
Τη βόλτα μου έκανα τις προάλλες στους αγρούς και επειδή το μυαλό μου, όπως φαίνεται, δεν μπορεί να χαλαρώσει σε καμία στιγμή -ένα κακό κι αυτό- βλέποντας τόσες πολλές μαργαρίτες να μου «χαμογελούν», έκανα πάλι μία βουτιά στο παρελθόν.
Μοιράζομαι λοιπόν μαζί σας αυτή τη βουτιά για να σας ξυπνήσω μνήμες. Όπως ξύπνησαν και οι δικές μου, βλέποντας αυτές τις μαργαρίτες. Και τι θυμήθηκα… Ότι αυτές οι μαργαρίτες κάποτε, ήταν μία μέθοδος για να βγάλουμε το “ασφαλές” συμπέρασμα αν μας αγαπάει ή όχι το κορίτσι που είχαμε βάλει στο μάτι. Η αφέλεια και η παιδική αθωότητα στο μεγαλείο τους.
Θυμάμαι λοιπόν ότι δεν αφήναμε μαργαρίτα για μαργαρίτα να παραμεγαλώσει. Όπου και αν τη συναντούσαμε την ξεριζώναμε και αρχίζαμε να μαδάμε ένα - ένα τα πέταλά της μονολογώντας για κάθε πέταλο που μαδούσαμε… «Μ' αγαπά» για το ένα «δεν μ' αγαπά» για το άλλο. Η αγωνία μας έφτανε στο κατακόρυφο όσο τα πέταλα λιγόστευαν και προσπαθούσαμε να προβλέψουμε το τελικό αποτέλεσμα. Το οποίο θα ήταν ευχάριστο ή απογοητευτικό. Χαιρόμασταν όταν η μαργαρίτα «αποφαινόταν» ότι μας αγαπάει και πικραινόμασταν όταν το τελευταίο πέταλο συνέπιπτε με το δεν με αγαπάει. Και αν συνέβαινε το τελευταίο, όπως θα θυμάστε, δεν το βάζαμε κάτω. Ξεριζώναμε κι άλλη μαργαρίτα και αρχίζαμε το ίδιο βιολί μέχρις ότου να μας αγαπούσε.
Τώρα τα παιδιά στέλνουν ένα μήνυμα με το κινητό ή το διαδίκτυο και με συνοπτικές διαδικασίες το ερώτημα απαντάται σχεδόν άμεσα και η αγωνία δεν κρατά πολύ. Άλλη γλύκα όμως δεν είχε το μάδημα της μαργαρίτας; Εσείς τι λέτε;
Του Δημήτρη Φρεζούλη






































