Κώστας Μαρδάς: «Χώμα ελευθερίας μωβ»

H κορυφαία κριτικός Ανθούλα Δανιήλ γράφει για το νέο ποιητικό βιβλίο του Κώστα Μαρδά «Χώμα Ελευθερίας Μωβ»
Πέμ, 24/07/2025 - 19:43

Ο Κώστας Μαρδάς, γνωστός δημοσιογράφος, ελέγχει καλά και παρακολουθεί στενά την τρέχουσα πραγματικότητα και κάπου στο βάθος, πέρα από τα ποιήματά του (στο υπογάστριο της σελίδας), στέλνει τον στοχασμό του σε συμπύκνωση.

Και αρχίζουμε από την ονομάτων επίσκεψη, όπως συμβουλεύει και ο αρχαίος πρόγονος· τα ονόματα, οι λέξεις, έχουν ένα βάρος δικό τους κι άλλο ένα που προκύπτει από την πρόθεση εκείνου που τις χρησιμοποιεί. Τίτλος του βιβλίου, για να μπούμε στο θέμα, είναι η φράση Χώμα ελευθερίας μωβ, πράγμα που υποδηλώνει μια γη (χώμα) ελεύθερη, αλλά το χρώμα μωβ ως πένθιμο και προστάδιο του μαύρου και συνυποδηλωτικού του πένθους. Και ο ποιητής, σ’ αυτό το «μωβ» χώμα ελευθερίας, βλέπει να διαδραματίζονται πολλά ανόσια και δημόσια, και ανάμεσά τους προσωπικά και συναισθηματικά, της χαράς και της θλίψης.
 

Και από την ώρα εκείνη αρχίζει η οργή, ως δημοσιογράφος θα κάνει εκπομπή και ως ποιητής ποίημα.

 

Φαίνεται πως ο Μαρδάς τακτοποιούσε τα τρέχοντα, αλλά αποθήκευε στον σκληρό δίσκο του μυαλού του τα άλλα, εκείνα της ψυχής, που δύσκολα εξομολογείται κατευθείαν κανείς και γι’ αυτό καταφεύγει στον ποιητικό υπαινικτικό λόγο. Επόμενο είναι τις αφορμές του να τις αντλεί από τα δεινά που καθημερινά σαν δημοσιογράφος συνήθισε να σχολιάζει, συμπάσχοντας πάντα και θυμίζοντάς μας παράλληλα την αρχαία ρήση «τόν τε μηδὲν τῶνδε μετέχοντα οὐκ ἀπράγμονα, ἀλλ᾽ ἀχρεῖον νομίζομεν».Κι επειδή ο Μαρδάς και μετέχει και απράγμων δεν είναι – το επάγγελμα, λειτούργημα στην ουσία του, τον έκανε χρήσιμο.

Τα θέματα πολλά, τα πάθη περισσότερα: τα Τέμπη, το Μάτι, τα παιδιά, οι άνθρωποι που χάθηκαν από φυσική καταστροφή αλλά και από λάθος ανθρώπου και κανείς ποτέ ουσιαστικά δεν αναλαμβάνει την ευθύνη. Οπότε ένοχος δεν υπάρχει. Γράφει χαρακτηριστικά ο Γιώργος Σεφέρης:
 

Ποιος άκουσε καταμεσήμερα
το σύρσιμο του μαχαιριού στην ακονόπετρα;
Ποιος καβαλάρης ήρθε
με το προσάναμμα και το δαυλό;
Καθένας νίβει τα χέρια του
και τα δροσίζει.
Και ποιος ξεκοίλιασε τη
τη γυναίκα το βρέφος και το σπίτι;
Ένοχος δεν υπάρχει, καπνός.
Ποιος έφυγε χτυπώντας πέταλα στις πλάκες;
Κατάργησαν τα μάτια τους· τυφλοί.
Μάρτυρες δεν υπάρχουν πια, για τίποτε.
(«Επί Σκηνής», Ε’)

Και από την ώρα εκείνη αρχίζει η οργή, ως δημοσιογράφος θα κάνει εκπομπή και ως ποιητής ποίημα. Ένα λοιπόν ισχυρό κίνητρο έχει ο Μαρδάς, να μιλήσει έξω από τα δόντια σαν δημόσιο πρόσωπο και σαν ιδιωτικό-ποιητής να υποδηλώσει, αφού ο Θεός των Δελφών δεν λέει αλλά σημαίνει. Κι ο άλλος Θεός, ο εν τοις ουρανοίς, τι κάνει; Ο Μαρδάς αρπάζει την ευκαιρία και Του απευθύνεται:

