Είναι Συριανός, είναι μόλις 51 χρόνων και επισκέφθηκε τη Χίο πρώτη φορά με την ιδιότητα του Τοποτηρητή Επισκόπου της Χίου, που ανήκει μαζί με τα άλλα νησιά του Β. Αιγαίου στην Αρχιεπισκοπή Νάξου και Τήνου, της Καθολικής Εκκλησίας, της οποίας προϊσταται Ποιμαντορικά ο Σεβασμιώτατος Ιωσήφ Πρίντεζης.
Καθόλου απόμακρος, άνετος συζητητής, ευγενής και… συνεσταλμένος, αφού ομολογεί ειλικρινά ότι δεν έχει συνηθίσει τις… κάμερες, βρέθηκε στη Χίο, μετά από επίσκεψη του στην Λέσβο, στην οποία έκανε μια πρώτη προετοιμασία για την επικείμενη επίσκεψη του Πάπα, την οποία μπορεί να χαλάσει μόνο ο… κορονωϊός.
Στο νησί μας επισκέφθηκε το εργοτάξιο του Αγίου Ιωσήφ στο «Κολέγιο» και διάφορα προσκυνήματα με γνώση ότι εκτός της Νάξου και Τήνου, το πλήρωμα της Καθολικής Εκκλησίας στα νησιά του Β. Αιγαίου μετριέται σε μόλις 500 ψυχές.
Ο ίδιος απαντά την Πέμπτη στις 7.00 και στις 11.00 μ.μ. στην Αλήθεια ΤV στον Γιάννη Τζούμα στην εκπομπή "Αυτοπροσώπως" σε δύσκολες ερωτήσεις, για τα κοινά αλλά και τις διαφορές με την Ορθόδοξη Εκκλησία, για τον γάμο των Καθολικών Ιερέων, που απαγορεύεται σε όλους τους βαθμούς Ιεροσύνης, για την ανεξιθρησκεία στη χώρα μας. Δηλώνει αισιόδοξος ότι κάποια στιγμή στο διάβα του χρόνου οι δύο Εκκλησίες Ορθόδοξη και Καθολική θα ρθούν πιο κοντά, αρκεί να μην τονίζουν τις διαφορές τους αλλά τα σημεία που τις ενώνουν.
Όσον αφορά το βιογραφικό του, ο Ιωσήφ Πρίντεζης έζησε στον Βήσσα και στην Ποσειδωνία όπου έβγαλε το Δημοτικό Σχολείο. Φοίτησε στο Α’ Γυμνάσιο και στο Α’ Λύκειο Σύρου. Σε ηλικία 17 ετών έφυγε για σπουδές στην Ιερατική Σχολή του Αγίου Ιωάννη του Ευαγγελιστή στην Βοστόνη των Ηνωμένων Πολιτειών. Το 1991 αποφοίτησε με έπαινο από το Κολλέγιο αφού παρέδωσε την διατριβή του στην Μαιευτική του Πλάτωνα και το 1995 απέκτησε τον Μεταπτυχιακό του τίτλο στην Θεολογία με ειδίκευση στο Κανονικό Δίκαιο. Το ίδιο έτος χειροτονήθηκε πρεσβύτερος και υπηρέτησε στις Ενορίες του Πάγου ως το 1999 και του Δανακού ως το 2016. Διορίστηκε από τον Επίσκοπο Σεβασμιότατο Φραγκίσκο Παπαμανώλη Γραμματέας της Επισκοπής Σύρου ως το 2006. Ασχολήθηκε με την Ποιμαντική της Νεολαίας, την Προετοιμασία μελλονύμφων και ήταν μέλος της Συνοδικής Επιτροπής για τη θεία Λατρεία.
Από το 1999 ως το 2004 υπηρέτησε ως Εφημέριος στην Ενορία του Αγίου Γεωργίου της Άνω Σύρου, από το 2004 ως το 2016 στην Ενορία της Βάρης, από το 2014 ως το 2016 στην Ενορία του Βήσσα, και από το 2016 ως σήμερα στις ενορίες του Καθεδρικού Ναού του Αγίου Γεωργίου και του Αγίου Σεβαστιανού.
Από το 1997 είναι δικαστής στο Δευτεροβάθμιο Εκκλησιαστικό Δικαστήριο της Ελλάδας, από το 2001 είναι ιεροδιδάσκαλος στα Δημόσια Σχολεία (έχοντας διδάξει στο Δημοτικό, στο Γυμνάσιο, στο ΕΠΑΛ και στο Γενικό Λύκειο). Από το 2014 είναι μέλος της Συνοδικής Επιτροπής για την Οικογένεια και την Προστασία της Ζωής και από το 2019 είναι πρόεδρος της Συνοδικής επιτροπής για τη θεία Λατρεία.