι’ αυτό έχει και διαφορετική ορθογραφία. Έτσι λοιπόν φτάσαμε σε ορθότερη γραφή, που όμως, δεν έχει σχέση με την προέλευση από το μεσν. ρήμα εκσυσπάζω (εκ-συσπάζω) που έγινε ξυπάζω. Εννοιολογικά το ρήμα σημαίνει συστέλλω, συμμαζεύω
έννοιες που δεν συνάδουν με χαρακτηριστικά αλαζόνα, ο οποίος αντίθετα “διαστέλλεται” δηλ. φουσκώνει από υπερηφάνεια και καμαρώνει (πρβλ. Σοφ. Αίας 129) όπου μας λέει: “μήδ’ ὄγκον ἄρῃ μηδένα” δηλ. μη φουσκώνεις από υπεροψία.  Εκτιμώ λοιπόν πως το σωστό βρίσκεται στο “ξυπάζομαι” εξ-υπτιάζομαι. Εξ’ άλλου και στο Λεξικό Liddell- Scott στο λήμμα υπτιάζω, διαβάζουμε: μεταφορικώς, επί υπερηφάνων ανθρώπων, περιπατώ με την κεφαλήν επηρμένην  (και όχι συνεσταλμένη, μαζεμένη). Όσο για το σύνθετο εξυπτιάζω γράφει: “κλίνω προς τα πίσω ή ανυψώνω”. Χαρακτηριστικά τού υπερόπτη ο οποίος βαδίζει με υψωμένο το κεφάλι και προτεταμένο το στήθος (φουσκώνει σαν τη γαλοπούλα!). Το ίδιο παρατηρεί και ο Αριστοτέλης με τη φράση “ἐξυπτιάζεσθαι τήν κεφαλήν” χαρακτηρίζοντας τον αλαζόνα και τον υπερόπτη με αυτή τη συμπεριφορά, όπου κυριαρχεί η έννοια τής “διαστολής” και όχι της “συστολής”. Αυτός στην κοινή-λαϊκή γλώσσα λέγεται (και) “ξεπασμένος”. Ο οποίος κατά τον Ευριπίδη έχει όχι μόνον την κεφαλήν αλλά και τα φρύδια σηκωμένα “ὀφρύν τε μείζω ἐπηρκότα”. Συμπληρώνει δε, “τούτου ταχεῖαν νέμεσιν προσδόκα” (αυτονόητο) βλ. Ευριπίδου Αποσπ. Διαδίκτυο. Την ίδια θέση έχει και ο Λουκιανός ερμηνεύοντας τη λ. “εξυπτιάζων” γράφει: ἐξυπτιάζων “ἀντί τοῦ, τείνων τόν τράχηλον καί τό στῆθος προβαλλόμενος ἅμα...καί ὑπερηφάνως περιπατῶν”. 
Τέλος για το “ξεπάζομαι”, “ξεπάστηκα”, αυτό σημαίνει τρομάζω, τρόμαξα
πράγμα που συμβαίνει και στα ζώα...     Όντως το ρ. ξυπάζω (εξ-υπτιάζω) σημαίνει “εκπλήττω τινά”, ξαφνιάζω, τρομάζω, εν τέλει προκαλώ φόβο. Το οποίο αποδίδεται με το ρ. ξεπάζομαι, ξεπάστηκα...
 

* κάποτε... “πχιότητας”!!!!

** επομένως και με τα “συνώνυμα”: επιδειξίας, καυχηματίας, φαντασμένος

 

knafpl@hotmail.com

Άλλες απόψεις:  του Κ. Α. Ναυπλιώτη