Θεέ και Κύριε!/ Δεν Σ’ ευχαριστώ/ Για ό,τι μας προσφέρεις/ Εγώ πρόσφερα περισσότερα/ Και δίχως συμφορές/ Κι ούτε είσαι ομορφότερος/ απ’ τα Κυκλαδονήσια...
Λουλούδια σιγοκλαίν’ κρυφά/ Κι οι πέτρες πλημμυρίζουν.

Θέμα μέγα, που έχει απασχολήσει πολλούς, αν ανακατεύεται ο Θεός στα δικά μας. Από τα αρχαία χρόνια το είχε επισημάνει ο πικρός Ευριπίδης. Ο σπόρος που έριξε τότε καρποφορεί ακόμα. Μεταξύ των νεοτέρων και ο διάσημος Νικόλας Άσιμος: Ρε μπαγάσα, περνάς καλά κει πάνω;/ Κάνε πάσα καμιά ματιά και χάμω... Ο «βέβηλος» Άσιμος τολμά να ελέγξει τον Θεό και να του ρίξει ευθύνες για το τι γίνεται εδώ «χάμω», αλλά Αυτός εκεί πάνω μας έδωσε την ελεύθερη βούληση, την οποία χειρίζονται οι ιθύνοντες εφαρμόζοντας την ευαγγελική περικοπή που φροντίζει «τα καλά και συμφέροντα».

Στον Θεό θα επιστρέψει με το ποίημα «Μην πλησιάζεις»:

Μην παίρνεις τα μικρά παιδιά/ Και τα σεμνά λουλούδια/ Αλλιώς, μη λέγεσαι Θεός/ και πάψε τα Ευαγγέλια!

Κι ακόμα ένα, «Η ευθύνη που αναλογεί»:

Να πληρώσω, Κύριε!/ Για τις σαρκικές αδηφαγίες/ Για τις αναληθείς/ Ένορκες βεβαιώσεις/ Για τον φόνο των ιδεών/ .../ Αλλά όχι για τα δικά σου/ Ισοπεδωτικά πλήγματα στη Μεσοποταμία.

Από τον θησαυρό του βιβλίου αρπάζω ψηφίδες, όπως εκείνη την αφιερωμένη στον Μίκη Θεοδωράκη, «Ουρανομήκης α-θανάτου», που λόγω ύψους και όγκου, κυριολεκτικού και μεταφορικού, ξεπέρασε τα σύνορα της χώρας όσο ζούσε και του χρόνου από τη στιγμή που πέθανε, γινάμενος αθάνατος ή όπως θα έλεγε και ο Ελύτης: Ίδια η μνήμη γινάμενη παρόν.

Το «Μητρικό και οξύ», μια ελεγεία στη μάνα του, Ελέγκω, μακρύ, αγαπητικό και εξομολογητικό, γεμάτο μνήμες από το σπίτι, από τη Σμύρνη, από το πώς ντυνόταν και φρόντιζε τον εαυτό της και το σαλόνι όπου θα καλέσει όλους τους αγαπημένους νεκρούς για να χορέψει «πάνω στον άκτιστο χρόνο υπέρ των κεκοιμημένων». Τα ταγεράκια της Σανέλ και τα ακριβά αρώματα που αγάπησε πιο πολύ από τον πατέρα.

Μερικές φορές το μικρό ποίημα στην πύκνωσή του μας ξαφνιάζει. Παράδειγμα ο «Ξιφήρης Λόγος», του οποίου το σαρκαστικό σχόλιο μας διαπερνά σαν σπαθί:

Τεχνίτης απαράμιλλων/ Δαμασκηνών σπαθιών!/ Και έχω πελατολόγιο/ Στρατούς, Ληστές κι Αγίους!/ Κι αν, έστω μια μέρα λείψω/ Θα μείνουν ανεπάγγελτοι!

