
Ωραία είναι όταν πηγαίνεις και φτάνεις κάπου, αλλά άσχημα όταν έρχεται η ώρα να φύγεις. Και δεν έχει σημασία πού. Οπουδήποτε. Άσχετα αν έχεις άμεση σχέση ή όχι με αυτό που εγκαταλείπεις. Πάντα το συναίσθημα είναι το ίδιο, ιδιαίτερα όταν πρόκειται για αποχωρισμούς ανθρώπινους και, ένα παραπάνω, όταν έχεις στενούς δεσμούς με εκείνους που αφήνεις πίσω. Ένα συναίσθημα πικρίας, άλλοτε έντονο, άλλοτε ελαφρύ, άλλοτε αδιάφορο. Όμως είναι ένα συναίσθημα που δεν περνά απαρατήρητο… Και κάποιες φορές σε πληγώνει, όταν έρχεται η ώρα του αποχαιρετισμού.
Στο Ηράκλειο της Κρήτης βρεθήκαμε πρόσφατα να συναντηθούμε με τα παιδιά και τον εγγονό μου και ενώ πήγαμε στα ουράνια από τη χαρά μας μόλις φτάσαμε, όταν ήρθε η ώρα να φύγουμε η πίκρα ήταν μεγάλη. Ο ζωντανός ο χωρισμός, το λέει και το τραγούδι, παρηγοριά δεν έχει, που τραγουδούσε κάποτε η Δήμητρα Γαλάνη. Και είναι δύσκολοι οι αποχωρισμοί και οι αποχαιρετισμοί… Και εμείς οι νησιώτες, από τους οποίους οι περισσότεροι από εμάς ήταν και είναι ναυτικοί, πόσους τέτοιους αποχαιρετισμούς δεν έχουμε βιώσει… Αγκαλιάζεις το παιδί σου, το γονιό, τον άντρα, τη γυναίκα σου, τον αδελφό, την αδελφή και εκείνη τη στιγμή ένας κόμπος ανεβαίνει στο λαιμό σου έτοιμος να σε «πνίξει»… Και ουκ ολίγες φορές, για να μην πω πάντα, ένα ή περισσότερα δάκρυα είναι έτοιμα να κυλήσουν από τα μάτια.
Μια αλήθεια, βέβαια, είναι ότι αφού αναχωρήσεις κάνεις τα πικρά γλυκά και επιστρέφεις στην κανονικότητα. Τώρα μάλιστα που με τα κινητά, τα διαδίκτυα, τα σου ‘πα και μου ‘πες, όλα είναι πιο απλά και πιο εύκολα, ως προς την επικοινωνία μας. Όμως εκείνη τη στιγμή που λες το «ώρα σου καλή», είναι μια στιγμή σκέτο δηλητήριο. Και όσο και σκληρός και αν είσαι δεν γίνεται να μη λυγίσεις έστω και για λίγο. Είναι η πιο δύσκολη. Μεγάλη η χαρά της συνάντησης, μεγαλύτερη η πίκρα του αποχωρισμού. Αυτά, όμως, έχει η ζωή…
Του Δημήτρη Φρεζούλη






































