
Κύριε διευθυντά Ο πρόεδρος Τραμπ επιμένει να προβληματίζει το υπουργικό του συμβούλιο και την ηγεσία των ενόπλων δυνάμεων της χώρας του τελείως αδικαιολόγητα. Η σύναψη μεγα-επιχειρηματικών συμφωνιών με τη Ρωσία πιθανότατα θα διευκολυνόταν με την επιβολή εκεχειρίας στο ουκρανικό μέτωπο, γεγονός που η ρωμαλέα συμμαχία του ΝΑΤΟ με τη σύμπραξη κρατών της Ανατολικής Ευρώπης θα καθιστούσε από την αρχή της προεδρίας του καθοριστική εξέλιξη και βασική συνθήκη διαλόγου. Το γεγονός ότι δεν συνέβη μέχρι σήμερα δεν είναι δυνατόν να εξηγηθεί σαν πολιτική που επιδιώκει την ειρήνη, όπως ο πρόεδρος Τραμπ επανειλημμένα διατείνεται. Η ταυτόχρονη απειλή εισβολής από θάλασσα, αέρα και ξηρά κατά της Βενεζουέλας –απειλή που συνεπάγεται παράλληλη αμυντική θωράκιση και εναντίον της Κούβας, άρρηκτα συνδεδεμένης για ενέργεια και εμπορικές συναλλαγές με τη Βενεζουέλα, όπως άλλωστε και η γειτονική Κολομβία– εκθέτει την εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ σε ασύμμετρους και ανυπολόγιστους κινδύνους. Σημαντικές πολυπληθείς μειονότητες ισπανόφωνων και Λατινοαμερικανών υπηκόων δεν δικαιολογούν την τραμπική επιθετικότητα και σίγουρα δεν την υποστηρίζουν. Η αβέβαιη ειρήνη της Γάζας στηρίζεται σχεδόν αποκλειστικά στη στρατιωτική επιβολή του Ισραήλ και την εξάρτηση αραβικών και ισλαμικών καθεστώτων από τις ΗΠΑ. Οσο καταδυναστική αποδεικνύεται η κυριαρχία της συμμαχίας ΗΠΑ – Ισραήλ στη Μέση Ανατολή, τόσο εντείνεται η παγκόσμια αντίδραση στον εξανδραποδισμό του λαού της Παλαιστίνης. Η διεθνής κοινή γνώμη έχει καταστεί ο μεγαλύτερος εχθρός της πολιτικής Τραμπ. Οι πρόσφατες συνοριακές συγκρούσεις μεταξύ Καμπότζης και Ταϊλάνδης δυναμιτίζουν τις διμερείς συμφωνίες ειρήνης που επέβαλε προ μηνών ο πρόεδρος Τραμπ και αμφισβητούν την επιρροή του. Ανάλογες συνοριακές συγκρούσεις στο αμφισβητούμενο Κασμίρ μεταξύ του φιλοαμερικανικού Πακιστάν και των φιλορωσικών Ινδιών παρατείνουν επ’ αόριστον μία επικίνδυνη εστία πολέμου. Ολες οι ζώνες πολέμου που ανέφερα εμπλέκουν τις ΗΠΑ. Οι απειλές εναντίον της Γροιλανδίας, του Καναδά και του Μεξικού παραμένουν καθηλωμένες προς το παρόν στην πυκνή ομίχλη της επιθετικής παρανοϊκότητας. Αλλά η κατακλυσμιαία αλλαγή πολιτικού κλίματος που επέβαλε ο πρόεδρος Τραμπ στον πλανήτη μας ήδη περιορίζει δραστικά τις δυνατότητες της διεθνούς διπλωματίας και καθορίζει νέους όρους δύναμης και εξουσίας στις διεθνείς συναλλαγές. Αποτελεί προφανή διαπίστωση άλλωστε ότι η αλλαγή πολιτικού κλίματος δεν ισχύει μόνον για τις παντοδύναμες ΗΠΑ. Ηδη η Ρωσία επιδιώκει την αποσταθεροποίηση της Ευρώπης με απροειδοποίητες παρεμβάσεις σε σιδηροδρομικά δίκτυα, αεροπορικές συγκοινωνίες, cybersecurity (κυβερνοασφάλεια), υποθαλάσσιες καλωδιώσεις από την Πολωνία μέχρι και το Ηνωμένο Βασίλειο. Η Κίνα απειλεί την Ταϊβάν περικυκλώνοντάς την από θάλασσα και αέρα, ενώ ταυτόχρονα χτίζει βάσεις πολέμου σε ερημονήσια του Ειρηνικού, επιδιώκοντας έτσι τη διάσπαση του φιλοδυτικού άξονα Αυστραλίας – Φιλιππίνων – Ιαπωνίας. Η απειλή πολέμου των ΗΠΑ εναντίον της Βενεζουέλας επιτρέπει (ίσως και να δικαιολογεί…) ανάλογες απειλές της Κίνας εναντίον της Ταϊβάν, της Ρωσίας εναντίον της Ουκρανίας και ζωνών της Ανατολικής και Βόρειας Ευρώπης. Η δημοκρατική Ευρώπη έχει καταστεί ευάλωτη όχι μόνο από εξωτερικούς αλλά και από εσωτερικούς κινδύνους. Η αβελτηρία δημοκρατικών θεσμών στις ΗΠΑ, η δυσπραγία και η αδυναμία ευρωπαϊκών κυβερνήσεων και της Ε.Ε. προκαλούν έντονες αμφιβολίες για το μέλλον της Δύσης. Η έλλειψη ηγετικών, παραδειγματικών πολιτικών απογοητεύει όλους μας και δημιουργεί λανθασμένες εντυπώσεις για δήθεν ενάρετες, απολυταρχικές κυβερνήσεις. Οπως πιθανώς θα μονολογούσε ο Νέρωνας από τον Domus Aurea (τον Λευκό Οίκο της εποχής) καθώς η Ρώμη καιγόταν, «virtus omnia vincit». Καθημερινή 11/12/25


