Τα «Ναυτικά Νέα» πάντα με την αγωνία για κείνον που λείπει, εκείνης που τον περιμένει και αυτός: Αιώνες πλήρης η λύπη μου/ και δυο στιγμές χαρά μου. Επίσης, ο «Ποιητής με τίτλους», που προφανώς αναφέρεται σε αγαπημένο εκλιπόντα: Πέρασα καλά στην κηδεία σου!  και ύστερα από έναν μακρύ κατάλογο για το τι και το πώς, τον βλέπει:

Να σελιδοποιείς την τελευταία είδηση
Με γράμματα timesτων 80 σχεδιάζοντας τον τίτλο:
«Ποίησα ροκ τον Θάνατο!»

Σταματώ για λίγο σε δυο μεγάλους ποιητές –«Δυο πλοία αντιπλέοντα/ Συνείδηση και πάθος»– που κρατούν το ίδιο νήμα σε ένα μικρό ποίημα, από διαφορετική άκρη. Κι όμως, και οι δύο με την ίδια ιδέα παλεύουν και καίγονται και ας φαίνεται πως διαφωνούν – Κωστής Παλαμάς και Κωνσταντίνος Καβάφης, εννοώ· ο χρόνος, που ξεπέρασε τη μόδα του ενός και εγκαθίδρυσε την εξουσία του άλλου, έφερε την ισορροπία. Ο ένας είχε ελπίδα, ο άλλος όχι. Ο ένας κυριάρχησε για πενήντα χρόνια, ο άλλος μόλις που πρόλαβε να δει, αλλά από εκεί που δε βλέπει πια, αν έβλεπε, θα έβλεπε πως τείνει να έχει κατακτήσει τον αιώνα. Ωστόσο, κανείς ποτέ δεν ξέρει, γιατί το διάνυσμα του χρόνου είναι μεγαλύτερο της ζωής του καθενός… Ο καθείς και η εποχή του. «Κ.Π.Κ.», ακόμα και το αρκτικόλεξο τους θέλει μαζί, κρίκους μιας αλυσίδας. Από την ηρωική γενιά του Μεσολογγίου ο ένας, από την παρακμή της ιστορίας ο άλλος. Ξαναζούν μέσα από όσα έλπισαν και τους απέλπισαν...

Σαν μια στιγμή έξω από τον χρόνο είναι η ομορφιά: Κι ήταν τέτοια η ωραιότητα/ Της γύμνιας του σώματος/ Που δεν πρόσεξα/ Το σημάδι από τη σφαίρα/ Ανάμεσα στα στήθη

Όπως ο Αχιλλέας, όταν είδε νεκρή την αμαζόνα Πενθεσίλια!

Ο γιατρός δεν κατάλαβε πόσα είχε καταπιεί το αδηφάγο λαρύγγι του ασθενούς, στο ποίημα «Δεν οίδε ότι ουδέν είδε», και είναι πολλά εκείνα που απασχολούν τον Κώστα Μαρδά και πολλών συναισθηματικών αποχρώσεων, όπως το τέλος των ιδεολογιών, η ματαίωση των ονείρων, τα εθνικά σύμβολα... Η συλλογή κλείνει με σεβασμό στον πατέρα και τη μητέρα, που με ένα ανάποδο ποίημα υποστηρίζει αυτό που αρνείται:

Κι ούτε σας σκέπτομαι ποτέ/ .../ Και δεν σας αγαπώ!/ Για να μη λιώσω στο κλάμα/ και.../ Στον ύπνο μου δεν σας καλώ/ Να μην πονώ/ Να μην πονάτε/ Μάνα μου και πατέρα.

Έτσι, ο Μαρδάς απ’ αλλού ξεκίνησε, αλλά η ζωή και η καρδιά και η συνείδηση του ποιητή που έκρυβε μέσα του τον μετέπλασε, από άλλη εξέδρα να βλέπει, να κρίνει και να συγκινεί τα πλήθη.

 

Χώμα ελευθερίας μωβ
Κώστας Μαρδάς
Νίκας
212 σελ.
ISBN 978-960-296-555-9
Τιμή €16,00

Η Ανθούλα Δανιήλ είναι δρ Φιλολογίας, συγγραφέας και κριτικός λογοτεχνίας, μέλος της Ένωσης Ελλήνων Θεατρικών και Μουσικών Κριτικών και μέλος της Εταιρείας Συγγραφέων.

Σχετικά Άρθρα